Σελίδες

27 Αυγ 2017

Η ΔΙΑΔΟΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΥ ΣΤΗΝ ΔΥΤΙΚΗ ΕΥΡΩΠΗ, ΟΙ ΔΙΩΓΜΟΙ ΚΑΙ ΟΙ ΕΞΕΧΟΥΣΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΑΥΤΗΣ




Στην Μασσαλία της Γαλλίας, φέρνουν το σωτηριώδες μήνυμα του Ευαγγελίου – σύμφωνα με την παράδοση – ο αναστημένος από τον Κύριο, Λάζαρος και οι αδελφές του Μαρία και Μάρθα, καθώς επίσης και στην πόλη της Αρελάτης σημερινό Arles, ο καταγόμενος από την Έφεσο, απόστολος και συνεργάτης του Παύλου, Τρόφιμος. Ήδη από τα μέσα του 2ου αιώνα, υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες, που βεβαιώνουν για την ύπαρξη χριστιανικών κοινοτήτων που ακμάζουν, όχι μόνο στις δύο παραπάνω πόλεις, αλλά και στο Λούγδουνο σημερινή Lyon, στο οποίο υπήρχε έντονη ελληνική παρουσία και διατήρηση στενών δεσμών με τις χριστιανικές κοινότητες της Μικράς Ασίας...

Ο ιστορικός της Εκκλησίας Ευσέβιος Καισαρείας διέσωσε μια εκτενή επιστολή των χριστιανών της Lyon και της Βιέννης προς τις Εκκλησίες της Μικράς Ασίας και Φρυγίας, που αναφέρεται στο μαρτύριο που υπέστησαν εκεί πολλοί Μικρασιάτες χριστιανοί το έτος 177 μ.Χ., με τον γέροντα επίσκοπό τους Ποθεινό που ήταν ήδη 90 ετών, τον προκάτοχο του Ειρηναίου. Μεταξύ των 48 μαρτύρων που μαρτύρησαν για την πίστη του Κυρίου, άλλοι με αποκεφαλισμό, άλλοι γινόμενοι βορά στα άγρια θηρία και άλλοι από τις κακουχίες της φυλακής, συγκαταλέγονται ο Σάγκτος διάκονος στην Εκκλησία της Βιέννης, ο Μάτουρος, η Βλανδίνα, η Βιβλίδα, ο Άτταλος και ο Αλέξανδρος.
Το ότι το μήνυμα του Ευαγγελίου είχε εξαπλωθεί ήδη από τους πρώτες αιώνες σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης, φαίνεται και από τη δήλωση του επισκόπου Καρχηδόνας Κυπριανού, ο οποίος βεβαιώνει πως στα μέσα του 3ου αιώνα υπήρχαν στην ευρύτερη περιοχή της Lyon αρκετοί επίσκοποι. Επίσης στις αρχές του 4ου αιώνα, στην Σύνοδο που συνεκλήθη στην περιοχή της Προβηγκίας στα νότια της Γαλλίας, στην πόλη της Αρελάτης σημερινή Arles το 314 μ.Χ., έλαβαν μέρος 16 επίσκοποι από την Γαλατία, τη Βρετανία, την Υόρκη, το Λονδίνο και το Λίνκολ, κάτι που αποδεικνύει για την ύπαρξη χριστιανικής παρουσίας στις περιοχές αυτές, ήδη από τον 2ο αιώνα. Ενισχυτικό αυτού είναι και το γεγονός, πως στον μεγάλο διωγμό που εξαπέλυσε ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός (303 μ.Χ.), μαρτύρησαν πολλοί χριστιανοί από τη Γαλλία και τη Βρετανία.
Το έτος 177 μ.Χ., είναι από τα πιο σημαντικά έτη για τον Χριστιανισμό της Δύσης. Γιατί φθάνει στην πόλη της Lyon – κάτω από αδιευκρίνιστες μέχρι σήμερα συνθήκες – ως πρεσβύτερος, μία από τις μεγαλύτερες μορφές του πρωτοχριστιανισμού και της Εκκλησιαστικής Γραμματείας, ο οποίος υπήρξε και σφοδρός πολέμιος των αιρέσεων που νόθευαν το χριστιανικό μήνυμα. Ο ελληνικής καταγωγής Ειρηναίος. Προερχόταν από την Μικρά Ασία και μάλλον γεννήθηκε στη Σμύρνη γύρω στο 140 μ.Χ., από γονείς που προφανώς ήταν χριστιανοί, αφού όπως μας πληροφορεί και ο ίδιος μαθήτευσε κοντά στον Πολύκαρπο Σμύρνης από μικρή ακόμα ηλικία. Ο Ιερώνυμος μας διασώζει την πληροφορία, πως ο Ειρηναίος υπήρξε μαθητής και του Παπία Ιεραπόλεως. Από όσα συγγράμματα του μας διασώθηκαν, διαφαίνεται πως έλαβε καλή μόρφωση, αφού παρουσιάζεται σ’ αυτά ως άριστος γνώστης των ελληνικών, της κλασσικής παιδείας, της ρητορικής και της φιλοσοφίας.
