Σελίδες

28 Φεβ 2016

ΤΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΟΥΝ ΚΑΙ ΠΩΣ ΤΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΑΝ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΟΙ ΤΟΥ


Κεντρικό μήνυμα της διδασκαλίας του Χριστού όπως περιγράφεται από τους ιερούς ευαγγελιστές στην Καινή Διαθήκη, ήταν ο ερχομός του καινούργιου κόσμου, δηλαδή η φανέρωση της Βασιλείας του Θεού. Η διδασκαλία αυτή συμπληρώνονταν με θεαματικό και παραστατικό τρόπο με την επιτέλεση από μέρος του Κυρίου θαυμαστών γεγονότων και πράξεων που μας είναι γνωστά ως θαύματα...
Οι ιεροί ευαγγελιστές διηγούνται 40 περίπου  συγκεκριμένα θαύματα. Από αυτά, κάποια είναι θεραπείες από ασθένειες όπως λόγου χάρη η θεραπεία του παραλυτικού, του τυφλού, των 10 λεπρών κ.λ.π., άλλα απελευθέρωση από δαιμόνια όπως λόγου χάρη η θεραπεία του δαιμονιζόμενου νέου στην περιοχή των Γαδάρων, απαλλαγή από φυσικούς κινδύνους όπως η κατάπαυση της τρικυμίας στην λίμνη Γεννησαρέτ και άλλα, αναστάσεις νεκρών όπως η ανάσταση του Λαζάρου ή η ανάσταση του νεκρού νεανία μονάκριβου γιου της χήρας από την Ναΐν, μια πόλη κοντά στο όρος Θαβώρ.
Ο Κύριος όμως, εκτός από ατομικά θαύματα επιτέλεσε και πολλές συλλογικές θαυματουργικές πράξεις «και η φήμη του διαδόθηκε σε όλη την Συρία και του έφεραν όλους όσοι έπασχαν από διάφορες αρρώστιες και όλους όσοι βασανίζονταν από ασθένειες, όσους ήταν δαιμονιζόμενοι και σεληνιαζόμενοι και παραλυτικοί, και τους θεράπευσε» Ματθαίος 4:24, «όταν βράδιασε και έδυσε ο ήλιος, του έφεραν όλους τους ασθενείς και τους δαιμονισμένους και όλη η πόλη είχε μαζευτεί κοντά στην πόρτα. Και θεράπευσε πολλούς που υπέφεραν από διάφορες ασθένειες και πολλά δαιμόνια έβγαζε και δεν άφηνε τα δαιμόνια να μιλούν, διότι τον γνώριζαν ότι είναι ο Χριστός» Μάρκος 1:32, κ.λ.π.
Κάλλιστα λοιπόν ευσταθεί η παρατήρηση του Λουκά δια του στόματος του Απόστολου Πέτρου για τον Ιησού στις Πράξεις των Αποστόλων, πως ο Κύριος πέρασε την ζωή του «ευεργετών και θεραπεύων όλους τους καταδυναστευόμενους από τον διάβολο, γιατί ο Θεός ήταν μαζί του» Πράξεις 10:38. Πρέπει να ληφθεί υπόψη, πως από τα πολυάριθμα θαύματα οι ιεροί ευαγγελιστές σταχυολογούν και διασώζουν ορισμένα μόνον αντιπροσωπευτικά, με απώτερο σκοπό να μας πουν ποιος ήταν ο Ιησούς Χριστός και τι σήμαινε η προσωπικότητά του και το έργο του για τους ανθρώπους. Όσον αφορά τώρα την ορολογία για τα θαύματα την αποδίδουν με τις εξής εκφράσεις: θαυμάσια, σημεία (όρος αγαπητός στο Ιωάννειο Ευαγγέλιο), δυνάμεις, τέρατα, παράδοξα, έργα κ.λ.π.
Η επιτέλεση των θαυμάτων από το Χριστό προκαλεί στους ανθρώπους και στον απλό λαό αισθήματα χαράς και θαυμασμού με αποτέλεσμα να δοξάζει τον Θεό, διότι αναγνωρίζει στα έργα αυτά την παρουσία και την δύναμη του. Αντίθετα η άρχουσα τάξη και ιδιαίτερα οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι μη μπορώντας να αρνηθούν βεβαίως την πραγματικότητα αυτών των θαυμαστών έργων, τα αποδίδουν στην συνεργασία του Χριστού με τον «άρχοντα των δαιμονίων» Βεελζεβούλ «οι δε Φαρισαίοι όταν άκουσαν αυτά είπαν “αυτός δεν διώχνει τα δαιμόνια παρά δια του Βεελζεβούλ, του άρχοντα των δαιμονίων”» Ματθαίος 12:24. Αλλά και οι συντοπίτες του Χριστού Ναζωραίοι, δυσπιστούν απέναντι στα θαύματα του και αρνούνται να τα δεχτούν αφού έλεγαν, πως δεν είναι δυνατόν να κατέχει θαυματουργικές δυνάμεις ο γιος του ξυλουργού Ιωσήφ και της νοικοκυράς Μαριάμ.
