Σελίδες

10 Ιουλ 2016

ΧΩΡΟΙ ΛΑΤΡΕΙΑΣ ΚΑΙ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ


Ο χρυσός ναός των Σιχ, στο Αμριτσάρ της Ινδίας

Μέχρι τα τέλη του 1980 ο Έλληνας ένοιωθε μια αυτάρκεια και μια ασφάλεια σε επίπεδο πολιτισμού και θρησκείας, αφού υπήρχε μια τουλάχιστον φυλετική και θρησκευτική καθαρότητα των κατοίκων, στα υπάρχοντα Ελλαδικά σύνορα. Τα επόμενα όμως χρόνια που ακολούθησαν έγινε μια πραγματική κοσμογονία. Λόγω οικονομικών συνθηκών, πολεμικών συρράξεων αλλά και άλλων παραγόντων η Ελλάδα έπαθε ένα πολιτισμικό σοκ, αφού κατά κύματα έρχονταν πλέον σ’ αυτήν, οικονομικοί μετανάστες από τις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού που είχε καταρρεύσει και του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου της Αφρικής και της Ασίας. Όλοι αυτοί έφεραν μαζί τους την δική τους διαφορετική κουλτούρα που πήγαζε εν πολλοίς και από τα θρησκευτικά τους πιστεύω, με αποτέλεσμα διάφορες εκδηλώσεις τους και στάσεις ζωής να ξενίζουν τους γηγενείς Έλληνες.
Έτσι σκεφτήκαμε να βοηθήσουμε κάπως την κατάσταση δημοσιεύοντας άρθρα όπως «ΤΑ ΙΕΡΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ» και «ΟΙ ΙΔΡΥΤΕΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ»  που έκαναν γνωστά κυρίως τα θρησκευτικά πιστεύω των ατόμων αυτών.
Συνεχίζοντας αυτή την προσπάθεια δημοσιεύουμε το παρόν άρθρο, που έχει να κάνει με τον χώρο λατρείας του πιστού τής κάθε θρησκείας. Τους χώρους λατρείας τούς έχουμε με αλφαβητική σειρά, οπότε ο αναγνώστης, πατώντας πάνω σε όποιον επιθυμεί και τον ενδιαφέρει, οδηγείται αμέσως σε αυτόν.

Ακολουθούν οι χώροι λατρείας των θρησκειών με αλφαβητική σειρά:


Βουδιστικός Ναός: Η Βουδιστική τέχνη ταυτίζεται κατά το πλείστον προς την ινδική τέχνη, γιατί καλλιεργήθηκε στην Ινδία κυρίως, είναι δε αυστηρά θρησκευτικού χαρακτήρα, εφόσον συνδέεται στενότατα με την λατρεία του Βούδα. Το περισσότερο μέρος της Βουδιστικής τέχνης συγκεντρώνεται στο ναό, ο οποίος δεν απασχολεί μόνο τον αρχιτέκτονα, αλλά τον γλύπτη και το ζωγράφο.
Ο ναός είναι η εικόνα του σύμπαντος˙ έχει σχήμα κλιμακωτής πυραμίδας διακοσμημένης με τις απεικονίσεις όλων των ζώων, από τα ατελέστερα μέχρι τον Βούδα, ο οποίος απεικονίζεται γαλήνιος και μεγαλοπρεπής επάνω στην πεπλατυσμένη κορυφή της πυραμίδας. Ψηλά τείχη, τεράστιοι πύργοι και ευρείς πυλώνες, οι οποίοι ανήκουν στο οικοδομικό συγκρότημα του ναού, προσδίδουν κατά κανόνα σ’ αυτόν επιβλητική εμφάνιση.
Συχνός είναι και εκείνος ο τύπος του ναού που είναι σκαμμένος στα στέρνα τεραστίων βράχων, και ο οποίος αποτελείται κατά το πλείστον από υπερμεγέθεις υπόστυλες αίθουσες. Επίσης άλλοι από τους Βουδιστικούς ναούς βρίσκονται στη μέση αυλών και κατάφυτων λεωφόρων, που περιλαμβάνουν πολυπληθή θυσιαστήρια. Από τους ναούς που είναι σκαμμένοι στους βράχους παλαιότατοι είναι αυτοί του Lomas Rsi ή Bhaa, οι οποίοι ανήκουν στην Γ΄εκατονταετηρίδα π.Χ., ενώ τα Βουδιστικά σπήλαια του Bedsa, του Karle, του Nasik κ.λ.π. ανήκουν στην Β΄εκατονταετηρίδα π.Χ.
