Λέγοντας
θέωση, εννοούμε την πίστη τής συμμετοχής τής ανθρώπινης φύσης στη θεία φύση και
τη θεοποίηση του ανθρώπου, πίστη που θεωρείται ως ύψιστος σκοπός αυτού και η
οποία εμφανίζεται στους αρχαίους πολιτισμούς με διάφορες μορφές, λόγου χάρη με
την αντίληψη τής αποθέωσης κοινών θνητών, δηλαδή πως ένας άνθρωπος ευγενικής
καταγωγής ή επιφανής για τις πράξεις του, μπορεί να γίνει θεός. Στον
Χριστιανισμό η ιδέα αυτή παίρνει καινούργιο περιεχόμενο και συνδέεται άρρηκτα
με το απολυτρωτικό και σωτήριο έργο του Χριστού...
Κατά
τον Μέγα Αθανάσιο «ο Χριστός μάς
υιοποίησε με τον Πατέρα του και θεοποίησε τους ανθρώπους – όντας Θεός ύστερα
έγινε άνθρωπος, μάλλον για να μας θεοποιήσει» PG
25,192. Αλλά και κατά τον Γρηγόριο Νύσσης «ο
φανερωθείς Λόγος για αυτό ενώθηκε με την θνητή ανθρώπινη φύση, για να αποθεωθεί
το ανθρώπινο με την κοινωνία της θεότητας» PG
45,97.
Η θέωση αυτή νοείται ως δωρεά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος: «Χάρη έλαβαν οι άνθρωποι να καλούνται θεοί
και υιοί Θεού» PG 26,1004.
Δεν
πρόκειται βέβαια για πανθεϊστική ένωση του ανθρώπου με την απρόσιτη θεία ουσία,
αλλά για κοινωνία, που είναι συνάντηση με τις άκτιστες ενέργειες της αγάπης του
Τριαδικού Θεού. Η μυστική ένωση μεταξύ Θεού και ανθρώπου είναι μια αληθινή
ένωση, παρόλο που σ’ αυτή την ένωση Δημιουργός και δημιούργημα δεν συντήκονται
σε μια ύπαρξη. Δηλαδή όσο και να συνδέεται στενά ο άνθρωπος με τον Θεό δεν
«καταπίνεται» από Αυτόν, δεν χάνει την ελευθερία του θελήματός του, αλλά διατηρεί
πλήρως την προσωπικότητά του, παραμένοντας διακεκριμένο – όχι όμως χωρισμένο –
πρόσωπο από Αυτόν, και ταυτίζοντας εκουσίως και με αγάπη το θέλημά του με το
θέλημα του Θεού. Κατά τον Αναστάσιο τον Σιναΐτη «θέωση είναι η ύψωση προς το καλύτερο, και όχι μείωση ή μεταβολή της
ανθρώπινης φύσης» PG 89,1204.
Η
θέωση επίσης περιλαμβάνει και το σώμα, αφού ο άνθρωπος είναι μια ενότητα
σώματος και ψυχής και αφού ο Ένσαρκος Χριστός έσωσε και λύτρωσε ολόκληρο το
ανθρώπινο πρόσωπο θεώνοντας το σώμα του ταυτόχρονα με την ψυχή. Αξίζει όμως να
τονιστεί εδώ, πως η θέωση του ανθρώπου κορυφώνεται στη μετά θάνατο συμμετοχή
στην Ανάσταση και στη θεία αφθαρσία και δόξα, η οποία θα λάβει χώρα κατά την
Δευτέρα Παρουσία.
