Της Tatiani Melidoni
Ένα
πρόβλημα που εμφανίζεται συχνά στο διάλογο με ετεροδόξους είναι το θέμα
ερμηνείας της Αγίας Γραφής. Είναι γεγονός ότι πολλές χριστιανικές ομολογίες και
ακόμα περισσότερες αιρέσεις ισχυρίζονται ότι στηρίζουν τα δόγματά τους στην
Αγία Γραφή, κάτι που με τη σειρά του δημιουργεί ερωτήματα για το κατά πόσον η
Αγία Γραφή επαρκεί για να διαπιστώσει κανείς ποια είναι η αλήθεια. Αλλά ας
δούμε το θέμα αναλυτικά:...
Η εμφάνιση του Κανόνα σε μεγάλο βαθμό
προήλθε από την προσπάθεια να διαχωριστούν οι γνήσιες από τις ψευδείς
διδασκαλίες. Ήδη, κατά τον 2ο αιώνα, ο Ειρηναίος, ανέφερε ότι ομάδες Γνωστικών
είχαν πλάσει και χρησιμοποιούσαν «αμύθητον πλήθος αποκρύφων και νόθων γραφών».
Ταυτόχρονα, πρωτο – ορθόδοξοι χριστιανοί συγγραφείς παρέθεταν από ένα πλήθος
πηγών πέρα από βιβλία που περιλήφθηκαν στον Βιβλικό κανόνα, και τα οποία
αργότερα χαρακτηρίστηκαν ως «νόθα» ή «απόκρυφα».
Σύμφωνα με τη Βικιπαίδεια, ο πρώτος
γνωστός μεγάλος κανόνας ήταν ο Μουρατόρειος κανόνας που συντάχθηκε κατά το
τέλος του 2ου αιώνα και περιείχε όλα τα κανονικά και μη κανονικά βιβλία. Αυτό,
όμως δεν σημαίνει ότι μέχρι τότε δεν υπήρχε κανένα κριτήριο αυθεντικότητας,
καθώς τα κείμενα που συνέγραψαν οι Απόστολοι ήδη από τον πρώτο αιώνα έπαιζαν
καθοριστικό ρόλο στη λειτουργία των χριστιανικών εκκλησιών. Αν και η Καινή
Διαθήκη δεν αναφέρεται επίσημα σε μια συγκεκριμένη μορφή κανόνα, το γεγονός ότι
οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης παρέθεταν και χωρία από τα δευτεροκανονικά
βιβλία, δείχνει ότι πολύ νωρίς η Εκκλησία καθιέρωσε κριτήρια για τον Κανόνα της
Παλαιάς Διαθήκης.
Γίνεται, έτσι, κατανοητό ότι ο Κανόνας
βασίστηκε στην ήδη υπάρχουσα Παράδοση, η οποία έδινε τη βάση για το ποια
κείμενα ήταν γνήσια και ποια νόθα. Άρα προφανώς δεν νοείται ερμηνεία της Αγίας
Γραφής χωρίς γνώση της Παράδοσης αυτής.
Αλλά μπορεί να ρωτήσει κανείς: δεν
σημαίνει αυτό ότι η Αγία Γραφή δεν επαρκεί για να γνωρίσει κανείς την αλήθεια;
Η απάντηση στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι επαρκεί απόλυτα, αρκεί η μελέτη
που θα κάνει κάποιος να μην επηρεαστεί από εξωτερικούς παράγοντες ή ακόμα και
τη δική του προσωπική άποψη.
Η ιδέα ότι η Αγία Γραφή μπορεί να
ερμηνεύεται κατά συνείδηση ξεκίνησε από τους Προτεστάντες, οι οποίοι με το
δόγμα «Sola scriptura - Sola gratia» (Μόνο η Γραφή - Μόνο η Χάρη) θεώρησαν ότι
η Ιερά Παράδοση είναι απορριπτέα, και άρα μόνο κριτήριο αλήθειας είναι η Αγία
Γραφή. Βέβαια είναι κατανοητό ότι έχοντας γνωρίσει μόνο την αυθαιρεσία των
Παπικών σε θέματα πίστης ήταν λογικό να έχουν εχθρική στάση απέναντι σε ότι δεν
αποτελούσε «ασφαλές έδαφος». Ταυτόχρονα, όμως, έκαναν το λάθος να παραβλέψουν
το γεγονός ότι η Αγία Γραφή δεν είναι αυθύπαρκτη, αντικαθιστώντας, τελικά, την
Ιερά Παράδοση με την δική τους παράδοση. Αποτέλεσμα ήταν να διασπαστούν σε
δεκάδες μικρότερες ομάδες, καθώς ο καθένας τους απολυτοποιούσε τη δική του
κατανόηση, η οποία δεν είχε καμία σχέση με τους πρώτους Πατέρες τους οποίους
απέρριπταν.
