Μετά την διάδοση του Χριστιανισμού σε τόπους στους οποίους η ελληνική γλώσσα δεν ομιλούνταν πλέον ή ομιλούνταν μεν, αλλά όχι από τα λαϊκά στρώματα, προέκυψε η ανάγκη όπως μεταφραστεί η Παλαιά Διαθήκη από την ελληνική στις κατά τόπους ομιλούμενες γλώσσες. Στην αρχή βέβαια σε κάθε τόπο εμφανίστηκαν πολλές μεταφράσεις, τελικά όμως απαρτίστηκε ένα βασικό κείμενο, το οποίο και έγινε δεκτό από τις κατά τόπους Εκκλησίες. Εκτός αυτού πρέπει να έχουμε πάντοτε κατά νού ότι, όταν αναφερόμαστε στις Μεταφράσεις τού Ελληνικού Κειμένου δηλαδή την “μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο΄)”, αυτό σημαίνει πως θα αναφερθούμε σ’ εκείνες τις μεταφράσεις, οι οποίες έχουν ως βάση “ελληνικές μεταφράσεις”...
1. VETUS LATINA
Στον χώρο, στον οποίο ομιλούνταν ως μητρική γλώσσα η λατινική, παρουσιάσθηκε από νωρίς η ανάγκη να μεταφραστεί η Παλαιά Διαθήκη από την ελληνική στη λατινική. Έτσι στην Βόρεια Αφρική, την Βόρεια Ιταλία και την Νότια Γαλλία έκαναν την εμφάνισή τους από τον 2ο μ.Χ. αιώνα πάρα πολλές μεταφράσεις επί μέρους βιβλίων, αλλά και της Παλαιάς Διαθήκης ολόκληρης. Αυτό μας γίνεται γνωστό από τις παραπομπές που έχει σε αυτές ο Άγιος Κυπριανός (210 – 258 μ.Χ.) επίσκοπος Καρχηδόνας, αλλά και ο Ιερός Αυγουστίνος (354 – 430 μ.Χ.) επίσκοπος Ιππώνος, ο οποίος όπως φαίνεται γνωρίζει ορισμένες από αυτές, μάλιστα δε προτιμά την λεγόμενη «ιταλική» (ITALA).
Η ITALA (VETUS LATINA) αυτή καθαυτή αποτελεί πρόβλημα. Πρόκειται άραγε για όρο (ITALA), ο οποίος εσφαλμένως διατηρήθηκε ή αναφέρεται σε διάφορα χειρόγραφα, όπως λόγου χάρη του Αυγουστίνου ή σε μία μετάφραση που εικάζεται πως είναι του Ιερώνυμου ή σε πολλές μεταφράσεις και αναθεωρήσεις κάποιας αρχικής μετάφρασης ή περισσοτέρων; Εφόσον δεν έχουμε ακόμη κατά την εποχή αυτή βασικό λατινικό κείμενο και ο Ιερώνυμος (347 – 420 μ.Χ.), ο οποίος αναθεώρησε όλες τις λατινικές μεταφράσεις που ήταν τότε σε χρήση για να δημιουργήσει τη δική του, την περίφημη Βουλγάτα, υπό τον όρο ITALA εννοούμε τις μεταφραστικές εργασίες που έλαβαν χώρα πριν από τον Ιερώνυμο, και τις οποίες χαρακτηρίζουμε σήμερα ως VETUS LATINA, δηλαδή παλιές λατινικές (μεταφράσεις).
Από την VETUS LATINA συμπεριλήφθηκαν στην επιμεληθείσα από τον Ιερώνυμο Βουλγάτα, ορισμένα από τα δευτεροκανονικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, όπως τα Σοφία Σολομώντος, Σοφία Σειράχ, Βαρούχ, 1 και 2 Μακκαβαίων.
