Σελίδες

14 Φεβ 2016

ΣΙΜΩΝ ΒΑΡ – ΚΟΧΕΒΑ: Ο ΜΕΣΣΙΑΣ ΤΩΝ ΙΟΥΔΑΙΩΝ


Το ανάγλυφο του Βαρ – Κοχεβά κοσμεί την Κνεσέτ (Ισραηλιτικό Κοινοβούλιο)

Για ολόκληρους αιώνες οι Ιουδαίοι γαλουχήθηκαν στην ιδέα πως είναι ο εκλεκτός «περιούσιος» λαός του Θεού, στον οποίο ο Θεός θα στείλει τον θεϊκό Μεσσία του, για να τον λυτρώσει από το κακό και τον θάνατο και έτσι να αρχίσει μια καινούργια εποχή πλέον γι’ αυτούς αλλά και για ολόκληρη την ανθρωπότητα...
Και πράγματι όταν ο Θεός έκρινε, έστειλε τον Μεσσία του στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, τον οποίο όμως, όχι μόνο δεν τον αναγνώρισαν και δεν τον αποδέχτηκαν οι Ιουδαίοι, αλλά προχώρησαν και πιο πέρα εξοντώνοντας τον με σταυρικό θάνατο, με πρωτοσταντούντες στο έγκλημα αυτό τις Ιουδαϊκές αρχές.
Αφού λοιπόν οι Ιουδαίοι απέρριψαν τον Ιησού Χριστό ως Μεσσία, έψαχναν μετά από αυτόν τον αληθινό κατ’ αυτούς Μεσσία, στον οποίο όμως τώρα είχαν προσδώσει καινούργια χαρακτηριστικά. Ο αληθινός Μεσσίας δεν θα έχει πια πνευματική αποστολή, αλλά κοσμική. Κύριο μέλημά του θα είναι η συντριβή των Ρωμαίων κατακτητών, η απελευθέρωση της αγίας Γης του Ισραήλ και η παντοτινή κυριαρχία του Ιουδαϊκού έθνους επί όλων των λαών της γης. Και τον βρήκαν επί εποχής του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αδριανού στο πρόσωπο του Ιουδαίου επαναστάτη Σίμων Βαρ – Κοχεβά.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.
Μετά την άλωση και καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του Ναού το 70 μ.Χ. από το Ρωμαίο στρατηγό και μετέπειτα αυτοκράτορα Τίτο και τον επακολουθήσαντα διασκορπισμό των Ιουδαίων, αυτοί έπαψαν να είναι το επικρατούν στοιχείο του πληθυσμού της Παλαιστίνης. Παρόλα αυτά είχαν παραμείνει σε κάποια σημεία της χώρας εβραϊκοί συνοικισμοί σε πόλεις που είχαν παραδοθεί αμαχητί στους Ρωμαίους, σε πόλεις του βασιλείου του Αγρίππα και σε κάποιες που βρίσκονταν στα παράλια. Λόγω της καταπίεσης που υφίσταντο και εντός Παλαιστίνης και εκτός αυτής, κατά το χρονικό διάστημα 115 και 117 μ.Χ., οι εν Διασπορά Ιουδαίοι επαναστάτησαν σε μεγάλη έκταση κυρίως στη Λιβύη, την Κυρηναϊκή υπό κάποιου Ανδρέα, την Αίγυπτο, την Κύπρο και την Μεσοποταμία.