Η συνέχεια ήταν ακόμα χειρότερη: στην
προσπάθειά τους να παρουσιάσουν κάποια σχέση με την πρώτη Εκκλησία, και να μην
είναι απλώς μια αίρεση που αποσχίσθηκε από μια άλλη αίρεση, ισχυρίστηκαν ότι ο
Παπισμός ήταν η πίστη που συνδεόταν με τους πρώτους Χριστιανούς, και ότι οι
Ορθόδοξοι ήταν οι σχισματικοί. Κατ’ αυτόν τον τρόπο μπορούσαν να παρουσιαστούν
σαν ακόλουθοι της ορθής πίστης, που θα έσωζαν την Εκκλησία από τον Πάπα. Φυσικά
αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι περισσότεροι να αγνοήσουν εντελώς την ύπαρξη της
Ορθοδόξου Εκκλησίας και της διδασκαλίας της.
Οι αιρέσεις προχώρησαν ακόμα περισσότερο:
αδυνατώντας να βρουν κενά στη θεολογία της Ορθοδόξου Εκκλησίας (κάτι στο οποίο
δεν είχαν πρόβλημα με τους Παπικούς) κατέφυγαν στο να χρεώσουν στους Ορθοδόξους
σφάλματα των Παπικών (όπως η Ιερά Εξέταση και οι Σταυροφορίες) σε μια
προσπάθεια να μειώσουν το κύρος τους. Ταυτόχρονα κακοποίησαν το κείμενο της
Αγίας Γραφής, προκειμένου να το φέρουν στα μέτρα τους, ώστε να μπορούν να
ισχυριστούν ότι τα δόγματά τους προέρχονταν από την Αγία Γραφή.
Αποτέλεσμα όλων αυτών των πρακτικών ήταν
το να δεχτεί η Αγία Γραφή ένα μεγάλο πλήγμα στην αξιοπιστία της. Βέβαια κανείς
από τους επικριτές της δεν σταμάτησε να σκεφτεί το εξής απλό: αυτοί που
ισχυρίζονται ότι ακολουθούν την Αγία Γραφή το κάνουν όντως, ή έτσι θέλουν να
πιστέψουμε;
Πώς μπορούμε, λοιπόν, να διαπιστώσουμε αν
μια ερμηνεία της Αγίας Γραφής είναι σωστή ή λάθος; Θα πρέπει να έχουμε υπόψη
μας μερικούς απλούς κανόνες, οι οποίοι, σε συνδυασμό με τη γνώση της
διδασκαλίας της Εκκλησίας, μπορούν να μας βοηθήσουν:
Πρώτον, η Αγία Γραφή δεν
αντιφάσκει με τον εαυτό της. Άρα, αν μία ερμηνεία συγκρούεται με έστω και ένα
μικρό μέρος της Αγίας Γραφής είναι λανθασμένη.
Δεύτερον, μια ερμηνεία
πρέπει να είναι σε θέση να καλύψει το σύνολο της Αγίας Γραφής. Ακόμα και αν δεν
έρχεται σε άμεση αντίθεση, εάν δεν καλύπτει ορισμένα εδάφια τότε έχει πρόβλημα.
Τρίτον, ακόμα και αν μια
ερμηνεία πληροί τους προηγούμενους κανόνες, θα πρέπει να ταιριάζει με τη
διδασκαλία που «γέννησε» την Αγία Γραφή: την Ιερά Παράδοση έστω των πρώτων
χριστιανικών χρόνων. Εάν έρχεται σε σύγκρουση μαζί της, ή ακόμα περισσότερο δεν
την αναγνωρίζει καν, τότε προφανώς έχει δεχτεί επιρροές από άλλους χώρους.
Ένα σημείο που πρέπει να προσέξουμε είναι
το ότι οι αιρετικοί που επιδιώκουν διάλογο με Ορθοδόξους συχνά χρησιμοποιούν
κάποια μετάφραση της Αγίας Γραφής, και όχι το πρωτότυπο κείμενο, συχνά με τη
δικαιολογία ότι «είναι πιο κατανοητή». Μόνο που σχεδόν πάντα πρόκειται για
ερμηνεία και όχι για απλή μετάφραση, και άρα έχει δεχτεί προσθήκες, οι οποίες
συχνά αλλοιώνουν το νόημα των εδαφίων. Εάν χρειαστεί να ανοίξει κανείς τέτοιο
διάλογο, θα πρέπει να επιμείνει στη χρήση του πρωτοτύπου κειμένου.