Όλα αυτά τα οικοδομήματα ή αρχιτεκτονήματα διακρίνονται για τις κολοσσιαίες διαστάσεις τους. Είναι δε το κολοσσιαίο ένας από τους μάλλον εμφανείς και μάλλον σταθερούς χαρακτήρες τής Βουδιστικής τέχνης. Άλλοι χαρακτήρες αυτής, εξίσου αξιοσημείωτοι, είναι η μεγάλη συσσώρευση λεπτομερειών, η μανία δηλαδή της κάλυψης κάθε γυμνής επιφάνειας με πλήθος απείρων απεικονίσεων πάσης φύσεως, όπως λ.χ. θεών, ανθρώπων και ζώων τα οποία συμπλέκονται σύμφωνα με την καλπάζουσα φαντασία του καλλιτέχνη, αλλά και η αποθέωση των ενστίκτων, με την αναπαράσταση άπειρων συμπλεγμάτων μεταξύ των, θεών, ανθρώπων και ζώων. Η σύζευξη επίσης των δύο φύλλων δίνει την ευκαιρία για δημιουργίες ακολάστων και οργιαστικών συμπλεγμάτων. Οι τερατώδεις αυτές απεικονίσεις δικαιολογούνται όμως, λόγω του πλήθους θεών και αφηγημάτων τής ινδικής μυθολογίας.
Ινδουιστικός ναός ή Mandir (μαντίρ): Ο Ινδουιστικός ναός είναι μια κατασκευή που έχει σχεδιαστεί μ’ αυτό τον τρόπο, ώστε να φέρει τον άνθρωπο μαζί με τους θεούς, χρησιμοποιώντας τον συμβολισμό για να εκφράσει τις ιδέες και τα πιστεύω του Ινδουισμού. Ο συμβολισμός αυτός και η δομή ενός Ινδουιστικού ναού έχουν τις ρίζες τους στην Βεδική παράδοση. Ένας ναός ενσωματώνει όλα εκείνα τα στοιχεία των Ινδουιστών, δηλαδή για το τι πιστεύουν για τον Κόσμο, παρουσιάζοντας το καλό, το κακό και το ανθρώπινο ή την αίσθηση του κυκλικού χρόνου και την ουσία τής ζωής, καθώς επίσης και τις βασικές διδασκαλίες του Ινδουισμού που είναι το Ντάρμα, το Κάμα, η Άρθα, η Μόκσα και το Κάρμα.
Οι πνευματικές αρχές του Ινδουισμού που συμβολικά εκπροσωπούνται στον Ινδουιστικό ναό αναγράφονται στα αρχαία σανσκριτικά κείμενα όπως π.χ. στις Βέδες και τις Ουπανισάδες, ενώ οι διάφοροι κανόνες για την δομή και την κατασκευή του περιγράφονται σε διάφορες αρχαίες πραγματείες για την αρχιτεκτονική. Μάλιστα η διάταξη, τα μοτίβα, το σχέδιο και η διαδικασία οικοδόμησης απαγγέλλονταν στα αρχαία τελετουργικά με γεωμετρικούς συμβολισμούς και αντικατοπτρίζουν τις πεποιθήσεις και τις αξίες που είναι έμφυτες στις διάφορες σχολές του Ινδουισμού. Ένας Ινδουιστικός ναός για πολλούς Ινδουιστές είναι ένας πνευματικός προορισμός, διότι εκλαμβάνεται και ως ορόσημο, γύρω από το οποίο άκμασαν η αρχαία τέχνη, η οικονομία και τέλος οι κοινοτικές εκδηλώσεις.
Οι Ινδουιστικοί ναοί υπάρχουν σε πολλές μορφές, βρίσκονται σε διάφορες τοποθεσίες, αναπτύσσουν διαφορετικές μεθόδους κατασκευής και είναι προσαρμοσμένες στις εκατοντάδες διαφορετικές θεότητες που λατρεύονται στις διάφορες περιφέρειες τής Ινδίας και των άλλων χωρών, αλλά σχεδόν όλοι τους μοιράζονται ορισμένες βασικές ιδέες, συμβολισμούς και θέματα του Ινδουισμού. Ναοί Ινδουιστικοί ανευρίσκονται κυρίως στην Ινδία και το Νεπάλ, στις χώρες τής νοτιοανατολικής Ασίας, όπως η Καμπότζη, το Βιετνάμ, τα νησιά τής Ινδονησίας και την Μαλαισία, και σε χώρες όπως τα νησιά Φίτζι, Άγιος Μαυρίκιος, Τρινιντάντ και Τομπάγκο, Καραϊβικής, στην Γουιάνα, στο Σουρινάμ, στη Νότια Αφρική, στη Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική και γενικά όπου υπάρχει μια σημαντική Ινδουιστική κοινότητα. Η σημερινή μορφή και η εξωτερική εμφάνιση των Ινδουιστικών Ναών αντικατοπτρίζουν τις τέχνες, τα υλικά και τα σχέδια που εξελίχτηκαν κατά την διάρκεια αρκετών χιλιετιών και αντανακλούν επίσης την επίδραση των συγκρούσεων μεταξύ του Ινδουισμού και του Ισλάμ από τον 12ο αιώνα μ.Χ.