Χαρακτηριστικά γεγονότα της εκτεταμένης αυτής εξέγερσης είναι, οι μεταξύ των Ελλήνων και των Ιουδαίων μάχες, οι επαναστάσεις εναντίον των Ρωμαίων στα ανατολικά και οι φρικώδεις ωμότητες τις οποίες διέπραξαν οι εξεγερμένοι. Η εξέγερση αυτή των Ιουδαίων δεν έλαβε χώρα μόνο στη Διασπορά, αλλά στοιχεία από επιγραφές και αποσπάσματα από βιβλία παρέχουν πληροφορίες περί μεγάλης κλίμακας εξέγερσης που σημειώθηκε στη χώρα του Ισραήλ. Στην Εβραϊκή Παράδοση οι εξεγέρσεις αυτές είναι γνωστές ως ο «πόλεμος του Κουϊέτου» (Βλ. Σόταχ: - Ταλμουδικά Κείμενα – 9:14), από το όνομα του Μαυριτανού κυβερνήτη Λούσιου Κουϊέτου, ο οποίος αφού κατέπνιξε χωρίς οίκτο την εξέγερση των Ιουδαίων στη Μεσοποταμία, απεστάλη από τον αυτοκράτορα Τραϊανό στην Ιουδαία για να εκμηδενίσει την επανάσταση, την οποία πράγματι κατέπνιξε στο αίμα. Οι Ταλμουδικές παραδόσεις μιλούν για συναντήσεις στο Ναό του Όρους της Ιερουσαλήμ, για την επέκταση της εξέγερσης στη Γαλιλαία, την καταστροφή διαφόρων πόλεων και την εκτέλεση των ηγετών της Πάππου και Λουλιανού, των οποίων η δραστηριότητα επεκτείνονταν και στη Διασπορά (Σιφρά – Λευϊτικόν 8:9). Με το τέλος της κατάπνιξης της εξέγερσης επαναλήφθηκαν οι θρησκευτικοί διωγμοί. Μάλιστα με μια απροκάλυπτη πράξη όσο και βέβηλη για τους Ιουδαίους, έγινε η εγκατάσταση ειδώλου στο Ναό του Όρους (Ταανίτ – Ταλμουδικά Κείμενα 4:6).
Τον Τραϊανό διαδέχτηκε στον ρωμαϊκό θρόνο ο Αδριανός, ένας από τους μεγαλύτερους φιλέλληνες αυτοκράτορες που υπήρξαν, ο οποίος ανελθών στην εξουσία έδειξε τάσεις επαναφοράς της ειρήνης στις ανατολικές περιοχές της αυτοκρατορίας και επανοικοδόμησης σε ευρεία κλίμακα των περιοχών αυτών. Ήταν φανερό πλέον πως ο Αδριανός απέδιδε μεγάλη σημασία στον εθνικό χαρακτήρα κάθε περιοχής, τις ιδιάζουσες προκαταλήψεις και τις ανάγκες των επαρχιών αυτών.
Η Χώρα του Ισραήλ και οι Ιουδαίοι επωφελήθηκαν σε μέγιστο βαθμό από την τάση αυτή. Στις προσπάθειές του για αποκατάσταση των καταστραφέντων περιοχών από την προηγούμενη εξέγερση των Ιουδαίων, ο αυτοκράτορας τους υποσχέθηκε πως θα επανοικοδομήσει την Ιερουσαλήμ και θα την επιστρέψει σε αυτούς, και πως θα επιτρέψει την επανοικοδόμηση του Ναού.
Εξαιτίας αυτού του γεγονότος οι Ιουδαίοι άρχισαν να συρρέουν στην Ιερουσαλήμ και ξεκίνησαν να γίνονται οικονομικές και οργανωτικές προετοιμασίες για την εκ νέου ανέγερση του Ναού (βλ. Σιβυλλικός χρησμός 5:252 – 4, Επιστ. Βαρνάβα 16:1 – 5, Επιφάνιος «LIBER DE MENSURIS ET PONDERIBUS, 170»).
Μετά όμως από λίγα έτη, από τη στιγμή που ανέβηκε ο Αδριανός στην εξουσία, οι σκέψεις του μεταβλήθηκαν και έδειξε εχθρικές διαθέσεις προς τους Ιουδαίους. Ο προσδιορισμός της μεταβολής των κινήτρων του Αδριανού είναι δυσχερής και συγκεχυμένος, γιατί και οι πηγές που διαθέτουμε για τη συγγραφή του άρθρου είναι αλληλοσυγκρουόμενες. Θα τις αναφέρουμε επί λέξει και θα αφήσουμε στον αναγνώστη να βγάλει τα συμπεράσματά του:
«Ο Αδριανός, μεταβάλλων σκέψεις, εγκατέλειψε το σχέδιον επανοικοδομήσεως της Ιερουσαλήμ ως Ιουδαϊκής πόλης και αντ’ αυτού απεφάσισε να συνεχίση την οικοδόμησίν της ως ειδωλολατρικής Ρωμαϊκής πόλεως. Ακόμη και τα νομίσματα (κέρματα) που εκόπησαν εις το Ισραήλ, κατά την εποχήν εκείνην, καταδεικνύουν την διάθεσιν αγνοήσεως των επικρατούντων στοιχείων της Ιουδαϊκής παρουσίας.