Άλλο ένα θέμα που πιθανώς θα
αντιμετωπίσει κανείς είναι ο ισχυρισμός πολλών προτεσταντικών χώρων για δήθεν
«αποστασία της Εκκλησίας». Σύμφωνα με αυτόν, μετά το θάνατο των αποστόλων
υπήρξε μια εισροή ειδωλολατρικών διδασκαλιών και η Εκκλησία έχασε τον
προσανατολισμό της, με αποκορύφωμα την Α’ Οικουμενική Σύνοδο στην οποία
(υποτίθεται) ο Μέγας Κωνσταντίνος επέβαλλε τις απόψεις του και μετέτρεψε την
Εκκλησία σε κρατικό όργανο υπό τον έλεγχό του. Με αυτή τη δικαιολογία
απορρίπτουν την ερμηνεία των Πατέρων, αφού η Εκκλησία βρισκόταν δήθεν σε πλάνη.
Φυσικά μια μελέτη των γεγονότων αποδεικνύει το πόσο σαθροί είναι τέτοιοι
ισχυρισμοί, καθώς η Αγία Γραφή βεβαιώνει ότι η Εκκλησία «μένει εις τον αιώνα»
και ότι «πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής». Επίσης είναι μάλλον αστείο το
γεγονός ότι ενώ θεωρούν τους Πατέρες πλανεμένους εν τούτοις δέχονται τον Κανόνα
που αυτοί συνέταξαν ως ορθό.
Συμπέρασμα: η Αγία
Γραφή περιέχει το σύνολο της αλήθειας και δεν επιδέχεται παρερμηνεία, εκτός και
αν κάποιος προσθέσει ξένα στοιχεία. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να θυμόμαστε
ότι η μόνη σωστή ερμηνεία είναι αυτή που έδωσαν οι Πατέρες που τη συνέταξαν,
και όχι η όποια προσπάθεια ατόμων εκτός Εκκλησίας που αδυνατούν να κατανοήσουν
και να δεχτούν τη διδασκαλία της.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
Ωραίο το άρθρο σου Τατιανή. Κάποια σχόλια.
ΑπάντησηΔιαγραφή1)Δεν υπάρχουν χριστιανικές ομολογίες. Υπάρχει ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός και οι αιρέσεις. Από τον καιρό της πρώτης Εκκλησίας, έτσι είχαν τα πράγματα.
2)Τα αιρετικά, απόκρυφα και ψευδεπίγραφα ευαγγέλια είναι όλα μεταγενέστερα χρονικώς των κανονικών τεσσάρων και εκφράζουν κυρίως γνωστικές θέσεις. Η Καινή Διαθήκη συντάχθηκε πλήρως κατά την περίοδο 50-100μ.Χ.
3)Οι αυθεντικοί ερμηνευτές της Αγίας Γραφής είναι οι Πατέρες της Εκκλησίας. Κάθε νέα επιστημονική μελέτη, οφείλει πρώτα να εξετάζει την παράδοση και μετά να οδηγείται σε νέα πορίσματα. Η Παράδοση της Εκκλησίας αποτελεί τη φυσική συνέχεια της αποστολικής παράδοσης του αρχέγονου Χριστιανισμού. Οι Πατέρες της Εκκλησίας ερμηνεύουν τις Γραφές. Όταν λέμε ότι οι Γραφές είναι θεόπνευστες δεν εννοούμε ότι εκεί μέσα είναι τα πάντα γραμμένα (κατά γράμμα). Για αυτό οι δογματικές αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων λειτουργούν οργανικά και συμπληρωματικά σε μία ενότητα μαζί με την Αγία Γραφή, η οποία περιέχει έστω και σκιωδώς όλες τις δογματικές αλήθειες και το περιεχόμενό τους.
4)Η Αγία Γραφή αναφέρει ότι «ἐστι δυσνόητά τινα, ἃ οἱ ἀμαθεῖς καὶ ἀστήρικτοι στρεβλοῦσιν ὡς καὶ τὰς λοιπὰς γραφὰς πρὸς τὴν ἰδίαν αὐτῶν ἀπώλειαν». Σύμφωνα με αυτό το χωρίο, η Αγία Γραφή για να κατανοηθεί σωστά, θα πρέπει να διαβάζεται με προσευχή και ταπείνωση από τον αναγνώστη, ώστε ο Θεός να του αποκαλύψει την αλήθεια.