Η χριστιανική κοινότητα της Lyon, η οποία την περίοδο αυτή είχε έντονη ελληνική παρουσία, αλλά και ο επίσκοπος της Ποθεινός εκτιμούσαν ιδιαίτερα τον Ειρηναίο. Μάλιστα όταν χήρεψε ο επισκοπικός θρόνος της, λόγω του μαρτυρικού θανάτου του γέροντα Ποθεινού, εκλέχτηκε επίσκοπος (177 ή 178 μ.Χ.). Γράφει ο Ευσέβιος Καισαρείας για την εκλογή του: “Αφού ο Ποθεινός πέθανε μαζί με τους μάρτυρες της Γαλλίας σε ηλικία ενενήντα ετών, ανέλαβε ως διάδοχος αυτού την επισκοπή της παροικίας της Λυών ο Ειρηναίος. Μάθαμε δε ότι αυτός κατά την νεανικήν του ηλικία ήταν ακουστής του Πολυκάρπου”. Εκκλησιαστική Ιστορία Ε΄, 5, 8.
Ως επίσκοπος, εργάστηκε με ιδιαίτερο ζήλο για τη διάδοση του Ευαγγελίου σε ολόκληρη τη Γαλλία και πιθανόν να έφτασε και μέχρι την Βιέννη. Όταν ξέσπασε η διαμάχη στους κόλπους της Εκκλησίας, για το αν το Πάσχα πρέπει να γιορτάζεται την ίδια ημερομηνία με τους Ιουδαίους ή διαφορετική, προσπάθησε να είναι ενωτικός στις απειλούμενες διαιρέσεις των χριστιανών, συμβάλλοντας έτσι στην ειρήνη της Εκκλησίας. Ήταν από τους πρώτους που αντιμετώπισε με επιτυχία την φοβερή αίρεση εκείνης της εποχής τον γνωστικισμό, ένα αρχαίο ανατολίτικο συγκρητιστικό – δυιστικό  σύστημα, θρησκευτικού και φιλοσοφικού χαρακτήρα, ο οποίος ως άλλος χαμαιλέοντας παρουσιαζόταν με χριστιανική μορφή.
Ο Ειρηναίος υπέστη μαρτυρικό θάνατο για την πίστη του Χριστού, στον διωγμό που εξαπέλυσε εναντίον των Χριστιανών ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Σέπτιμος Σεβήρος το 202 μ.Χ. Ήταν παραγωγικός συγγραφέας και έγραψε τα συγγράμματα του στην ελληνική γλώσσα. Δυστυχώς για μας, τα περισσότερα από τα έργα του δεν διασώθηκαν. Μόνο ένα μικρό μέρος σε αποσπάσματα από την εργογραφία του διασώθηκε και σε λατινικές, αρμενικές και συριακές μεταφράσεις. Ασχολήθηκε – όπως προαναφέραμε – κυρίως με την αντιαιρετική γραμματεία, ενώ επιχείρησε να συστηματοποιήσει, για πρώτη φορά τη χριστιανική διδασκαλία.
Τα διασωθέντα συγγράμματα του είναι: “Έλεγχος και ανατροπή της ψευδωνύμου γνώσεως (Adversus haereses)” και “Επίδειξις του αποστολικού κηρύγματος”. Το πρώτο σώθηκε ολόκληρο σε λατινική μετάφραση και ένα μόνο μικρό απόσπασμα στην πρωτότυπη ελληνική γλώσσα, ενώ το δεύτερο ανακαλύφτηκε το 1904 σε αρμενική μετάφραση.
Υπήρξε ο πρώτος συστηματικός θεολόγος της παράδοσης. Ξέφυγε από το καθιερωμένο απολογητικό πλαίσιο που χρησιμοποιούσαν οι σύγχρονοί του συγγραφείς απέναντι στις κατηγορίες και τις λοιδορίες των Εθνικών συγγραφέων και φιλοσόφων για τον Χριστιανισμό και τεκμηρίωσε την διδασκαλία του σε ευχαριστιακή βάση. Αντιμετώπισε την αίρεση του γνωστικισμού με ισχυρά θεολογικά επιχειρήματα, χωρίς ιδιαίτερους ρητορισμούς και φιλοσοφική εμμονή, αλλά στηριζόμενος στην προγενέστερη αποστολική και μεταποστολική διδασκαλία.