Ας δούμε όμως τώρα, τι σημαίνουν θεολογικά τα θαύματα του Ιησού, τα οποία μας διηγούνται οι ευαγγελιστές.
1. Τα θαύματα είναι κυρίως και κατ’ εξοχήν σημεία μεσσιανικά δηλαδή αποδείξεις πως στο πρόσωπο του ανθρώπου Ιησού εμφανίζεται ο από αιώνων αναμενόμενος Μεσσίας του ανθρώπινου γένους. Αυτός που επιτελεί τα παράδοξα και θαυμαστά αυτά έργα, δεν είναι ένας οποιοσδήποτε θαυματοποιός αλλά ο αναγγελλόμενος υπό του Θεού Μεσσίας, ο οποίος αναμένονταν να έλθει για να δώσει φως στους τυφλούς – σύμφωνα με τον προφήτη Ησαΐα – την ελευθερία σε όσους ήταν αιχμάλωτοι στον διάβολο, την υγεία σε όσους ήταν ασθενείς. Άλλωστε ο ίδιος ο Ιησούς σε διάφορες περιστάσεις όπως στο πρώτο κήρυγμά του στη συναγωγή της Ναζαρέτ ή στη συζήτηση με τους απεσταλμένους μαθητές από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή θεωρεί και δηλώνει πως οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης πραγματοποιούνται στο έργο του. Δεν είναι λοιπόν τα θαύματα απλώς εκφράσεις συμπάθειας προς αυτούς που υποφέρουν, απόρροια φιλανθρωπικών αισθημάτων προς αυτούς, αλλά «σημεία», σημάδια δηλαδή, της νέας εποχής, της βασιλείας του Θεού, αποδείξεις της μεσσιανικής ιδιότητας και εξουσίας του Χριστού.
2. Συνεπάγεται λοιπόν, πως τα θαύματα εγκαινιάζουν μια νέα εποχή στην ανθρωπότητα, μια νέα πραγματικότητα, η οποία όμως δεν επικράτησε ακόμη γενικά και οριστικά. Είναι λοιπόν τα θαύματα δείκτες της νέας αυτής πραγματικότητας. Ένα είδους παραθύρων μέσα από τα οποία βλέπουμε πως θα είναι η τελική κατάσταση της βασιλείας του Θεού. Όλα αυτά τα χρόνια προ της έλευσης του Μεσσία, βασίλευε ο σατανάς στους ανθρώπους με όλες τις συνέπειες της κυριαρχίας αυτού όπως η ασθένεια, ο πόνος, η φθορά και ο θάνατος. Στη βασιλεία του Θεού που αποκαλύπτει ο Χριστός υποχωρεί η ασθένεια, ο πόνος, η φθορά και τελικά ο θάνατος: «Τότε είδα ένα καινούργιο ουρανό και μια καινούργια γη … Τότε άκουσα μια δυνατή φωνή απ’ τον ουρανό να λέει: “Τώρα πια η κατοικία του Θεού είναι μαζί με τους ανθρώπους. Θα κατοικήσει μαζί τους, και αυτοί θα αποτελούν τον λαό του. Ο ίδιος ο Θεός θα είναι μαζί τους, θα διώξει κάθε δάκρυ από τα μάτια τους, κι ο θάνατος δεν θα υπάρχει πια˙ ούτε πένθος ούτε κλάμα ούτε πόνος θα υπάρχει πια, γιατί τα παλιά πέρασαν”. Και είπε αυτός που καθόταν στον θρόνο: “Τώρα όλα τα κάνω καινούργια”» Αποκάλυψη 21: 1.3 – 5. Αυτή θα είναι η τελική κατάσταση, στο «αρχαίο κάλλος» του παραδείσου, και μια πρόγευση αυτής της κατάστασης μας επιτρέπουν να πάρουμε τα επιτελούμενα υπό του Χριστού θαύματα.
3. Τα θαύματα πραγματοποιούνται από τον Μεσσία μετ’ εξουσίας, κάτι που δεν είχε γίνει ποτέ και από κανέναν μέχρι τότε, είτε δια απλής προσταγής που μπορεί να είναι εξ αποστάσεως όπως στην θεραπεία του δούλου του εκατόνταρχου ή από πλησίον όπως στην γαλήνευση της τρικυμισμένης λίμνης Γεννησαρέτ, είτε με κάποια πράξη όπως η επίχριση με πηλό στους οφθαλμούς του εκ γενετής τυφλού ή η θέση της χειρός του στο κεφάλι του ασθενούς, στο χέρι του, στα αυτιά του κ.λ.