Του Ευθύμιου Αχείλα
Ο
Ιουστίνος ο μάρτυρας και απολογητής υπήρξε από τους πρώτους φιλοσόφους που
προσχώρησε στην αληθινή φιλοσοφία – όπως ο ίδιος έλεγε – τον Χριστιανισμό. Και
ήταν εκείνος, ο οποίος έδωσε σ’ αυτόν τα περισσότερα όπλα να επεκταθεί την
εποχή εκείνη στις τάξεις των διανοουμένων.
Γεννήθηκε στην
Φλαβία Νεάπολη της Παλαιστίνης το 110 μ.Χ. και μαρτύρησε στην Ρώμη πιθανόν το
165 μ.Χ. επί αυτοκράτορος Μάρκου Αυρηλίου.
Ήταν από τους
πρώτους Χριστιανούς που ανέλαβε να υπερασπίσει τους ομοπίστους του οι οποίοι
εδιώκοντο από το Ρωμαϊκό Κράτος. Και το έκανε αυτό γράφοντας Απολογίες, στις
οποίες εξέθετε την πίστη των Χριστιανών και αναιρούσε όλα τα μυθεύματα και τις
συκοφαντίες των ειδωλολατρών, που ήταν αιτία να διώκονται οι Χριστιανοί...
Οι Απολογίες του
αυτές όμως, εκτός των άλλων, είναι πραγματικά διαμάντια για μας σήμερα, διότι
μας παρέχουν άφθονες πληροφορίες για την πίστη και την ζωή των πρώτων
Χριστιανών καθώς και άλλες σημαντικές πληροφορίες για την εποχή που έζησε.
Πρόθεσή μας είναι, σταχυολογώντας την
Πρώτη Απολογία του να αναδείξουμε τα στοιχεία εκείνα που όχι μόνο θα στηρίξουν
την πίστη μας σήμερα αλλά θα αποδείξουν πως υπάρχει οργανική συνέχεια στην
πίστη αυτή, ήδη από τους πρώτους Χριστιανικούς αιώνες.
Την Πρώτη Απολογία
του ο Ιουστίνος θεωρείται πως την έγραψε το 150 μ.Χ. Την απευθύνει στον
αυτοκράτορα Αντωνίνο τον Ευσεβή (138 – 161 μ.Χ.), τους θετούς υιούς του Μάρκο
Αυρήλιο και Λούκιο Αίλιο Βήρο, την Ρωμαϊκή Σύγκλητο και τον λαό της Ρώμης.
Αθεΐα:
Κατά πρώτον προσπαθεί να αποσείσει την πρώτη κατηγορία που αποδίδονταν στους
Χριστιανούς περί αθεΐας, λέγοντας πως κάθε άλλο παρά οι Χριστιανοί είναι άθεοι
αφού πιστεύουν στον αληθινό Θεό που είναι ο Πατέρας της δικαιοσύνης. Αρνούνται
όμως να πιστέψουν στους Θεούς των ειδωλολατρών οι οποίοι – και αξίζει να
προσεχτεί ιδιαίτερα αυτό – δεν είναι τίποτα άλλο κατά τον Ιουστίνο, από τους
πονηρούς δαίμονες οι οποίοι ανακήρυξαν τους εαυτούς τους Θεούς παρασύροντας
τους ανθρώπους να τους πιστέψουν ως τέτοιους:
«Εις αυτόν (εννοεί τον Χριστό) λοιπόν
αφού πεισθήκαμε εμείς, λέμε πως οι δαίμονες που τα έκαναν αυτά, όχι μόνο δεν
είναι θεοί, αλλά είναι κακοί και ανόσιοι δαίμονες, οι οποίοι δεν έχουν καν τις
ίδιες πράξεις με τους ανθρώπους που ποθούν την αρετή. Γι’ αυτό λοιπόν
αποκαλούμεθα και άθεοι. Και ομολογούμε ως προς αυτούς που νομίζονται ως θεοί
πως είμαστε άθεοι, αλλά δεν είμαστε ως προς τον αληθινό και πατέρα της
δικαιοσύνης και σωφροσύνης και των άλλων αρετών και απαλλαγμένο από κάθε κακία
Θεό» Α΄ Απολογία 5, 4 – 6,1.