Είναι δυσχερής ο προσδιορισμός των κινήτρων του Αδριανού δια την προαναφερθείσαν μεταβολήν των σχεδίων του. Είναι δυνατόν να παρεκινήθη εις την μεταβολήν ταύτην εκ της βαρείας απηχήσεως που είχεν η υπόσχεσίς του μεταξύ των Εβραίων και εκ των πολιτικών φόβων που εδοκίμαζεν εκ της αποκαταστάσεως της Ιερουσαλήμ εις τους Ιουδαίους. Η στάσις του έναντι του Ιουδαϊσμού ενδεχομένως να μετεβλήθη διότι κατά την διάρκειαν της βασιλείας του και ήδη εις τας αρχάς της δεκαετίας 120 – 130 μ.Χ., επέδειξεν αναμφισβήτους Παν – Ελληνιστικάς τάσεις, της σχετικής πολιτικής του αποσκοπούσης εις την εισαγωγή εις την αυτοκρατορίαν και ειδικώτερον εις τας ανατολικάς περιοχάς της τελευταίας διεθνιστικής Ελληνιστικής όψεως και τρόπου ζωής. Τούτο έλαβε έκφρασιν, ομοιοτρόπως, εις την ανέγερσιν κτιρίων και μνημείων, εις την θέσπισιν νόμων εναντίον των ανατολικών συνηθειών και προσθήκη εις την απόφασιν καταδίκης του ευνουχισμού – τιμωρουμένου με την ποινήν του θανάτου – της απαγορεύσεως της περιτομής.
Τούτο δεν εστρέφετο συγκεκριμένως εναντίον του Ιουδαϊσμού, διότι η απαγόρευσις ίσχυε και δι’ άλλους εις την ανατολήν που υπέβαλλον τους υιούς των εις περιτομήν. Πλην όμως δι’ ουδένα άλλον λαόν η περιτομή είχε τόσον μεγάλην σημασίαν. Ούτε οιοσδήποτε άλλος λαός επέμενε μετά τόσης σχολαστικότητος εις την ανάγκην υποβολής ενός εκάστου των αρρένων τέκνων εις περιτομήν.
Ο Αδριανός, όστις προτού γίνη Αυτοκράτωρ ήτο κυβερνήτης της Συρίας και είχεν έλθει εις επαφήν μετά των Ιουδαίων και των σιφών του, ήτο ασφαλώς γνώστης της σημασίας που είχον δι’ αυτούς τα μέτρα ταύτα. Πλην όμως εις την απόφασίν του όπως αναπλάση και επανασυστήση την ζωήν εις την Χώραν του Ισραήλ σκοπίμως ηγνόησε το Ιουδαϊκόν Έθνος και το ιστορικόν του παρελθόν εις την χώραν. Δεν είναι λοιπόν απορίας άξιον διατί ο ιστορικός, ο Δίων ο Κάσσιος, υπογραμμίζει ότι η απόφασις αύτη του Αδριανού απετέλεσεν την αιτίαν της εξεγέρσεως». (Ιστορία του λαού του Ισραήλ μέχρι του 1880, Έκδοσις Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου, ΑΘΗΝΑΙ 1974)
«Ο Αδριανός, κατ’ αρχάς εύνους προς τους Εβραίους, εδείχθη βραδύτερον σκληρός προς αυτούς τη υποκινήσει των Ρωμαίων ιερέων. Απηγόρευσεν εις αυτούς την περιτομήν, την ανάγνωσιν της Γραφής και την τήρησιν του Σαββάτου, προέβη δε εις την ανοικοδόμησιν, επί των ερειπίων της ερήμου Ιερουσαλήμ, νέας πόλεως εντελώς ειδωλολατρικής υπό το όνομα Αιλία Καπιτωλία. Επί των ερειπίων του ναού του Σολομώντος ανήγειρε ναόν εις τον Καπιτώλιον Δία, έκοψε νόμισμα φέρον παράστασιν χοίρου, έστησε χαλκίνους χοίρους εις τας πύλας της πόλεως και απηγόρευσεν επί ποινή θανάτου την εις αυτήν είσοδον των Εβραίων.» (Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη, τόμος 2)
