Η
Ορθόδοξη Εκκλησία σέβεται κάθε άλλο χριστιανικό δόγμα και κάθε άλλη θρησκεία. Η
Εκκλησία μας είναι χώρος αγάπης και ζωής, αφού ο φανατισμός και η μισαλλοδοξία
δεν έχουν καμιά σχέση με το ορθόδοξο ήθος, γιατί οδηγούν τον άνθρωπο στην
πνευματική τύφλωση και σε επικίνδυνα αδιέξοδα. Δεν ξεχνάμε πως ο Κύριός μας
μίλησε με φίλους και εχθρούς και μας τόνισε πως όλοι είμαστε αδέλφια, κτίση και
δημιουργία του Θεού, αφού όλοι έχουμε κοινό Πατέρα τον Θεό. Έτσι ο σεβασμός και
ο διάλογος με τους άλλους είναι απαραίτητη προϋπόθεση του ορθόδοξου ήθους...
Ενδεικτικό
των παραπάνω είναι η παραβολή που χρησιμοποίησε ο Χομιάκωφ [1] για να εξηγήσει την
Ορθόδοξη στάση απέναντι στους άλλους Χριστιανούς, σε ένα από τα γράμματά του: «Ένας μεγάλος τεχνίτης αναχώρησε, αφήνοντας
την τέχνη του στους τρεις μαθητές που είχε. Από αυτούς λοιπόν ο πιο μεγάλος
ακολούθησε πιστά ό,τι τον δίδαξε ο διδάσκαλός του, και δεν άλλαξε απολύτως
τίποτα. Από τους άλλους δύο μαθητές, ο ένας έκανε προσθήκες στην παραδοθείσα
τέχνη, ενώ ο άλλος αφαίρεσε από αυτή. Όταν μετά από καιρό επέστρεψε ο δάσκαλος,
χωρίς να θυμώσει με κανένα από τους τρεις, είπε στους δύο μικρότερους, “Ευχαριστήστε
τον μεγαλύτερο αδελφό σας˙ χωρίς αυτόν δεν θα είχατε διατηρήσει την αλήθεια που
σας παρέδωσα”. Κατόπιν στράφηκε στον μεγαλύτερο αδελφό και του είπε, “Ευχαρίστησε
τους μικρότερους αδελφούς σου˙ χωρίς αυτούς δεν θα είχες κατανοήσει την αλήθεια
που σου εμπιστεύτηκα”».
Οι
Ορθόδοξοι λοιπόν, με πνεύμα ταπείνωσης, θεωρούν τους εαυτούς τους πως
βρίσκονται στη θέση του μεγαλύτερου αδελφού. Πιστεύουν πως – με τη χάρη του
Θεού πάντα – μπόρεσαν να διατηρήσουν την αληθινή πίστη αλώβητη, «χωρίς να προσθέσουν, ούτε να αφαιρέσουν
κάτι». Ισχυρίζονται πως αποτελούν την ζωντανή συνέχιση της αρχαίας Εκκλησίας,
με την Παράδοση των Αποστόλων και των Πατέρων, και πιστεύουν πως σε μια
διασπασμένη και συγκεχυμένη Χριστιανοσύνη είναι καθήκον τους να γίνουν μάρτυρες
αυτής της συνεχούς Παράδοσης που έχουν διασώσει, η οποία, αν και παραμένει
αμετάβλητη, είναι πάντοτε νέα, ζωντανή και καινούργια.
Σήμερα
στη Δύση υπάρχουν πολλοί, από τη Ρωμαιοκαθολική και την Προτεσταντική πλευρά,
που κάνουν προσπάθεια να αποτινάξουν από πάνω τους τις «κρυσταλλώσεις και τις απολιθώσεις του δέκατου έκτου αιώνα», και
επιθυμούν να «περάσουν πίσω και πέρα από
τις οδυνηρές εμπειρίες της Μεταρρύθμισης και του Μεσαίωνα». Υπάρχουν
επίσης πολλοί δυτικοί Χριστιανοί, οι
οποίοι, αντιδρώντας στον ακραίο φιλελευθερισμό που έχουν εισάγει οι διάφορες
Προτεσταντικές ομολογίες και ομάδες, οι οποίες αμφισβητούν ακόμη και αυτή τη
βασική διδασκαλία της Αγίας Γραφής, εκφράζουν την έντονη επιθυμία να
ανακαλύψουν μια σταθερή εκκλησιαστική θέση που θα αποφεύγει τόσο τον ακραίο
φιλελευθερισμό όσο και τον θρησκευτικό ριζοσπαστισμό.