Σχεδόν όλοι οι Ινδουιστικοί ναοί έχουν δύο μορφές. Ή την μορφή ενός απλού οικήματος ή ενός παλατιού. Ένας ναός με την μορφή ενός απλού οικήματος θεωρείται ως ένα απλό καταφύγιο και χρησιμεύει σαν σπίτι μιας θεότητας, που τον επισκέπτεται κάποιος, όπως θα επισκέπτονταν ένα φίλο ή συγγενή. Σύμφωνα με την διδασκαλία του Ινδουισμού, οι ναοί είναι χώροι για την puja, που είναι ένα τελετουργικό φιλοξενίας, στην οποία καλείται ο λάτρης για να συνδεθεί με την θεότητα. Με άλλα λόγια οι Ινδουιστικοί ναοί είναι οι χώροι στους οποίους το άτομο μπορεί να εκτελέσει διαλογισμό, γιόγκα ή ενδοσκόπηση. Οι ναοί που έχουν μορφή παλατιού είναι πιο περίτεχνοι και έχουν συχνά μνημειακή αρχιτεκτονική.
Η κατάλληλη τοποθεσία για ένα Mandir (μαντίρ), σύμφωνα με τα αρχαία σανσκριτικά κείμενα, είναι κοντά σε νερό ή κήπους όπου ανθίζουν τα λουλούδια και τα άνθη λωτών, όπου ακούγονται οι κύκνοι, πάπιες και άλλα πτηνά, όπου τα ζώα ξεκουράζονται χωρίς τον φόβο τραυματισμού ή βλάβης. Αυτές οι αρμονικές τοποθεσίες προτείνονται σ’ αυτά τα κείμενα, με την εξήγηση, ότι σε τέτοια ανάλογα μέρη παίζουν και οι θεοί, επομένως είναι η καλύτερη τοποθεσία για ένα Ινδουιστικό ναό.
Η βασική αρχή για να χτιστεί ένας Ινδουιστικός ναός βασίζεται – όπως έχουμε προείπει – στην πεποίθηση πως όλα τα πράγματα είναι ένα, όλα συνδέονται. Ο προσκυνητής είναι ευπρόσδεκτος μέσα στον μαθηματικά δομημένο χώρο, που είναι ένα σύμπλεγμα τέχνης με πυλώνες, με γλυπτά και αγάλματα και τα οποία τον καλούν να γιορτάσει τις τέσσερεις σημαντικές και απαραίτητες αρχές τής ανθρώπινης ζωής, δηλαδή την επιδίωξη τής Άρθα (ευημερία, πλούτο), τής κάμα (ευχαρίστηση, φύλλο), τής Ντάρμα (αρετές, ηθική ζωή) και τής μόκσα (απελευθέρωση, αυτογνωσία).
Ναός του Κομφουκιανισμού: Οι ναοί που είναι αφιερωμένοι στον Κομφούκιο, είναι γνωστοί με μια ποικιλία ονομάτων σ’ όλη την Ανατολική Ασία. Οι δυο μεγαλύτεροι από αυτούς που βρίσκονται στην πόλη Qufu της Κίνας και το Πεκίνο, είναι γνωστοί στην κινεζική ως «Ναοί του Κομφούκιου». Στη Σαγκάη, το Βιετνάμ, την Κορέα και την Ινδονησία, είναι γνωστοί ως «Ναοί τής Λογοτεχνίας» ή «Ναοί τής Σοφίας και τής Λογοτεχνίας», από τον ρόλο του Κομφούκιου στην παραδοσιακή κινεζική λατρεία ως «Κύριος τής Γνώσης» ή «τής Λογοτεχνίας». Στην Ιαπωνία, είναι συνήθως γνωστοί ως «Ναοί» ή «Αίθουσες τής Σοφίας».
Η ανάπτυξη των κρατικών ναών αφιερωμένων στη λατρεία του Κομφούκιου ήταν αποτέλεσμα της σταδιακής αγιοποίησής του. Το  195 π.Χ., ο Han Gao Zu, ιδρυτής της δυναστείας των Χαν (206 – 195 π.Χ.) ήταν αυτός που προσέφερε θυσία στο πνεύμα του Κομφούκιου στον τάφο της γενέτειράς του Qufu. Θυσίες στο πνεύμα του Κομφούκιου και του Yan Hui, του πιο σημαντικού μαθητή του, είχαν ξεκινήσει στο Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο (Biyong), ήδη από το 241 μ.Χ.
Το 454 μ.Χ., η δυναστεία του Liu Song της Νότιας Κίνας έχτισε ένα εξέχοντα κρατικό ναό αφιερωμένο στον Κομφούκιο. Στα 489 μ.Χ., η βόρεια δυναστεία Wei, κατασκεύασε ένα ναό του Κομφούκιου στην πρωτεύουσα, τον πρώτο εκτός τής Qufu, στον βορρά. Στα 630 μ.Χ., η δυναστεία Tang, αποφάσισε ότι τα σχολεία σε όλες τις επαρχίες και τις κομητείες θα πρέπει να έχουν ναό του Κομφούκιου, με αποτέλεσμα να εξαπλωθούν οι ναοί σ’ όλη την Κίνα. Πασίγνωστα ιερά του Κομφούκιου, περιλαμβάνουν τους αντίστοιχους ναούς του, όπως στην Jianshui, στην Xian, το Fuzi Miao στην Nanjing, και το Ναό του Κομφούκιου στο Πεκίνο, τον πρώτο που χτίστηκε το 1302 μ.Χ. Ο Ναός του Κομφούκιου στην Tianjin που καταλαμβάνει 32 στρέμματα γης, είναι το μεγαλύτερο σωζόμενο παραδοσιακό αρχιτεκτονικό συγκρότημα σ’ αυτή.