Βέβαια,
πιθανόν να συμπεράνουν πολλοί, πως όσα λέγονται για τη θέωση, την ένωση και τη
μεταμόρφωση του σώματος, απέχει παρασάγγας από την κοινή εμπειρία που διαθέτουν
οι συνηθισμένοι χριστιανοί. Γι’ αυτό λοιπόν τον λόγο για να προλάβουμε διάφορες
ενστάσεις, απορίες και ίσως και παρεξηγήσεις θα αναφερθούμε σε έξι σημεία για
την Ορθόδοξη έννοια της θεώσεως με την βοήθεια του επισκόπου Διοκλείας,
Κάλλιστου Γουέαρ (Ware):
Πρώτον, η θέωση δεν
είναι κάτι που προορίζεται μόνο για κάποιους επίλεκτους μυημένους, αλλ’ είναι
κάτι που ανήκει σε όλους. Η Ορθόδοξη Εκκλησία πιστεύει πως η θέωση είναι ο
κανονικός στόχος όλων των χριστιανών,
χωρίς εξαίρεση. Φυσικά, η πλήρης θέωση θα επέλθει μόνο κατά τη Δευτέρα
Παρουσία. Για όλους μας όμως η διαδικασία της θέωσης πρέπει ν’ αρχίσει εδώ και
τώρα στην παρούσα ζωή. Είναι βέβαια αλήθεια πως στην παρούσα ζωή πολλοί λίγοι
επιτυγχάνουν την πλήρη μυστική ένωση με τον Θεό. Κάθε όμως αληθινός χριστιανός
προσπαθεί ν’ αγαπήσει τον Θεό και να εκτελέσει τις εντολές Του. Θα έχουμε δε
κατά ένα βαθμό θεωθεί, κατά το μέτρο που επιζητούμε με ειλικρίνεια ν’
αγαπήσουμε τον Θεό και να εκτελέσουμε τις εντολές Του, όσο αδύνατες κι αν είναι
οι προσπάθειες μας και όσο συχνά κι αν πέφτουμε.
Δεύτερον, το γεγονός πως
κάποιο πρόσωπο θεώνεται δεν σημαίνει πως παύει να έχει συνείδηση της αμαρτίας.
Απεναντίας, η θέωση προαπαιτεί μια συνεχή πράξη μετάνοιας. Ακόμη και ένας
άγιος, που είναι πολύ προχωρημένος στο δρόμο της αγιότητας, δεν σταματά να
επαναλαμβάνει τη νοερά προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Ο άγ.
Σιλουανός ο Αθωνίτης συνήθιζε να λέει στον εαυτό του, «Κράτα τον νου σου στην
κόλαση, αλλά μην απελπίζεσαι». Άλλοι Ορθόδοξοι άγιοι επαναλαμβάνουν τις λέξεις
«Όλοι θα σωθούν και μόνον εγώ θα καταδικαστώ». Η Ορθόδοξη θεολογία είναι μία
θεολογία της δόξας και της μεταμόρφωσης, αλλά είναι επίσης και μία θεολογία της
μετάνοιας.
Τρίτον, δεν υπάρχει τίποτε
το εξαιρετικό ή το αποκρυφιστικό ως προς τις μεθόδους που πρέπει ν’ ακολουθήσουμε
για να θεωθούμε. Αν κάποιος ρωτήσει «πως μπορώ να γίνω θεός;», η απάντηση είναι
πολύ απλή: πήγαινε στην εκκλησία, λάμβανε τα μυστήρια κανονικά, προσεύχου στον
Θεό «εν πνεύματι και αληθεία», διάβαζε τα Ευαγγέλια, ακολούθα τις εντολές. Το
τελευταίο μάλιστα απ’ αυτά – «ακολούθα τις εντολές» – δεν θα πρέπει να
ξεχνιέται. Επειδή η Ορθοδοξία, όπως και ο δυτικός Χριστιανισμός, απορρίπτει
κάθε μυστικισμό που επιζητά ν’ απαλλαγεί από τους κανόνες ηθικής.