«Η αφορμή δόθηκε από την ενέργεια του αυτοκράτορα Αδριανού να απαγορεύσει την περιτομή, ή σύμφωνα με άλλη άποψη, την πρόθεσή του να ανοικοδομήσει την Ιερουσαλήμ και να την μεταβάλει σε πόλη εθνική.» (Η ιστορική και πολιτιστική κατάσταση κατά την εμφάνιση του Χριστιανισμού, Ιωάννη Δ. Γαλάνη, Συλλογικός Τόμος Ιστορία της Ορθοδοξίας, οι απαρχές του Χριστιανισμού)          
«Τα αίτια βέβαια δεν είναι σαφή, αλλά, από ό,τι γνωρίζουμε, την εξέγερση αυτή προκάλεσε διάταγμα του αυτοκράτορα Αδριανού για τη μετατροπή των Ιεροσολύμων σε ειδωλολατρική πόλη και του χώρου του ναού σε ναό του Διός.»  (Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάννικα, τόμος 18)
Τελικά όποια και να ήταν τα αίτια, γεγονός είναι, πως οι Ιουδαίοι ξεκίνησαν προπαρασκευή εναντίον της Ρώμης, κατασκευάζοντας προληπτικά διάφορες οχυρώσεις και συσσωρεύοντας όπλα. Μάλιστα ο Δίων ο Κάσσιος σημειώνει και μια πανέξυπνη ενέργεια των Ιουδαίων για την συλλογή των όπλων. Αναφέρει πως οι Ιουδαίοι κατασκεύαζαν ελαττωματικά όπλα για τους Ρωμαίους, ώστε αυτά να απορρίπτονται και να παραμένουν στην κατοχή τους, χωρίς η υπ’ αυτών συσσώρευση να προκαλεί υποψίες. Όσο χρόνο ο Αδριανός βρίσκονταν στην Χώρα του Ισραήλ και στην πέριξ περιοχή, δεν προέβησαν σε ανοικτή εξέγερση, όταν όμως εγκατέλειψε την περιοχή, ξέσπασε η εξέγερση και έλαβε μεγάλες διαστάσεις, «διότι οι Εβραίοι εις ολόκληρον τον κόσμον ήσαν επίσης εις αναταραχήν και συνήνωσαν τας δυνάμεις των δια να καταφέρουν απροκαλύπτως ή συγκεκαλυμμένως βαρείας απωλείας εις τους Ρωμαίους. Επί πλέον εβοηθήθησαν υπό μη – Ιουδαίων» (Δίων Κάσσιος).
Η εξέγερση έλαβε εθνικό χαρακτήρα και γίνεται μνεία τοπικών ηρώων και διαφόρων μεσσιών. Εκείνος όμως που ξεχώρισε και έφερε τον αγώνα μέχρι τέλους ήταν ο Σίμων Βαρ – Κοχεβά, η προέλευση του οποίου παραμένει άγνωστη. Το όνομά του σημαίνει «υιός του αστέρος», το πραγματικό του όμως όνομα ήταν Βαρ – Κοζεβά, «υιός του ψεύδους». Στις επιτυχίες του εναντίον των Ρωμαίων συνετέλεσε και η υποστήριξη που του παρείχε ο σεβαστός εις το εβραϊκό έθνος νομοδιδάσκαλος Ακίμπα.
Ο ραβίνος αυτός εξήγειρε ολόκληρη τη Μεσοποταμία κηρύττοντας την έλευση του Μεσσία στο πρόσωπο του Βαρ – Κοχεβά, τον οποίον ονόμασε «αστέρα του Ιακώβ», μέλλοντα κατά τον Βαχαάμ, να αναστήσει «το σκήπτρο του Ισραήλ». Χάριν της υποστήριξης αυτής και της μεγάλης ανδρείας του ο Βαρ – Κοχεβά κατόρθωσε, επωφελούμενος και από την απουσία ικανού αριθμού ρωμαϊκών λεγεώνων, να καταλάβει την Ιερουσαλήμ, πενήντα φρούρια και άλλες πόλεις και χωριά. Ανακήρυξε τον εαυτό του βασιλέα και έκοψε ίδιον νόμισμα, νίκησε δε επανειλημμένα τον κατ’ αυτού επελθόντα έπαρχο Παλαιστίνης Τύννιο Ρούφο και τον Πούμπλιον Μαρσέλλιον, τον κυβερνήτη της Συρίας, που έφθασε μαζί με της εκεί σταθμεύουσες λεγεώνες και σε βοήθεια του οποίου είχαν σταλεί οι λεγεώνες οι σταθμεύουσες εις την Αίγυπτο και την Αραβία. Η 22α λεγεώνα, που είχε έλθει από την Αίγυπτο εκμηδενίσθηκε κυριολεκτικώς.