5)Η Αγία Γραφή είναι ο βασικός και ο πλέον καθοριστικός παράγοντας έκφρασης των δογματικών διατυπώσεων της Εκκλησίας. Οι Πατέρες είχαν άριστη γνώση αυτής(Παλαιάς και Καινής Διαθήκης). Όσο πιο πολύ εμβαθύνει προσεκτικά κανείς και με επιμέλεια στις Γραφές, τόσο καλύτερα αναγνωρίζει την υπό το γράμμα (Ορθόδοξη) πνευματικότητα των Γραφών. Βλέπουμε, με αυτόν τον τρόπο, από πολλά χωρία όπως (και σε άλλα), «ἐγὼ καὶ ὁ πατὴρ ἕν ἐσμεν», «πάντα ὅσα ἔχει ὁ πατὴρ ἐμά ἐστι», «ὁ ἑωρακὼς ἐμὲ ἑώρακε τὸν πατέρα», «ἵνα πάντες ἓν ὦσι, καθὼς σύ, πάτερ, ἐν ἐμοὶ κἀγὼ ἐν σοί», ότι στην ουσία απαντάει το «ομοούσιον» μέσα στις Γραφές κατά περιεχόμενο κι ας μην καταγράφεται η συγκεκριμένη λέξη κατά γράμμα μέσα στις Γραφές. Αυτή ακριβώς η πνευματικότητα (από το Άγιο Πνεύμα) φωνάζει για το ομοούσιο της θεότητας των προσώπων της Αγίας Τριάδος και διαχωρίζει τις αιρέσεις καθώς και τα κανονικά από τα αιρετικά ευαγγέλια. Έτσι, οι Πατέρες αναλογιζόμενοι σύνολη την Αγία Γραφή, δικαίως κατέληξαν στο Ομοούσιο της Τριάδος στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας.
Ευχαριστώ. Χάρις ὑμῖν καὶ εἰρήνη ἀπὸ θεοῦ πατρὸς ἡμῶν καὶ κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ιωάννης
Ευχαριστώ θερμά, Ιωάννη...
ΑπάντησηΔιαγραφήΠιστεύω ότι τα "κάποια σχόλιά" σου συμπλήρωσαν με τον καλύτερο τρόπο τα κενά και τις ελλείψεις του άρθρου, έτσι ώστε να μην αφήνει πια αμφιβολίες για το ποια είναι η πίστη μας, η πίστη των Ορθοδόξων, η πίστη της Εκκλησίας...
Το θέμα ξεκαθαρίζεται πλήρως χωρίς "Ενοχές" και χωρίς "Μυστικά"...
Ευχαριστώ...
Το άρθρο είναι πάρα πολύ καλό, μια ταπεινή παρατήρηση για ένα σχόλιο του κυρίου Ιωάννη,συναντάμε πολλές φορές αιρετικούς οι οποίοι όταν ρωτουνται περί του κανονος της καινης διαθήκης λένε ακριβώς τα ίδια με την παρατήρηση σας (2) απλά να συμπληρώσω ότι ναι μεν τα κείμενα εείναι γραμμένα το 50-100 με.Χ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑλλά οι πατέρες της εκκλησίας συνέταξαν τον κανόνα εν αγιω πνεύματι, διότι αυτό είναι το μεγάλο αγκάθι των αιρετικων ότι οι κατ αυτούς αποστάτες συνέταξαν την αγία γραφή όπως είναι σήμερα
Έχεις δίκιο "δόκιμε"... Το Άγιο Πνεύμα μένει στην Εκκλησία... στις άλλες "ομολογίες" εκδηλώνονται κι εκεί "πνεύματα"... ειδικά στους πεντηκοστιανούς... αλλά, ας μη το σχολιάσουμε καλύτερα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλησπέρα. Υπάρχει στο διαδίκτυο κάπου, η αγία γραφή μεταφρασμένη στη δημοτική; online εννοώ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚύριε Ιωάννη καλησπέρα. Μπορείτε να τη βρείτε εδώ:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttps://dlscrib.com/queue/-_5a8ab884e2b6f58b598c2efe_pdf?queue_id=5a8ab8cce2b6f555248c2f7f