Δημιουργία κόσμου: Πιο κάτω αναφερόμενος στην δημιουργία του
κόσμου από το Θεό σημειώνει πως αυτή έγινε από την αγαθότητα του Θεού και για
χάρη των ανθρώπων. Αξίζει όμως να σημειωθεί πως στο σημείο αυτό, δηλαδή της
δημιουργίας του κόσμου, ο Ιουστίνος διαφοροποιείται θεολογικά από τον
Χριστιανισμό γιατί επηρεασμένος από την Πλατωνική φιλοσοφία την δημιουργία αυτή
δεν την δέχεται εκ του μηδενός αλλά πως ο κόσμος γίνεται, ναι μεν από το Θεό, αλλά αφού χρησιμοποιεί
αυτός την προϋπάρχουσα άμορφη ύλη:
«Και έχουμε διδαχτεί ότι λόγω της
αγαθότητάς του δημιούργησε στην αρχή τα πάντα από άμορφη ύλη προς χάρη των
ανθρώπων» Α΄ Απολογία 10, 2.
Βασιλεία Ουρανών και όχι γήινη: Σημαντική είναι και η αναφορά του
Ιουστίνου για το τι είδους Βασιλεία επιζητούσαν οι Χριστιανοί, η οποία όχι μόνο
αποσείει την κατηγορία των ειδωλολατρών πως συνωμοτούσαν κατά της κρατικής
εξουσίας αλλά είναι και μία απάντηση σε όλους αυτούς σήμερα που πρεσβεύουν, πως
ο Χριστιανισμός ήταν ένα επαναστατικό κοινωνικό κίνημα που επιθυμούσε την
αλλαγή του υπάρχοντος συστήματος (λατινιστί status
quo) δια της βίας. Ο Ιουστίνος ξεκαθαρίζει μια και καλή
πως οι Χριστιανοί επιθυμούσαν και επιθυμούν την Βασιλεία του Θεού. Αξίζει δε να
προσεχθεί και κάτι άλλο που αναφέρει ο Ιουστίνος. Πως η ομολογία κάποιου πως
είναι Χριστιανός επισύρει την ποινή του θανάτου και πως οι Χριστιανοί δεν
φοβούνται τον θάνατο αυτό:
«Εσείς δε όταν ακούσατε πως αναμένουμε
βασιλεία, υποθέσατε ακρίτως πως εννοούμε την ανθρώπινη, ενώ εμείς εννοούμε την
μετά του Θεού, όπως φαίνεται και από το γεγονός ότι, εξεταζόμενοι από εσάς
ομολογούμε πως είμαστε Χριστιανοί, αν και γνωρίζουμε ότι στον ομολογούντα
επιβάλλεται η ποινή του θανάτου. Γιατί αν αναμέναμε ανθρώπινη βασιλεία, θα
αρνιόμασταν τουλάχιστον, για να μην σκοτωθούμε, και θα φροντίζαμε να ζούμε
κρυφά, για να πετύχουμε τις προσδοκίες μας. Επειδή όμως δεν θέτουμε στα παρόντα
πράγματα τις ελπίδες μας, δεν ανησυχούμε που μας εκτελείτε, εφόσον μάλιστα
οπωσδήποτε το χρέος μας είναι να πεθάνουμε» Α΄ Απολογία 11, 1 – 2.