π. Βλέποντας κάποιος τις περιπτώσεις αυτές των θαυμάτων δεν μπορεί παρά να τις συσχετίσει με ανάλογες περιπτώσεις από το δημιουργικό έργο του Θεού όπως αυτό περιγράφεται στο πρώτο κεφάλαιο του βιβλίου της Γένεσης. Όπως δηλαδή ο Θεός με τον λόγο του δημιουργεί τα πάντα ή πλάθει τον άνθρωπο από το χώμα, παρόμοια και ο Υιός του Θεού, αναδημιουργεί τον άνθρωπο που έχει φθαρεί και κακοποιηθεί από την αμαρτία, με τον ζωοποιό λόγο του ή με κάποια πράξη. Δέον να ληφθεί υπόψη πως σχεδόν σε καμία περίπτωση τα θαύματα που πραγματοποιούνται έχουν χαρακτήρα θεαματικό ή εντυπωσιακό. Αντίθετα, όπως μας διηγούνται οι ευαγγελιστές, τις περισσότερες φορές ο Χριστός απομακρύνεται από το πλήθος για να θαυματουργήσει ή ζητά να τηρηθεί μυστικότητα από τη μεριά των θεραπευθέντων. Δεν έχει δηλαδή σκοπό ο Χριστός να προκαλέσει εντυπώσεις, αλλά να προσκαλέσει σε μετάνοια εν όψει της βασιλείας του Θεού η οποία «ήγγικεν».
4. Καίριο και κεντρικό ρόλο στην επιτέλεση θαύματος από τον Χριστό παίζει η πίστη. Έτσι πριν θαυματουργήσει ο Κύριος ρωτά για την πίστη του αρρώστου, τον οποίον έχει μπροστά του ή για την πίστη των οικείων που τον συνοδεύουν. Σε άλλες περιπτώσεις, λέει στον θεραπευθέντα ή την θεραπευθείσα «η πίστη σου σε έσωσε», θεωρώντας έτσι την πίστη ως προϋπόθεση του θαύματος. Αλλά γιατί ο Κύριος ζητά την πίστη από τον ασθενή ή τους οικείους του για να τον θεραπεύσει; Μας το εξηγεί πολύ όμορφα ο επίσκοπος Σουρώζ Αντώνιο Bloom: «Πολύ συχνά, ικετεύουμε το Θεό λέγοντας: “Θεέ μου, αν θέλεις, αν μπορείς … αν …”» ακριβώς σαν τον πατέρα που λέει στο Χριστό: “ Οι μαθητές Σου δεν μπόρεσαν να θεραπεύσουν το παιδί μου. Αν Συ μπορείς να κάνεις κάτι, κάνε το” (Ματθ. 9,22). Ο Χριστός απαντάει μ’ ένα άλλο “εάν”. Εάν πιστεύεις, έστω και λίγο, “όλα είναι δυνατά σε κείνον που πιστεύει”. Τότε ο άνθρωπος λέει: “Πιστεύω, Κύριε, βοήθησε την απιστία μου”. Το ένα “εάν” βρίσκεται σε άμεση σχέση με το άλλο. Γιατί, αν δεν υπάρχει πίστη, δεν δίνει ο άνθρωπος στο Θεό τη δυνατότητα να επέμβει ουσιαστικά και ρυθμιστικά στα πράγματα.
Το γεγονός ότι στρέφεται κανείς στο Θεό θα μπορούσε να θεωρηθεί μια απόδειξη της πίστεώς του, αλλά αυτό δεν είναι απόλυτο. Πιστεύουμε και δεν πιστεύουμε την ίδια στιγμή και το πόσο πιστεύουμε φαίνεται από το πόσο ξεπερνάμε τις αμφιβολίες μας. Όταν λέμε: “Ναι, αμφιβάλλω, αλλά πιστεύω στην αγάπη του Θεού περισσότερο απ’ όσο εμπιστεύομαι στις αμφιβολίες μου”, τότε δίνω στο Θεό τη δυνατότητα να ενεργήσει».
Αντίθετα, οι σύγχρονοι του Χριστού Φαρισαίοι ζητούν να δουν θαύματα για να πιστέψουν, κάτι που αρνείται βεβαίως ο Χριστός, γιατί η πίστη αυτή θα ήταν προϊόν εξαναγκασμού και όχι ελευθερίας: «Τότε έλαβαν τον λόγο μερικοί από τους γραμματείς και τους Φαρισαίους και είπαν “Διδάσκαλε, θέλουμε να δούμε από σένα ένα θαύμα”. Εκείνος δε τους αποκρίθηκε, “Η γενεά η πονηρή και η μοιχαλίδα ζητεί θαύμα, και θαύμα δεν θα της δοθεί άλλο παρά του Ιωνά του προφήτη”» Ματθαίος 12:38 –40. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Ιωάννη Δ. Καραβιδόπουλου, «Ερμηνεία εις το Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον»
2. Αρχιεπ. Άντονυ Bloom, «Ζωντανή Προσευχή»   
3. Εγχειρίδιο Θρησκευτικών Β΄ Γυμνασίου 2001
 
 
 
 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.