Τέταρτον, η θέωση δεν
είναι μια μοναχική, αλλά μια «κοινωνική» πορεία. Είπαμε πως η θέωση σημαίνει
«συμμόρφωση προς τις εντολές»˙ τις εντολές αυτές ο Χριστός τις συνόψισε ως
αγάπη προς τον Θεό και αγάπη προς τον πλησίον. Οι δυο αυτές μορφές αγάπης δεν
μπορούν να χωριστούν. Ο άνθρωπος μπορεί ν’ αγαπά τον πλησίον του «ως εαυτόν»
μόνο αν αγαπά πάνω απ’ όλα τον Θεό. Δεν μπορεί δε ν’ αγαπήσει τον Θεό αν δεν
αγαπά τους συνανθρώπους του (Α΄Ιωάν. 4,20). Δεν υπάρχει λοιπόν κάτι εγωιστικό
όσον αφορά την θέωση, επειδή μόνο αν αγαπά κάποιος τον πλησίον του μπορεί να
θεωθεί. «Εκ του πλησίον εστιν η ζωή και ο θάνατος», συνήθιζε να λέει ο Μέγας
Αντώνιος. «Εάν γαρ κερδήσωμεν τον αδελφόν, τον Θεόν κερδαίνομεν˙ εάν
σκανδαλίσωμεν τον αδελφόν, εις Χριστόν αμαρτάνομεν». Οι άνθρωποι,
δημιουργημένοι κατ’ εικόνα της αγίας Τριάδας, μπορούν να φτάσουν στο «καθ’
ομοίωσιν» εάν ζουν «εν κοινωνία», όπως ζει η ευλογημένη αγία Τριάδα: όπως τα
τρία πρόσωπα της Θεότητας «κατοικούν» το ένα μέσα στο άλλο, έτσι κι εμείς
οφείλουμε να «κατοικήσουμε» μέσα στους συνανθρώπους μας, ζώντας όχι μόνο για
τους εαυτούς μας αλλά για τους άλλους. «Έλεγεν ο αββάς Αγάθων, ότε ει δυνατόν
ήν μοι ευρείν κελεφόν (= λεπρόν), και δούναι αυτώ το εμόν σώμα, και λαβείν το
αυτού, ηδέως είχον. Αύτη γαρ εστιν η τελεία αγάπη». Αυτός είναι ο αληθινός
χαρακτήρας της θέωσης.
Πέμπτο, η αγάπη προς τον
Θεό και τους συνανθρώπους μας πρέπει να έχει πρακτικό χαρακτήρα: Η Ορθοδοξία
απορρίπτει κάθε μορφή εφησυχασμού, κάθε τύπο αγάπης που δεν εκδηλώνεται με
κάποια ενέργεια. Η θέωση, ενώ περιλαμβάνει τα ύψη της μυστικής εμπειρίας,
διαθέτει επίσης μια πολύ πεζή και γήινη πλευρά. Όταν σκεφτόμαστε τη θέωση,
πρέπει να σκεφτόμαστε τους ησυχαστές, που προσεύχονται εν ησυχία και τον αγ.
Σεραφείμ (του Σάρωφ) με το μεταμορφωμένο πρόσωπό του. Θα πρέπει όμως να
σκεφτόμαστε και τον Μέγα Βασίλειο, με τη μέριμνά του για τους αρρώστους στο
νοσοκομείο της Καισάρειας, τον αγ. Ιωάννη τον Ελεήμονα που βοηθούσε τους
φτωχούς της Αλεξάνδρειας, τον αγ. Σέργιο με τα βρώμικα ρούχα του, που εργαζόταν
ως χωρικός στα περιβόλια της μονής για να έχουν οι προσκυνητές τροφή. Οι δρόμοι
αυτοί δεν είναι διαφορετικοί, αλλά ένας.
Τελικά η θέωση προϋποθέτει
ζωή στην Εκκλησία, μετοχή στα μυστήρια. Η θέωση
«καθ’ ομοίωσιν» της αγίας Τριάδας χρειάζεται κοινοτική ζωή, και μόνο μέσα στην
κοινωνία της Εκκλησίας μπορεί αυτή η κοινοτική ζωή της αμοιβαίας περιχώρησης να
πραγματωθεί. Ο Θεός έθεσε την Εκκλησία και τα μυστήρια ως μέσο με το οποίο
μπορούμε ν’ αποκτήσουμε το αγιαστικό Πνεύμα και να μεταμορφωθούμε «καθ’
ομοίωσιν» του Θεού.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.
Κάλλιστος Ware, «Η Ορθόδοξη
Εκκλησία»
2. Εγκυκλοπαίδεια
«Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα»ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή
κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι
υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.