Ενδοτριαδικές σχέσεις: Πιο κάτω γινόμαστε μάρτυρες της ρευστότητας
και της πολυμορφίας που επικρατούσαν στους τότε θεολογικούς κύκλους για τις
σχέσεις μεταξύ των θείων προσώπων, σχέσεις που ως γνωστόν ξεκαθάρισαν μετά από δύο αιώνες με την
σύγκληση των δύο πρώτων Οικουμενικών Συνόδων οι οποίες και συνέταξαν το
«Σύμβολο της Πίστης». Επηρεασμένος
λοιπόν και ο Ιουστίνος από το κλίμα της εποχής του τοποθετεί του Υιό στην
δεύτερη θέση μετά τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα στην τρίτη. Πέραν όμως τούτων
τα όσα λέει ο Ιουστίνος στην Απολογία του είναι μια πρώιμη μορφή συμβόλου
Πίστης, η οποία πιθανώς χρησιμοποιούνταν στην Εκκλησιαστική κοινότητα της Ρώμης:
« Θα αποδείξουμε επίσης πως τιμούμε
ελλόγως τον γενόμενον σε μας διδάσκαλο αυτών και για αυτό το λόγο γεννηθέντα
Ιησού Χριστό, που σταυρώθηκε επί Ποντίου Πιλάτου, ο οποίος ήταν επίτροπος στην
Ιουδαία κατά τους χρόνους του Τιβερίου Καίσαρος, και έχουμε διδαχτεί πως είναι
ο Υιός αυτού του πραγματικού Θεού και τον τοποθετούμε στη δεύτερη θέση και το
προφητικό Πνεύμα στη τρίτη τάξη» Α΄ Απολογία 13, 3.
Κοινοκτημοσύνη: Συνεχίζοντας την Απολογία του ο Ιουστίνος
μας προσφέρει μία ακόμη απόδειξη της αγάπης που επικρατούσε στις τότε
Χριστιανικές κοινότητες. Γιατί στις κοινότητες αυτές δεν υπήρχε «δικό μου» και
«δικό σου», αλλά συνεχίζοντας την πρακτική της πρώτης Εκκλησίας των Ιεροσολύμων
που ιδρύθηκε μετά την Πεντηκοστή τα
είχαν όλα κοινά (Πράξεις των Αποστόλων κεφάλαιο 2, στίχοι 42 – 47 ). Και όλα αυτά συνέβαιναν μετά από 120 χρόνια
περίπου! Στο ίδιο σημείο της Απολογίας του ο Ιουστίνος επισημαίνει και κάτι
άλλο. Την αλλαγή του τρόπου ζωής και των ηθών που επέφερε ο Χριστιανισμός στους
πρώην ειδωλολάτρες:
«Εμείς οι οποίοι άλλοτε διασκεδάζαμε με
τις πορνείες τώρα ικανοποιούμεθα μόνο με την σωφροσύνη, χρησιμοποιούσαμε και
μαγικά τεχνάσματα τώρα αναθέσαμε τους εαυτούς μας στον αγαθό και άκτιστο Θεό,
αγαπούσαμε περισσότερον από κάθε τι άλλο τα μέσα αποκτήσεως χρημάτων και
κτημάτων τώρα όσα έχουμε τα φέρνουμε σε κοινό ταμείο και τα μοιραζόμαστε με
όλους όσους έχουν ανάγκη». Α΄ Απολογία 14, 2.
Νηπιοβαπτισμός: Ράπισμα (χαστούκι) δυνατό δέχονται οι πάσης φύσεως
αιρετικοί οι οποίοι αρνούνται τον νηπιοβαπτισμό και ισχυρίζονται πως δεν
τελούνταν στους πρώτες αιώνες της Εκκλησίας, αλλά επιβλήθηκε αντιγραφικά τους
μετέπειτα αιώνες. Γιατί ο Ιουστίνος αποδεικνύει μέσα από την Απολογία του πως
τελούνταν το βάπτισμα σε παιδική ηλικία παράλληλα με το βάπτισμα σε μεγάλη
ηλικία. Εξηντάρηδες και εβδομηντάρες υπηρετούν τον Χριστό από παιδική ηλικία
γράφει στην Απολογία του αποδεικνύοντας, του λόγου το αληθές:
«Πολλοί δε και πολλαί εξήντα και
εβδομήντα ετών, οι οποίοι εμαθήτευσαν στον Χριστό από παιδικής ηλικίας
παραμένουν άφθοροι» Α΄ Απολογία 15, 6.