2. Κοπτική
Η κοπτική γλώσσα, η οποία από τον 3ο μ.Χ. αιώνα αντικατέστησε την ελληνική στην Αίγυπτο, είναι η ομιλούμενη γλώσσα των Αιγυπτίων, που αποτελεί εξελιγμένο τύπο της αιγυπτιακής. Χρησιμοποιεί τα γράμματα της ελληνικής αλφαβήτας με την προσθήκη και άλλων οκτώ τα οποία όμως είναι παρμένα από την αιγυπτιακή γραφή. Η κοπτική γλώσσα διακρίνεται στις εξής διαλέκτους:
Ι. την σαϊδική (των Θηβών της Αιγύπτου) και την αχμιμική στην άνω Αίγυπτο
ΙΙ. την φαγιουμική και μεμφιτική στη μέση Αίγυπτο
ΙΙΙ. την βοχαϊρική στο Δυτικό Δέλτα του Νείλου και στη περιοχή της Αλεξάνδρειας
Σε όλες λοιπόν τις παραπάνω διαλέκτους παρέστη η ανάγκη να γίνουν μεταφράσεις από το κείμενο των Εβδομήκοντα (Ο΄) ή πιθανόν και από περισσότερες ελληνικές μεταφράσεις, μερικές από τις οποίες διατηρήσουν στοιχεία από την αναθεώρηση του Ησύχιου. Η παλιότερη από τις κοπτικές μεταφράσεις, της οποίας σώζονται εκτενή τμήματα, είναι η βοχαϊρική, η οποία και υπήρξε το επίσημο βιβλικό κείμενο της κοπτικής Εκκλησίας.
3. Αιθιοπική
Η αιθιοπική Εκκλησία, η οποία ιδρύθηκε τον 4ο μ.Χ. αιώνα απέκτησε νωρίς την αγία Γραφή της, που μεταφράστηκε από ελληνικά χειρόγραφα. Σύμφωνα με τη γνώμη κάποιων ερευνητών η μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης στην αιθιοπική έγινε επί τη βάσει τής υπό του Λουκιανού φιλοπονηθείσας αναθεώρησης του κειμένου των Εβδομήκοντα (Ο΄)· κάτι όμως που δεν είναι δυνατόν να τεκμηριωθεί, διότι τα παλιότερα χειρόγραφα που χρονολογούνται από τον 13ο μ.Χ. αιώνα είναι πολύ φθαρμένα και οι διορθώσεις που έγιναν πάνω σ’ αυτά, δυσχεραίνουν το έργο της κριτικής. Τον 14ο μ.Χ. αιώνα έγινε αναθεώρηση του παλιού κειμένου επί τη βάσει του εβραϊκού ή της αραβικής μετάφρασης, επακολούθησαν δε μετά από αυτό και άλλες αναθεωρήσεις. Όλα τα παραπάνω αιτιολογούν την αδυναμία των ειδικών να αποκαταστήσουν το αρχικό αιθιοπικό κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης και έτσι να προχωρήσουν σε μια κριτική έκδοση αυτού, η οποία δυστυχώς δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα.
4. Οι υπόλοιπες μεταφράσεις από τα ελληνικά κείμενα
Μεταξύ των άλλων μεταφράσεων που έγιναν από τα ελληνικά χειρόγραφα, αξίζει να κάνουμε ιδιαίτερη μνεία στις παρακάτω:
Ι. Αρμενική. Αυτή έγινε από πολλούς μεταφραστές κατά τον 5ο μ.Χ. αιώνα επί τη βάσει των Εβδομήκοντα (Ο΄), των Εξαπλών του Ωριγένη και πιθανώς της συριακής Πεσιττά.
ΙΙ. Γεωργιανή. Η μετάφραση αυτή, είναι κατά τι νεότερη της αρμενικής και έγινε ίσως με βάση τα ίδια πρωτότυπα όπως εκείνη. Κατά τον 11ο μ.Χ. αιώνα και με βάση βυζαντινά χειρόγραφα, έγινε αναθεώρηση της παλιάς γεωργιανής.