Ο μεγαλύτερος και παλαιότερος Ναός του Κομφούκιου βρίσκεται στην πατρίδα του, την Qufu. Ιδρύθηκε το 479 π.Χ., ένα χρόνο μετά τον θάνατό του, επί της ηγεμονίας του Δούκα Ai της επαρχίας Lu, ο οποίος διέταξε ότι η κατοικία του Κομφούκιου θα πρέπει να χρησιμοποιείται πλέον ως χώρος προσκυνήματος και προσφοράς θυσίας. Ο ναός αυτός επεκτάθηκε σε μια περίοδο πάνω από 2000 χρόνια μέχρι που έγινε το τεράστιο συγκρότημα που υπάρχει σήμερα. Εκτός από τους ναούς του Κομφούκιου που σχετίζονται με την κατάσταση της λατρείας του, υπάρχουν επίσης και κτίρια σ’ όλη την Κίνα, στα οποία τιμώνται οι πράξεις του καθώς επίσης και ιδιωτικοί ναοί μέσα στις Ακαδημίες.
Στο ξεκίνημα τής δυναστείας των Tang (618 – 907 μ.Χ.), ναοί του Κομφούκιου χτίστηκαν στα επαρχιακά και κομητειακά σχολεία σε όλη την αυτοκρατορία, είτε μπροστά ή στην μία πλευρά του σχολείου. Η μπροστινή πύλη του ναού ονομάζεται Lingxing πύλη. Στο εσωτερικό του υπάρχουν συνήθως τρεις αυλές, κάποιες όμως φορές υπάρχουν μόνο δύο. Ωστόσο, το συγκρότημα στην Qufu έχει εννέα αυλές που περιέχει στήλες με τον αριθμό των επισκέψεων από τον αυτοκράτορα κατά την περίοδο του εορτασμού ή τις απονομές των αυτοκρατορικών τίτλων ευγενείας στους απογόνους του Κομφούκιου. Το κεντρικό κτίριο, που βρίσκεται στην εσωτερική αυλή καλείται Dachengdian, το οποίο μεταφράζεται ποικιλοτρόπως όπως «αίθουσα του μεγάλου επιτεύγματος», «αίθουσα τής μεγάλης ολοκλήρωσης», ή «αίθουσα τής μεγάλης τελειότητας». Ένα άλλο σημαντικό κτίριο πίσω από το κεντρικό είναι το «Παρεκκλήσι του Λατρεύοντας την Σοφία», η οποία τίμησε τους προγόνους του Κομφούκιου και οι πατέρες των «Τεσσάρων Συγγενών» και των «Δώδεκα Φιλοσόφων».
Σε αντίθεση με τους ναούς του Ταοϊσμού και του Βουδισμού, οι ναοί του Κομφούκιου, δεν έχουν κανονικά εικόνες. Στα πρώτα χρόνια του ναού στην Qufu, φαίνεται πως τα πνεύματα του Κομφούκιου και των μαθητών του εκπροσωπήθηκαν με τοιχογραφίες και πήλινα ή ξύλινα αγάλματα. Οι επίσημοι ναοί περιείχαν επίσης εικόνες του ίδιου του Κομφούκιου. Ωστόσο, υπήρξε αντίδραση με την πρακτική αυτή, η οποία θεωρήθηκε ως μιμητική των Βουδιστικών ναών. Υποστηρίχθηκε επίσης, πως η βασική σκέψη της κατασκευής των αυτοκρατορικών ναών ήταν για να τιμηθούν οι διδασκαλίες του Κομφούκιου, και όχι αυτός ο ίδιος ο άνθρωπος.
Η έλλειψη ομοιομορφίας στα αγάλματα του Κομφούκιου οδήγησε τον πρώτο αυτοκράτορα Taizu τής δυναστείας των Ming να εκδώσει διάταγμα, πως όλοι οι καινούργιοι ναοί του Κομφούκιου, θα έπρεπε να περιέχουν επιγραφές που απηχούν το πνεύμα του και όχι τις εικόνες του. Το 1530 μ.Χ., αποφασίστηκε πως όλες οι υπάρχουσες εικόνες του Κομφούκιου, θα πρέπει ν’ αντικατασταθούν με επιγραφές που απηχούν το πνεύμα του, είτε αυτές βρίσκονταν στους αυτοκρατορικούς ναούς της πρωτεύουσας ή σε άλλες δημόσιες θέσεις. Παρόλα αυτά πολλοί σύγχρονοι ναοί του Κομφούκιου, έχουν για χαρακτηριστικό τους αγάλματα. Αγάλματα παρέμειναν επίσης και στους ναούς που λειτουργούν από την οικογένεια των απογόνων του Κομφούκιου, όπως στην Qufu.
Παγόδα: Η Παγόδα είναι μνημείο του Βουδισμού. Είναι πολυώροφο κτίριο πυργοειδούς μορφής τής ανατολικής και νοτιοανατολικής Ασίας, κατασκευασμένο από ξύλο στην αρχή και μετέπειτα – μετά τον 7ο αιώνα μ.Χ. – από πλίνθους ή πέτρα, το οποίο συνήθως είναι ενταγμένο στο συγκρότημα ενός Βουδιστικού ιερού.