Αθανασία της ψυχής: Στη ύπαρξη της ψυχής και της αθανασίας
αυτής, καθώς και ότι οι ψυχές μετά θάνατον έχουν συνείδηση τιμωρούμενες οι των
αδίκων και απολαμβάνοντας ευτυχία οι των δικαίων σημειώνει σε δύο σημεία της
Απολογίας του:
«Διότι οι νεκρομαντείες, οι οράσεις αθώων
παιδιών, οι επικλήσεις των ψυχών αποθανόντων ανθρώπων, οι λεγόμενοι από τους
μάγους ονειροπομπές και φύλακες και τα γινόμενα από τους γνωρίζοντες αυτά, ας
σας πείσουν, ότι και μετά θάνατο οι ψυχές έχουν συνείδηση» Α΄ Απολογία 18, 3.
Ομοίως:
«Με το να λέμε ότι οι ψυχές των αδίκων
τιμωρούνται ευρισκόμενες σε αίσθηση και μετά θάνατο, ενώ οι των σπουδαίων θα
ευτυχούν απαλλαγμένες από τιμωρίες, θα φανεί πως διδάσκουμε τα ίδια με τους
ποιητές και τους φιλοσόφους» Α΄ Απολογία 20, 4.
Θεοποίηση Καίσαρα: Ράπισμα (χαστούκι) δυνατό είναι και για τους
σημερινούς νεοπαγανιστές (νεοειδωλολάτρες) η πιο κάτω αποστροφή του Ιουστίνου
που αναφέρεται στην θεοποίηση των αυτοκρατόρων της εποχής εκείνης. Αναφέρει
συγκεκριμένα με ποιο τρόπο θεοποιήθηκε ο Καίσαρας. Εμφανίστηκε κάποιος που
ορκίστηκε πως είδε τον κατακαέντα Καίσαρα να ανέρχεται στον ουρανό! Και μετά
έχουν το θράσος να ειρωνεύονται τα όσα γράφει το Ευαγγέλιο για την Ανάσταση και
την Ανάληψη του Κυρίου:
«Τι χρειάζεται να μνημονεύσουμε τους
αποθνήσκοντας μεταξύ σας αυτοκράτορας, δια τους οποίους ισχυρίζεσθε ότι
αποθανατίζονται και παρουσιάζουν κάποιον ο οποίος ορκίζεται ότι είδε τον
κατακαέντα Καίσαρα να ανέρχεται στον ουρανό;» Α΄ Απολογία 21, 3 – 4.
Ανηθικότητα Ρωμαϊκής Κοινωνίας: Συνεχίζοντας την Απολογία του ο
Ιουστίνος έρχεται να καταγγείλει την ανηθικότητα και την παράλυση της Ρωμαϊκής
κοινωνίας όπως έκθεση βρεφών δηλαδή γεννούσαν παιδιά και επειδή δεν τα ήθελαν
τα άφηναν στο δρόμο, ιδιαίτερα αν ήταν και κορίτσια, παράδοση στην πορνεία όχι
μόνο των κοριτσιών αλλά και των αγοριών από τους ίδιους τους γονείς! από την
οποία η πολιτεία εισέπραττε και φόρους, αιμομιξία και αποκοπή των γεννητικών
οργάνων για θυσία στην Θεά Κυβέλη. Και η αποκορύφωση του παραλογισμού. Όλα τα παραπάνω
που έκαναν οι ειδωλολάτρες στα φανερά ισχυρίζονταν πως τα έκαναν οι Χριστιανοί
στα κρυφά, όταν δηλαδή μαζεύονταν για να κάνουν την Θεία Ευχαριστία!:
«Εμείς δε έχουμε διδαχτεί ότι είναι
πονηρό και το να εκθέτουμε τα βρέφη, ώστε να μη διώκουμε κανένα και αν μην
ασεβούμε, κυρίως διότι βλέπουμε ότι όλοι σχεδόν παραδίδουν στην πορνεία όχι
μόνο τις κόρες αλλά και τα αγόρια, και καθώς λέγεται για τους παλιούς ότι