Ο ενθουσιασμός των Ιουδαίων για τις νίκες τους εναντίον των Ρωμαίων ήταν πρωτοφανής. Δημιούργησε την πεποίθηση ότι η νέα μεσσιανική εποχή, που περίμεναν εκατοντάδες χρόνια, έχει αρχίσει πλέον. Η στάση του Βαρ – Κοχεβά απέναντι στους Χριστιανούς, σύμφωνα με τον Χριστιανό μάρτυρα και φιλόσοφο Ιουστίνο, ήταν εχθρική και υποβάλλονταν σε σκληρούς διωγμούς αν δεν αρνούνταν το Χριστό: «Και αφού επραγματοποιήθη τούτο, έμειναν τα βιβλία και πλησίον των Αιγυπτίων έως τώρα, και υπάρχουν παντού εις όλους τους Ιουδαίους, οι οποίοι αναγινώσκοντες αυτά δεν κατανοούν τα λεγόμενα, αλλά θεωρούν ημάς εχθρούς και πολέμιους, φονεύοντες και τιμωρούντες ημάς ομοίως με σας, οσάκις δύνανται, όπως δύνασθε να πεισθήτε. Διότι κατά τον προσφάτως γενόμενον ιουδαϊκό πόλεμον ο Βαρχωχεβάς, ο αρχηγός της επαναστάσεως των Ιουδαίων, μόνον δια τους Χριστιανούς διέταξε να απάγωνται εις τρομεράς τιμωρίας, αν δεν ηρνούντο τον Ιησούν Χριστόν και εβλασφήμουν.» (1η Απολογία 31, 5 – 7).
Ο Αδριανός έστειλε προς καθυπόταξη των Ιουδαίων το διακριθέντα στην Βρεττανία, Ιούλιο Σεβήρο, ο οποίος ηγούνταν ισχυρών δυνάμεων. Αυτός ακολούθησε διαφορετική πολεμική τακτική. Δεν έκανε μάχες εκ του συστάδην με τους επαναστάτες αλλά περιορίσθηκε στη βαθμιαία ανάκτηση των φρουρίων και την παρενόχληση των αντιπάλων. Σύμφωνα με τον Δίωνα τον Κάσσιο «Πεντήκοντα οχυρά … και 985 οικισμοί κατεστράφησαν» και εκατοντάδες χιλιάδες σκοτώθηκαν. Τέλος κατέλαβε και την Ιερουσαλήμ, πολιόρκησε δε τον Βαρ – Κοχεβά στην οχυρά πόλη Μπεθάρ, που ήταν το στρατηγείο του καθώς και των άλλων διοικητών των Ιουδαίων μαχητών και η οποία κείτονταν στο άκρο της κορυφογραμμής νοτιοδυτικά της Ιερουσαλήμ. Η πολιορκία διήρκησε τριάμισι έτη και σύμφωνα με την ιουδαϊκή παράδοση, το Μπεθάρ κατελήφθη την 9η του μηνός «Αβ», κατά τη διάρκεια του έτους 135 μ.Χ., κατά την επέτειο της καταστροφής του Πρώτου και Δεύτερου Ναού και αφού οι Ρωμαίοι είχαν υποστεί μεγάλες απώλειες. Κατά τον Δίωνα τον Κάσσιο, 580.000 Ιουδαίοι εσφάγησαν κατά την άλωση της πόλης, ο δε ραβίνος Ακίμπα γδάρθηκε ζωντανός. Ο ηρωϊκός Βαρ – Κοχεβά έπεσε μαχόμενος και ο θάνατός του έθεσε τέρμα στην επανάσταση και οριστικό τέλος στον Ιουδαϊκό Μεσσιανισμό.
Ο Βαρ – Κοχεβά μετά από την επανασύσταση του Ισραήλ το 1947, τιμάται ως εθνικός ήρωας και το ανάγλυφό του κοσμεί την Κνεσέτ, δηλαδή, το Ισραηλιτικό Κοινοβούλιο.   

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Ιστορία του λαού του Ισραήλ μέχρι του 1880, Έκδοσις Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου, ΑΘΗΝΑΙ 1974
2. Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη, τόμος 2
3. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάννικα, τόμος 18
4. Ιωάννη Δ. Γαλάνη, «Η ιστορική και πολιτιστική κατάσταση κατά την εμφάνιση του Χριστιανισμού», Συλλογικός Τόμος «Ιστορία της Ορθοδοξίας, οι απαρχές του Χριστιανισμού»
5. Ιουστίνος, 1η Απολογία, Πατερικαί Εκδόσεις «Γρηγόριος Παλαμάς»
 
 
 
 
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.