Η μορφή της έλκει την καταγωγή της από την αρχαία ινδική Στούπα, δηλαδή το θολωτό μνημείο στο οποίο φυλάσσονται ιερά λείψανα ή οι νεκροί βασιλιάδες. Η ημισφαιρική θολωτή στούπα της αρχαίας Ινδίας εξελίχθηκε και έλαβε διάφορες μορφές σε διάφορες περιοχές τής ανατολικής και νοτιοανατολικής Ασίας. Η ακρόληξη ή η διακοσμητική κατάληξη τής στούπα επιμηκύνθηκε προσλαμβάνοντας όλο και κυλινδρικότερο σχήμα, μέχρις ότου ολόκληρο το πάνω μέρος τής στούπα λέπτυνε και έγινε πυργοειδές.
Αυτή η νέα μορφή τής στούπα υιοθετήθηκε από τον Βουδισμό ως η καταλληλότερη για να στεγάσει τα ιερά λείψανα και έγινε γνωστή στη Δύση ως Παγόδα. Στο Θιβέτ η Βουδιστική Παγόδα έλαβε φιαλόμορφο σχήμα. Στη Βιρμανία, την Ταϊλάνδη, την Καμπότζη και στο Λάος έλαβε πυραμοειδές ή κωνικό σχήμα. Στην Κίνα όπου βρίσκουμε και την αρχαιότερη στο Χενάν 523 μ.Χ., η αρχιτεκτονική της επηρεάστηκε από την μορφή των περιπτέρων, την Κορέα (Κιοντζιού 634 μ.Χ.) και την Ιαπωνία (Κυότο – Νάρα), εξελίχθηκε στην πιο γνωστή και κλασσική μορφή της.
Διαμορφώθηκε δηλαδή σ’ έναν ψηλό πολυώροφο πύργο στον οποίο η μορφή του κάθε ορόφου επαναλαμβάνεται αλληλοδιαδόχως σε όλο το ύψος του κάθετου άξονα, αλλά σε μικρότερες διαστάσεις. Η κάτοψη του κάθε ορόφου ποικίλει, μπορεί να είναι κυκλική, τετράγωνη ή πολυγωνική. Στις παγόδες τής ανατολικής Ασίας κάθε όροφος έχει τη δική του προεξέχουσα στέγη και όλο το οικοδόμημα απολήγει σε ιστό και δίσκους. Ο αριθμός των ορόφων είναι συνήθως περιττός (δηλ. μονός), επειδή αυτό θεωρείται τυχερός οιωνός. Αν και οι Βουδιστές ισχυρίζονται πως η μορφή της μοιάζει με το άνθος του λωτού, τα αρχιτεκτονικά της όμως χαρακτηριστικά δεν επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο. Συνήθως η Παγόδα αποτελεί απλώς μνημείο και δεν διαθέτει χρησιμοποιήσιμο εσωτερικό χώρο.   
Στούπα: Θρησκευτικό μνημείο που ανήκει κυρίως στη Βουδιστική θρησκεία – και μερικώς στην Ινδουιστική – το οποίο προέρχεται μάλλον από τον αρχαίο νεκρικό τύμβο των Βραχμανιστών. Η λέξη Στούπα, που σημειωτέον είναι στα σανσκριτικά την αρχαία γλώσσα της Ινδίας, η αρχική σημασία της είναι κορυφή, σωρός από χώμα, πέτρες. Αρχικά ήταν κατασκευή πάνω από τάφο βασιλιά ή αρχηγού. Στη Βουδιστική αρχιτεκτονική, κατασκευή για τη φύλαξη αγίων λειψάνων.
Ήδη οι πιο παλιές Στούπα, στο Τσασνί 3ος – 2ος αιώνας π.Χ., είχαν κανονική τριμερή δομή: βαθμιδωτή βάση, ολόσωμο βασικό όγκο, στέψη με μορφή πολυεδρικού σκιάδιου. Έχουν βρεθεί και Στούπα ημισφαιρικές (Ινδία, Σρι Λάνκα), τετράγωνα βαθμιδωτά (Σρι Λάνκα, Ταϊλάνδη), πυργόμορφα (Βιετνάμ, Κίνα), κωδωνόμορφα (Βιρμανία, Καμπότζη, Ταϊλάνδη, Ινδονησία), με μορφή φιάλης (Κίνα, Μογγολία).
Η συνήθης τεχνική της κατασκευής των Στούπα ήταν στρώσιμο πετρών, τοίχοι από σοβαντισμένα τούβλα, γέμισμα με λάσπη, χαλίκι κ.λ.π.
Η Στούπα είναι πέτρινη και αποτελείται από ένα ημισφαιρικό θόλο (άντα) ο οποίος στηρίζεται σ’ ένα κυκλικό κρηπίδωμα. Στην κορυφή του θόλου είναι χτισμένο ένα κυβικό δώμα (χαρμίκα), που συχνά περιτριγυρίζεται από εξώστη. Από το κέντρο του δώματος υψώνεται κατακόρυφα ένας ιστός που αποτελείται από διαδοχικούς δίστους (τσάτρα), ενώ στη κορυφή του ιστού στηρίζεται ένα δοχείο.