ΙΙΙ. Σλαυονική. Η μετάφραση αυτή, έγινε κατά τον 9ο μ.Χ. αιώνα με βάση ελληνικό (Λουκιανίζον) κείμενο, εκτός από κάποια βιβλία (Παραλειπομένων, Έσδρα Α΄και Β΄, Νεεμία, Τωβίτ, Ιουδίθ και Μακκαβαίων) τα οποία μεταφράστηκαν από τη Βουλγάτα κατά τον 15ο μ.Χ. αιώνα. Το παλιό αυτό σλαυονικό κείμενο, αναθεωρήθηκε από τότε κατ’ επανάληψη, η δε Ελισαβετιανή Βίβλος (1756) απέβη από τότε, το επίσημο βιβλικό κείμενο όλων των Ορθοδόξων σλαβικών Εκκλησιών.
ΙV. Αραβικές μεταφράσεις. Εκτός από τις αραβικές εκείνες μεταφράσεις, οι οποίες στηρίχτηκαν στο εβραϊκό, σαμαρειτικό, συριακό, κοπτικό, λατινικό (Βουλγάτα) κ.λ.π. πρωτότυπο, έχουμε και τις σχετικά παλιότερες μεταφράσεις, οι οποίες έγιναν με βάση το κείμενο των Εβδομήκοντα (Ο΄) από το τέλος του 8ου μ.Χ. αιώνα και μετά.
V. Συριακές μεταφράσεις (εκτός της Πεσσιτά). Από τα ευρεθέντα δυστυχώς λίγα αποσπάσματα, μαρτυρείται, πως εκτός της Πεσσιτά, φιλοπονήθηκαν από τον 5ο–7ο μ.Χ. αιώνα και άλλες μεταφράσεις με βάση την Πεσσιτά, τα Εξαπλά, ελληνικά χειρόγραφα και ιδιαίτερα την αναθεώρηση του Λουκιανού κ.λ.π. Κάποιες δε από τις μεταφράσεις αυτές έχουν δημοσιευτεί πλέον. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγεται και η μετάφραση που έγινε από τον Πολύκαρπο περί το 500 μ.Χ. περίπου, όταν έλαβε εντολή από τον επίσκοπο Φιλόξενο, η οποία βασίστηκε στο κείμενο των Εβδομήκοντα (Ο΄).
VΙ. Συροεξαπλική. Η μετάφραση αυτή, έγινε κατά τον 616 – 617 μ.Χ., από τον Παύλο επίσκοπο Τέλλης· είναι η απόδοση στη συριακή γλώσσα της πέμπτης στήλης των Εξαπλών του Ωριγένη· στα περιθώρια αυτής υπάρχουν σημειώσεις του Ακύλα, Θεοδοτίωνα και Συμμάχου. Η μετάφραση αυτή, της οποίας τα διασωθέντα μέρη (Ψαλμοί, Ιώβ, Σοφία Σολομώντος, Προφήτες, Βαρούχ, Θρήνοι και Επιστολή Ιερεμίου) αποτέλεσαν τον εξαπλικό αμβροσιανό κώδικα του Μιλάνου, αποτελεί για μας πολύτιμη πηγή για την κριτική του κειμένου.
VΙI. Γοτθική. Αυτή φιλοπονήθηκε από τον επίσκοπο των Βησιγότθων Ουλφίλα περί τα μέσα του 4ου μ.Χ. αιώνα. Από τη μετάφραση αυτή ελάχιστα μόνο, αλλά πολύτιμα αποσπάσματα διασώθηκαν· τα αποσπάσματα αυτά βρίσκονται στην Ουψάλα της Σουηδίας, στον κώδικα ARGENTEUS.
Βιβλιογραφία
1. Δαμιανού Αθ. Δόικου, Εισαγωγή εις την Παλαιάν Διαθήκην, Μέρος Α΄Γενική Εισαγωγή, Θεσσαλονίκη 1975
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.