Και
αυτό είναι ακριβώς το σημείο στο οποίο μπορούν οι Ορθόδοξοι να βοηθήσουν
καταλυτικά. Διότι η Ορθοδοξία βρίσκεται έξω από τον κύκλο των ιδεών στον οποίο
εισήλθαν οι δυτικοί Χριστιανοί τους τελευταίους οχτώ αιώνες. Δεν πέρασε από την
σχολαστική επανάσταση, ούτε από τη Μεταρρύθμιση και την Αντιμεταρρύθμιση, αλλά
ζει ακόμη σ’ εκείνη την Παράδοση των Πατέρων, την οποία τόσοι πολλοί τώρα στη
Δύση επιθυμούν ν’ ανακαλύψουν. Γράφει επ’ αυτού σχετικά, ο μεγαλύτερος Ρουμάνος
θεολόγος του 20ου αιώνα π.
Δημήτριος Στανιλοάε [2] : «Η Ορθοδοξία μπορεί να αποδείξει και να
δραστηριοποιήσει την αγάπη της προς τους άλλους Χριστιανούς με άλλες πολύμορφες
εκδηλώσεις. Την αγάπη που της δίνεται από την Ευχαριστία. Δεν κλείνεται στον
εαυτό της, δεν μειώνει την τάση της προς την παγκοσμιότητα. Γιατί η αγάπη
ακριβώς αυτή μπορεί να ενώσει τα μέλη της, σαν μέλη ενός μόνου Σώματος του
Χριστού. Να ενώσει, όπως δεν ενοποιεί τους Καθολικούς ο Πάπας, όταν ισχυρίζεται
πως είναι θεμέλιο της Εκκλησίας. Να ενώσει, όπως δεν ενοποιούνται οι
Προτεστάντες, βάζοντας σα θεμέλιο μια προσωπική, νομοκανονική και
συναισθηματική αντίληψη της σωτηρίας» Για
έναν ορθόδοξο οικουμενισμό, σελ. 102.
Αυτός
λοιπόν είναι ο οικουμενικός ρόλος της Ορθοδοξίας: ν’ αμφισβητήσει τις δεδομένες
φόρμουλες της Λατινικής Δύσης, του Μεσαίωνα και της Μεταρρύθμισης. Ταυτόχρονα η
Ορθοδοξία, που βασίζεται όχι στο εξωτερικό γράμμα της Αγίας Γραφής αλλά πάνω
στον τρόπο με τον οποίο η Εκκλησία έχει βιώσει και ζήσει την Γραφή διαμέσου των
αιώνων, μπορεί να προσφέρει ένα μέσο δρόμο, μεταξύ της φανατικής προσκόλλησης
στο γράμμα αφενός και του αγνωστικισμού [3] των
ακραίων φιλελεύθερων αφετέρου.
Όμως,
αν εμείς οι Ορθόδοξοι θέλουμε να εκπληρώσουμε σωστά αυτόν τον ρόλο, οφείλουμε
να κατανοήσουμε την Παράδοση μας καλύτερα απ’ ό,τι είχαμε κάνει στο παρελθόν.
Σ’ αυτό με την σειρά της μπορεί να μας βοηθήσει η Δύση. Εμείς οι Ορθόδοξοι θα
πρέπει να ευχαριστήσουμε τους νεότερους αδελφούς μας, επειδή μέσα από την επαφή
μας με τους Χριστιανούς της Δύσης μπορέσαμε ν’ αποκτήσουμε μια καινούργια θέα
της Ορθοδοξίας.
Οι
δύο πλευρές μόλις τώρα αρχίζουν ν’ ανακαλύπτουν η μια την άλλη, και η καθεμιά
έχει πολλά να μάθει. Όπως στο παρελθόν η διαίρεση Ανατολής και Δύσης
αποδείχτηκε μεγάλη τραγωδία και αιτία μιας θλιβερής εκπτώχευσης και για τα δύο
μέρη, έτσι σήμερα η ανανέωση της επαφής μεταξύ Δύσης και Ανατολής αποδεικνύεται
ήδη ως πηγή αμοιβαίου πλουτισμού. Η Δύση με τα πρότυπα κριτικής των κειμένων
της Βίβλου, τις Βιβλικές και Πατερικές σπουδές, μπορεί να βοηθήσει τους
Ορθοδόξους να κατανοήσουν το ιστορικό υπόβαθρο της Αγίας Γραφής με καινούργιους
τρόπους, και να μελετήσουν τους Πατέρες με μεγαλύτερη ακρίβεια και
διάκριση.