Γύρω από τη Στούπα υπάρχει πέτρινο διακοσμημένο κιγκλίδωμα (βεντίκα), που δημιουργεί ένα ελεύθερο χώρο ανάμεσα στον περίβολο και τη Στούπα. Το κιγκλίδωμα έχει πόρτες (τοράνα) στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα˙ αυτές αποτελούνται από δύο ψηλές κολόνες που ενώνονται με περιστύλια. Για τη διακόσμηση των Στούπα συχνά γίνονταν βάψιμο ή επιχρύσωση. Στούπα χτίζονται κυρίως στην Ινδία, αλλά η αρχιτεκτονική τους διαδόθηκε με διάφορες παραλλαγές και στις γύρω χώρες (Ινδονησία, Σρι Λάνκα κ.λ.π.).
Η ονομασία Στούπα είναι χαρακτηριστική μόνο για την Ινδία και το Νεπάλ. Στην Σρι Λάνκα χρησιμοποιούνται οι ονομασίες “ντάγκομπα”, στη Βιρμανία “ζέντι” και “πατό”, στη Ταϊλάνδη “τχατ”, στη Μογγολία “σουμπουργκάν”, στην Κίνα και το Βιετνάμ “μπάο – τα” κ.λ.π.
Ταοϊστικός Ναός: Ένας Ταοϊστικός Ναός, ονομάζεται Gong, Guan ή Miao στα κινέζικα και είναι ή ιερή αίθουσα όπου οι Ταοϊστές εκτελούν τις θρησκευτικές τους τελετές. Συνδυάζει στην δομή του, την θεωρία και τις ιδέες του Ταοϊσμού, μαζί με τις παραδοσιακές κινέζικες μεθόδους κατασκευής. Έτσι με τον τρόπο αυτό σχηματίζεται ένα μοναδικό στυλ μεταξύ των πολλών και διαφορετικών τύπων της αρχαίας κινέζικης αρχιτεκτονικής.
Οι Ταοϊστικοί Ναοί διαφόρων μορφών είναι διάσπαρτοι σε όλη την Κίνα. Σε γενικές γραμμές πάντως μπορούν να χωριστούν σε τρεις κατηγορίες: αυτοί που θυμίζουν παλάτι, οι απλοί ναοί και αυτοί που είναι μια απλή καλύβα ή σπηλιά. Αν και είναι διαφορετικών μεγεθών, αυτό δεν παίζει κανένα ρόλο γιατί όλοι τους έχουν κατασκευαστεί για να εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό.
Οι άνθρωποι μπορεί να μπερδευτούν στο να ξεχωρίσουν έναν Ταοϊστικό Ναό από ένα Βουδιστικό, γιατί εξωτερικά είναι σχεδόν όμοιοι, αφού πολλές μέθοδοι ταοϊστικής κατασκευής μιμούνται εκείνες του Βουδισμού, αν και υπάρχουν κάποιες μικρές διαφορές μεταξύ τους. Για παράδειγμα, τα ιερά αγάλματα του Δράκοντα και του Τίγρη βρίσκονται μπροστά στην κύρια πύλη του Ταοϊστικού Ναού, ενώ στον Βουδιστικό ναό στην ίδια θέση υπάρχουν τα αγάλματα τής φρουράς των δύο γιγάντων. Εκτός αυτού τα θέματα των αγαλμάτων και οι τοιχογραφίες έχουν σχέση με κοινούς ανθρώπους και όχι με κάτι το υπερφυσικό και η θρησκευτική ατμόσφαιρα δεν είναι τόσο έντονη όσο στους Βουδιστικούς ναούς.
Επειδή ο Ταοϊσμός επιδιώκει μια παρατεταμένη και καρποφόρα ζωή, γι’ αυτό στις διακοσμήσεις που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή του ναού αντικατοπτρίζεται αυτό το θέμα. Έτσι τα παράθυρα, οι πόρτες, οι μαρκίζες και οι δοκοί είναι σκαλισμένα με κινέζικους χαρακτήρες, όπως Φου (ευλογία), Σου (μακροζωία), Τζι (ευοίωνο). Η ιδέα της ταοϊστικής διακόσμησης έχει επηρεάσει την κινέζικη λαϊκή κουλτούρα, με αποτέλεσμα πολλά σπίτια απλών ανθρώπων να απεικονίζουν ιστορίες από τον Ταοϊσμό, όπως λ.χ. «Οι Οκτώ Αθάνατοι που διασχίζουν την θάλασσα».
Οι περισσότεροι Ταοϊστικοί Ναοί είναι χτισμένοι κατά μήκος μιας πλευράς του βουνού, συνήθως από ξύλινο σκελετό, επειδή πιστεύεται πως αυτό είναι ευεργετικό για την υγεία.        