Διατύπωσε επίσης με καθαρότητα, μια πρώιμη για την εποχή της Τριαδολογία, που την διέκρινε όμως, μια εκατό τοις εκατό Ορθοδοξία. Η μεγάλη του προσφορά ήταν, πως έκανε διάκριση στα τρία πρόσωπα της θεότητας (Πατέρα – Υιό – Άγιο Πνεύμα), χωρίς να τα συγχέει. Δίδασκε πως ο Πατέρας με την συμμετοχή του Υιού – Λόγου και του Αγίου Πνεύματος, δημιούργησε τον κόσμο με τις άκτιστες ενέργειές Του και όχι με κτιστά μέσα. Έδωσε και μια όμορφη εικόνα περιγράφοντας τις ενδοτριαδικές σχέσεις, αφού παρουσίασε τη σχέση του Πατέρα με τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα όμοια με εκείνη των χεριών στο ανθρώπινο σώμα. Έτσι διασφάλισε την ετερότητα των θείων προσώπων, αλλά διασφάλισε και την ταυτότητα της ουσίας της Αγίας Τριάδας.
Ο Ειρηναίος υπήρξε ο εισηγητής της θεολογικής εκείνης θέσης, πως το θεανθρώπινο πρόσωπο του Χριστού ανακεφαλαιώνει την σωτηρία όλης της κτίσης και πως ο άνθρωπος ανακαινιζόμενος εν Χριστώ και όντας εικόνα του Θεού οδηγείται προς ομοίωση του αρχετύπου του. Όμως, αυτή η ολοκλήρωση, της σωτηριώδους θείας οικονομίας δεν μπορεί παρά να πραγματοποιηθεί μόνο κατά τους έσχατους καιρούς.
Η ενανθρώπιση του Κυρίου συνιστά τον ουσιαστικό παράγοντα σωτηρίας και δίνει νόημα στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, αφού μέσω αυτού ο άνθρωπος συμμετέχει ελεύθερα και αυτεξούσια στην ολόφωτη μακαριότητα του Θεού. Με αυτή του την διδασκαλία, εγκαινίασε την ευχαριστιακή ανθρωπολογία, η οποία με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος καταξιώνει τον άνθρωπο ως δημιούργημα του Θεού.
Μεγάλη υπήρξε η συμβολή του Ειρηναίου και στην Εκκλησιολογία. Θεωρεί την Εκκλησία ως εγγυήτρια της αλήθειας και ως αντανάκλαση της θείας ενότητας. Η αλήθεια αυτή διασφαλίζεται από κάθε τοπική Εκκλησία, αφού οι ποιμένες της, ως διάδοχοι των Αποστόλων, πιστοποιούν την γνησιότητα της πίστης σε κάθε τοπική Εκκλησιαστική κοινότητα με αναφορά στην Καθολική Εκκλησία. Γι’ αυτό και η απόδοση του πρωτείου αλήθειας στην Εκκλησία της Ρώμης, εξαιτίας της αρχαίας αποστολικότητάς της, δεν συνιστά πρωτείο εξουσίας αλλά υποχρέωση για την τήρηση της αυθεντικότητας της αποστολικής παράδοσης.
Στα μέσα του 3ου αιώνα έζησε και έδρασε στη ρωμαϊκή επαρχία της Παννονίας, ο Βικτωρίνος που κατάγονταν από την Μικρά Ασία και έδρασε ως επίσκοπος Πεταβίου σημερινό Ptuj ή Pettau της Σλοβενίας. Διακρίνονταν για την μόρφωσή του και ήταν άριστος γνώστης της ελληνικής γλώσσας. Δυστυχώς, δεν έχουμε άλλες ακριβείς πληροφορίες για το πρόσωπό του και την δράση του, αλλά το μόνο σίγουρο είναι πως μαρτύρησε το έτος 304 μ.Χ. επί Διοκλητιανού.