έτρεφαν αγέλες από βόδια ή κατσίκια ή πρόβατα ή φοράδες αλόγων, έτσι τώρα
τρέφουν παιδιά μόνο για αισχρή χρησιμοποίηση. Ομοίως πλήθη από γυναικών και
κίναιδων και αισχρουργών από κάθε έθνος έχουν σταθεί σ’ αυτούς τους κακόφημους
οίκους. Και από αυτούς παίρνετε μισθούς και εισφορές και τέλη, ενώ έπρεπε να
τους αποκόψετε από την πολιτεία σας. Και αυτός που χρησιμοποιεί αυτούς, εκτός
από την άθεο και ασεβή και ασφαλή μίξη, μπορεί να τύχει να έλθει σε μίξη με το
παιδί του ή συγγενή του ή αδελφό του. Εάν δε προάγουν στην πορνεία και τα
παιδιά τους και τις συζύγους τους, κόβουν τα όργανά τους για κιναιδισμό και τα
φέρνουν ως αφιερώματα στη μητέρα των θεών. Άλλωστε πλησίον σε κάθε ένα από εσάς
που νομίζετε ως θεός ζωγραφίζεται ένα φίδι σαν σύμβολο και μυστήριο. Και εκείνα
που γίνονται και τιμώνται από εσάς φανερά αποδίδετε σε μας, αφού τάχα
ανατρέπεται το φως και δεν υπάρχει πλέον»
Α΄ Απολογία 27, 1 – 4.
Γάμος και εγκράτεια Χριστιανών: Αντίθετα με όλα τα παραπάνω ο Ιουστίνος
δείχνει το καινούργιο ήθος των Χριστιανών που είναι η μη έκθεση των παιδιών και
η αποφυγή της πορνείας με την σύναψη του γάμου ο οποίος έχει σκοπό την
τεκνοποιΐα. Άξιον προσοχής είναι και αυτό που γράφει για όσους δεν επιθυμούν να
παντρευτούν. Τηρούν τέλεια εγκράτεια. Βλέπουμε λοιπόν πως ήδη από τα πρώτα
μόλις χρόνια του Χριστιανισμού υπήρχαν ασκητικές τάσεις σε αρκετούς πιστούς:
«Και δια να επανέλθουμε, δεν εκθέτουμε τα
παιδιά μην τυχόν κάποτε από τα έκθετα πριν περιμαζευθεί πεθάνει και γίνουμε
ανθρωποκτόνοι. Εξ’ άλλου καθόλου δεν συνάπτομε γάμο παρά μόνον χάρη τεκνοποιΐας
ή παραμερίζοντες τον γάμο τηρούμε τέλεια εγκράτεια» Α΄ Απολογία 29, 1.
Βέβαια η Απολογία του Ιουστίνου δεν
τελειώνει εδώ. Έχει πολλά και ενδιαφέροντα ακόμη με αποκορύφωμα την μαρτυρία
του για την τέλεση των μυστηρίων και της Θείας Ευχαριστίας στην πρώιμη ακόμη
Χριστιανοσύνη που πιθανόν θα αποτελέσουν την αφορμή για ένα ξεχωριστό άρθρο.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή
κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι
υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
Πολύ καλό άρθρο για την αρχαία εκκλησία! Συγχαρητήρια!
ΑπάντησηΔιαγραφήwraio to arthro alla pou mporw na vrw thn deyterh apologia poy milaei gia thn theia eyxaristeia ? e ?
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην δεύτερη απολογία, μπορείς να τη βρεις, στην σειρά "Απολογηταί", Ιουστίνος, εκδόσεις "Γρηγόριος Παλαμάς".
ΑπάντησηΔιαγραφή