Συναγωγή: Με τον όρο αυτό περιγράφεται ο τόπος συνάθροισης των εβραϊκών κοινοτήτων. Με την μεταφορική του όμως έννοια σημαίνει τον θρησκευτικό εκείνο θεσμό, που θεσπίστηκε κατά την διάρκεια τής βαβυλωνιακής εξορίας των Ιουδαίων και μετά από αυτήν διαδόθηκαν στις άλλες ιουδαϊκές κοινότητες τής Διασποράς αλλά και τής Παλαιστίνης για να αντικαταστήσει την λειτουργία του ναού, που γινόταν στην Ιερουσαλήμ. Σιγά – σιγά πλήθυναν τόσο, που στα χρόνια του Χριστού κάθε πόλη είχε τη δική της συναγωγή, ενώ υπήρχαν και πολλές και μέσα στην Ιερουσαλήμ.
Η συναγωγή είναι ένα κτίριο απλό, στο κέντρο του οποίου υπάρχει ένας άμβωνας, απ’ όπου διαβάζεται η Εβραϊκή Βίβλος και γίνεται το κήρυγμα. Πίσω από τον άμβωνα τα παλιά χρόνια υπήρχαν καθίσματα για τους αναγνώστες και τους διδασκάλους του Νόμου, τους ραββίνους. Ένα από αυτά τα καθίσματα, το πιο ψηλό, ονομαζόταν «καθέδρα του Μωϋσέως». Στο βάθος προς τον ανατολικό τοίχο της συναγωγής, σε μια κρύπτη φυλάγονται, τα ιερά κείμενα.
Η συναγωγή ήταν τόπος μελέτης του Νόμου και πνευματικής επικοινωνίας με το Θεό χωρίς την προσφορά θυσιών. Η λατρεία περιλάμβανε ανάγνωση περικοπών από την Εβραϊκή Βίβλο, κήρυγμα, υμνολογία και προσευχή. Την εποπτεία τής συναγωγής είχε ο αρχισυνάγωγος, που εκλεγόταν από τους γέροντες της κοινότητας. Παράλληλα με τη λειτουργική αποστολή της, η συναγωγή αναλάμβανε και εκπαιδευτικές και προσκυνηματικές αποστολές, που αργότερα ανέλαβαν αυτόνομοι οργανισμοί.
Τζαμί ή τέμενος: Ο οίκος του Θεού – κατά τους μουσουλμάνους – αποτελεί όχι μόνο τον θρησκευτικό αλλά συχνά και τον κοινωνικό πυρήνα τής ισλαμικής ζωής. Ο μουσουλμάνος καταθέτει εδώ την προσευχή του, αλλά και τον χρησιμοποιεί ως τόπο συγκέντρωσης, ηρεμίας και συζήτησης. Γενικά όμως, υπάρχει μια διάκριση ανάμεσα σε τζαμιά στα οποία τελείται η προσευχή τής Παρασκευής και σε μικρότερα, που χρησιμεύουν μόνο για ατομική προσευχή.
Στον εξοπλισμό του τζαμιού ανήκουν το Μιχράμπ μια ημικυκλική εσοχή στο τοίχο που έχει κατεύθυνση προς το ιερό Καάμπα της Μέκκας, τον ιερότερον τόπο του Ισλάμ, το Μινμπάρ μια υπερυψωμένη πλατφόρμα, σαν άμβωνας, όπου ανεβαίνει ο Ιμάμης (καθοδηγητής) και καθοδηγεί την προσευχή, και μία εγκατάσταση στην οποία υπάρχει τρεχούμενο νερό και χρησιμοποιείται από τους πιστούς για το πλύσιμο χεριών, ποδιών, στόματος, αυτιών πριν την προσευχή. Έξω από το τζαμί υπάρχει ο μιναρές ένας ψηλός και στενός κυλινδρικός πύργος, από τον εξώστη του οποίου ο μουεζίνης καλεί τους πιστούς να προσέλθουν για να προσευχηθούν.
Τα μεγάλα τζαμιά τής Παρασκευής έχουν επιπλέον μια αίθουσα για τον ηγεμόνα και ιδιαίτερο γυναικωνίτη. Το πάτωμα των τζαμιών καλύπτεται από χαλιά ή μοκέτες. Γενικά πάντως το εσωτερικό του τζαμιού είναι μάλλον λιτό. Δαπανηρές διακοσμήσεις και τοιχογραφίες απουσιάζουν παντελώς, λόγω της απαγόρευσης των εικόνων από το Ισλάμ. Υπάρχουν όμως στο εσωτερικό του μοναδικά γεωμετρικά σχήματα και ταινίες με γεωμετρικές γραφές τα περίφημα αραβουργήματα.
Εξαιτίας τής απαγόρευσης των εικόνων, οι μουσουλμάνοι ανέπτυξαν την περίφημη γραφική τέχνη. Η καλλιγραφία αυτή χρησίμευε και για τη διακόσμηση του τζαμιού, στο οποίο όμως συναντάμε μόνο στίχους από το ιερό βιβλίο τους, το Κοράνι, και ονόματα των τεσσάρων δίκαιων χαλίφηδων (Αμπού – Μπακρ, Ουμάρ ιμπν αλ – Χαττάμπ, Οθμάν ιμπν Αφφάν και Αλί ιμπν Αμπού Τάλιμπ) και φυσικά και του ιδρυτή του Ισλαμισμού, του Μωάμεθ.                 