Ο πατέρας της Δυτικής Εκκλησίας Ιερώνυμος μας διέσωσε την πληροφορία πως ο Βικτωρίνος υπήρξε ο πρώτος συστηματικός ερμηνευτής της Αγίας Γραφής, που έγραψε στην λατινική γλώσσα. Το μεγαλύτερο, όμως, τμήμα των αγιογραφικών ερμηνευτικών του υπομνημάτων έχει χαθεί. Από τα διασωθέντα συγγράμματα, ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα “Υπομνήματα στην Αποκάλυψη του Ιωάννη (Commentarii in Apocalypsim Iohannis)” και “Πραγματεία περί δημιουργίας του κόσμου (Tractatus de fabrica mundi)”. Στα έργα του υιοθέτησε κυρίως την ιστορικοφιλολογική μέθοδο, αλλά ήταν επίσης παρούσα η αλληγορική ερμηνευτική προσέγγιση, επηρεασμένος προφανώς από τον Ωριγένη, καθώς επίσης και οι χιλιαστικές απόψεις κάτι το οποίο παρατηρείται σε πολύ μικρότερο βαθμό βέβαια και στον Ειρηναίο. Οι ερευνητές έχουν εντοπίσει στα κείμενά του διάφορες επιδράσεις και από άλλους εκκλησιαστικούς συγγραφείς και συγκεκριμένα από τον Ειρηναίο, τον Ιππόλυτο Ρώμης, τον Παπία Ιεραπόλεως, ενώ είναι χαρακτηριστικό, πως απουσιάζει η χρήση από μέρους του, κειμένων και έργων Λατίνων εκκλησιαστικών συγγραφέων.
Από τα μέσα του 3ου αιώνα υπήρχαν οργανωμένες χριστιανικές κοινότητες στην Ιλλυρία και τη Δαλματία, ενώ μεγάλος αριθμός πιστών μαρτύρησε στο διωγμό του Διοκλητιανού. Ανάλογη ήταν η κατάσταση στη βόρεια Ιταλία και τη Γερμανία.
Στην Ισπανία έχουμε μαρτυρίες για ύπαρξη χριστιανών ήδη από την πρώτη εκατονταετηρίδα. Γιατί η παράδοση διέσωσε – άσχετα αν δέχεται ή όχι κάποιος την διάδοση του Χριστιανισμού από τον Παύλο – στα Συναξάρια το μαρτύριο δύο αδελφών, της Ξανθίππης και της Πολυξένης, που κατάγονταν από την Ισπανία και έζησαν στα χρόνια του αυτοκράτορα Κλαύδιου 41 – 54 μ.Χ. Η Ξανθίππη ήταν σύζυγος του Ρωμαίου επάρχου στην Ισπανία Πρόβου και φέρεται να μαθήτευσε κοντά στον απόστολο Παύλο. Η αδελφή της Πολυξένη γνώρισε τον Χριστιανισμό από τον απόστολο Φίλιππο στην Ελλάδα και γυρίζοντας στη χώρα της επιδόθηκε μαζί με την αδελφή της στον πνευματικό αγώνα. Εν πάση περιπτώσει, είναι βέβαιο γιατί το γνωρίζουμε πως από τον 2ο αιώνα υπήρχαν στην Ισπανία οργανωμένες χριστιανικές κοινότητες.
Επιπλέον έχουμε και την μαρτυρία του Κυπριανού Καρχηδόνας για την ύπαρξη Χριστιανών στην Ισπανία τα πρώιμα μετά Χριστόν χρόνια. Γιατί στον φοβερό διωγμό του Δεκίου το 251 μ.Χ., εστάλησαν από αυτόν επιστολές προς τους επισκόπους της Ισπανίας για την ενίσχυση των Χριστιανών που δοκιμάζονταν τόσο σκληρά. Μάλιστα υπήρξαν και μάρτυρες μεταξύ των επισκόπων, ο Βασιλείδης και ο Μαρτιάλης. Ακόμα, γύρω στο 300 μ.Χ., αναδείχθηκε επίσκοπος στην Κορδούη σημερινή Κόρδοβα ο Όσιος, μια μεγάλη και αξιοσέβαστη μορφή, αφού τον είχε για σύμβουλό του στα θρησκευτικά ζητήματα ο Μέγας Κωνσταντίνος. Στην δε Σύνοδο της Ελβίρας το έτος 306 μ.Χ., μαθαίνουμε πως έλαβαν μέρος από την Ισπανία 19 επίσκοποι και 24 πρεσβύτεροι.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Φώτιος Ιωαννίδης: Ο Χριστιανισμός κατά τους τρεις πρώτους αιώνες στη Δύση. Συλλογικός Τόμος «Ιστορία της Ορθοδοξίας, οι απαρχές του Χριστιανισμού.»
2. Ευσέβιος Καισαρείας: Εκκλησιαστική Ιστορία
 
 
 
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.