Οι
Ορθόδοξοι με τη σειρά τους μπορούν να φέρουν στους δυτικούς Χριστιανούς μια
ανανεωμένη γνώση του εσωτερικού νοήματος της Παράδοσης, βοηθώντας τους να δουν
τους Πατέρες ως ζωντανή πραγματικότητα. Η Ρουμάνικη έκδοση της Φιλοκαλίας [4]
είναι μια απόδειξη για το αποτέλεσμα που μπορεί να προκύψει από το συνδυασμό
δυτικών μεθόδων κριτικής του κειμένου και παραδοσιακής Ορθόδοξης
πνευματικότητας, αφού όταν άρχισε να εκδίδεται το 1946 υπό την επιμέλεια του π. Δημητρίου Στανιλοάε δεν ήταν μια απλή
μετάφραση από τα ελληνικά, αλλά περιλάμβανε εισαγωγές και σημειώσεις από την
καλύτερη δυτική κριτική έρευνα και μια βαθιά εκτίμηση για αυτή την Ορθόδοξη
πνευματικότητα. Καθώς επίσης οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί αγωνίζονται να ανακαλύψουν
το σωτηριώδες μήνυμα της συχνής θείας Κοινωνίας, το παράδειγμα των Δυτικών
αδελφών τους ενεργεί ως ενθάρρυνση γι’ αυτούς. Από την άλλη πλευρά τώρα, οι
Δυτικοί Χριστιανοί ανακάλυψαν πως η προσευχή και η λατρεία τους βάθυνε πολύ,
όταν ήλθε σε επαφή με τις Ορθόδοξες εικόνες, τη νοερά προσευχή και τη Βυζαντινή
λειτουργία.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Χομιάκωφ: Ο Αλέξη
Χομιάκωφ (1804 – 1860) υπήρξε Ρώσος θεολόγος της λεγόμενης μεταπατερικής
θεολογίας και έπαιξε μεγάλο ρόλο στα ρωσικά θεολογικά γράμματα.
2. π. Δημήτριος
Στανιλοάε: Γεννήθηκε στην Τρανσυλβανία το 1903. Σπούδασε θεολογία στη περίφημη
θεολογική σχολή του Gernauti και αργότερα στην
Αθήνα, όπου έμαθε και την ελληνική γλώσσα. Ασχολήθηκε με την Παλαμική θεολογία
και τη Δογματική αφήνοντας πίσω του μνημειώδεις μελέτες. Κοιμήθηκε το 1993.
3. αγνωστικισμός:
Είναι η φιλοσοφική θεώρηση πως η αλήθεια ορισμένων μεταφυσικών υποθέσεων για
την ύπαρξη του Θεού είναι προς το παρόν είτε άγνωστη είτε απρόσιτη.
4. Φιλοκαλία: Είναι
μια συλλογή κειμένων των Πατέρων της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας,
ησυχαστικής παράδοσης, που γράφτηκαν από τον τέταρτο έως τον δέκατο πέμπτο
αιώνα για την χριστιανική προσευχή και την ζωή την αφιερωμένη στο Θεό. Το έργο
επιμελήθηκαν ο Νικόδημος ο Αγιορείτης και ο Μακάριος Νοταράς.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.
Κάλλιστος Ware, «Η Ορθόδοξη
Εκκλησία»
2.
Σχολικό Εγχειρίδιο Θρησκευτικών «Εκκλησία, η νέα κοινωνία σε πορεία»
Γ΄γυμνασίου, 2000
3. Ελληνική Βικιπαίδεια (Wikipedia) για τα κύρια ονόματα και
τους όρους που υπάρχουν στο άρθροΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
Πάρα πολύ όμορφο κείμενο! Επίσης, θα ήθελα να προσθέσω ότι χάρη στο ίντερνετ είναι πιο εύκολο να ανακαλύψει ο ένας τις παραδόσεις του άλλου. Έτσι, κάτω από βίντεο στο YouTube που παρουσιάζουν τους Χαιρετισμούς στην Παναγία μας σε διάφορες γλώσσες βλέπεις τον ενθουσιασμό των Καθολικών μας αδελφών που ανακαλύπτουν τον Ακάθιστο Ύμνο. Και μάλιστα κάποιοι έχουν και έννοια αν μπορούν να τον χρησιμοποιήσουν για να υμνήσουν την Παναγία, για να τους απαντήσουν άλλοι ομόδοξοί τους ότι ο Ύμνος γράφτηκε πριν το Σχίσμα των Εκκλησιών και ότι και οι Ορθόδοξοι σέβονται και τιμούν πολύ την Παναγία. Ανάλογες αντιδράσεις έχουμε και στην προσευχή του αγίου Νεκταρίου, "Αγνή Παρθένε Δέσποινα", όπου με χαρά οι Καθολκικοί ανακαλύπτουν ποιητικές εκφράσεις προς την Παναγία που χρησιμοποιούν και οι ίδιοι.
ΑπάντησηΔιαγραφή