Χριστιανικός Ναός: Στην αρχή οι Χριστιανοί δεν είχαν ναούς, αλλά τελούσαν την λατρεία σε ένα σπίτι, την λεγόμενη «κατ’ οίκον Εκκλησία». Απέφευγαν να χτίσουν ιδιαίτερα οικοδομήματα, επειδή θεωρούσαν πως ο Θεός δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς. Αργότερα, έχτισαν στις πόλεις τα Κυριακά ή Ευκτήριους οίκους, που ήταν απλές και ευρύχωρες αίθουσες αφιερωμένες στην λατρεία.
Η αύξηση του αριθμού των πιστών και η ανάπτυξη τής λατρείας συνέτειναν στην κατασκευή των πρώτων ναών. Σημειωτέον πως την περίοδο των διωγμών από το Ρωμαϊκό κράτος χρησιμοποιούσαν σαν τόπους λατρείας τα ρωμαϊκά κοιμητήρια που ήταν υπόγεια και δαιδαλώδη με πολλές στοές, τις ονομαζόμενες κατακόμβες.
Με το τέλος αυτών των διωγμών άρχισαν να χτίζονται μεγαλόπρεποι χριστιανικοί ναοί. Ο πρώτος ρυθμός (τύπος) που χτίστηκαν αυτοί οι ναοί ονομάστηκε Βασιλική. Χαρακτηριστικά του, η σαμαρωτή ξύλινη στέγη και η εσωτερική διαρρύθμισή του που χωρίζεται συνήθως σε τρία μέρη με κιονοστοιχίες, τα οποία ονομάστηκαν κλίτη με το μεσαίο κλίτος να είναι διπλάσιο από τα άλλα. Εκτός από τις τρίκλιτες Βασιλικές έχουμε πεντάκλιτες, επτάκλιτες, ακόμα και εννιάκλιτες.
Επόμενος ρυθμός ναού ήταν ο περίκεντρος ναός που ήταν κυκλικά ή πολυγωνικά κτίρια στεγασμένα με θόλο τον λεγόμενο τρούλο. Οι ναοί όμως αυτοί λόγω του τρούλου ήταν αναγκαστικά μικροί. Και έτσι φτάσαμε στον επόμενο ρυθμό που είναι συνδυασμός των δύο προηγουμένων την Βασιλική με τρούλο. Συνδυάζει την ευρυχωρία της Βασιλική με την αίσθηση της ψυχικής ανάτασης που δημιουργεί ο τρούλος.
Άλλοι ρυθμοί ναών είναι ο Βυζαντινός που έχει σταυρικό σχήμα, εγγεγραμμένο σε τετράγωνο και στο κέντρο του δεσπόζει ο υπερυψωμένος τρούλος, ο οκτάγωνος ναός, ο ρυθμός της Αναγεννήσεως, ο Ρώσικος ρυθμός με τους τρούλος του να είναι σαν κρεμμύδια, ο Γοτθικός ρυθμός, ο Μπαρόκ και Ροκοκό κ.λ.π.
Οι Ναοί εσωτερικά διακοσμούνται συνήθως με εικόνες, ψηφιδωτά, αγάλματα, με υαλουργήματα (βιτρό) ή είναι παντελώς γυμνοί, συνήθως αυτοί του Προτεσταντισμού (Διαμαρτύρησης) και των παραφυάδων του.
Ονομαστοί Χριστιανικοί Ναοί είναι, η Αγία Σοφία τής Κωνσταντινούπολης, ο Άγιος Πέτρος τής Ρώμης και η Παναγία των Παρισίων.     
    
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Οι πιστοί της θρησκείας των Σιχ, έχουν σημαντικότερο ιερό τον Χρυσό ναό στο Αμριτσάρ της Ινδίας. Για τις θρησκευτικές τους ανάγκες χρησιμοποιούν κάποιους χώρους που τους ονομάζουν «γκούρ – ντουάρα» δηλαδή η θύρα του Γκούρου. Το όνομα αυτό χρησιμοποιείται ακόμη και για το ειδικό δωμάτιο που διατηρούν στο σπίτι τους με κέντρο το ιερό βιβλίο.    

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Εγκυκλοπαίδεια των Θρησκειών
Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια
Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια
Ελληνική και Ξένη Βικιπαίδεια (Wikipedia)
Εγκυκλοπαίδεια «Πάπυρος Λαρούς»
Εγκυκλοπαίδεια «Επιστήμη και Ζωή»
Σχολικό Εγχειρίδιο Θρησκευτικών «Προετοιμασία των ανθρώπων για τον καινούργιο κόσμο του Θεού» Α΄γυμνασίου, 1997
Σχολικό Εγχειρίδιο Θρησκευτικών «Εκκλησία, η νέα κοινωνία σε πορεία» Γ΄γυμνασίου, 1999
www.travelchinaguide.com
Αναστάσιος Γιαννουλάτος: Ίχνη από την αναζήτηση του υπερβατικού

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.