Σελίδες

29 Σεπ 2019

Πως έβλεπαν το πρόσωπο του Χριστού οι Ιουδαίοι της εποχής του και οι σύγχρονοι φιλελεύθεροι προτεστάντες ερμηνευτές


Οι Ιουδαίοι της εποχής του Χριστού και οι σύγχρονοι φιλελεύθεροι προτεστάντες ερμηνευτές δεν φέρουν καμιά αντίρρηση στον ισχυρισμό του Ιησού περί του εαυτού του, ότι είναι ο αναμενόμενος από τους Ιουδαίους Μεσσίας ή Χριστός, αν και δεν τον παραδέχονται οι Ιουδαίοι και κάποιοι από τους προτεστάντες ακριβώς έτσι. Για την ακρίβεια παραδέχονται ότι ο ισχυρισμός αυτός έγινε από τον ίδιο τον Ιησού, αλλά ταυτόχρονα πιστεύουν πως έκανε λάθος ο Χριστός να πιστεύει κάτι ανάλογο. Εκείνο όμως το οποίο δεν ανέχονται είναι ο ισχυρισμός των Πατέρων της Εκκλησίας πως ο Χριστός δίδασκε περί του εαυτού του, ότι είναι Θεός...

Κάποιοι από τους Ιουδαίους ήσαν πράγματι διατεθειμένοι να αποδεχτούν τον Χριστό ως τον αναμενόμενο Μεσσία, αλλά μόνο όσοι ανήκαν στην παράδοση των θεωμένων προφητών τον δέχονταν σαν τον Κύριο της δόξας. Μάλιστα – όπως γνωρίζουμε και από τη Γραφή – την ταύτιση αυτή που έκανε ο ίδιος ο Χριστός μεταξύ του εαυτού του και του Κυρίου της δόξας, χαρακτήρισαν οι Ιουδαίοι ως βλασφημία διότι κατ’ αυτούς «αν και ήταν άνθρωπος έκανε τον εαυτό του ίσο με το Θεό» Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο 5:18. Πάντως ο Χριστός υπενθυμίζει στους Ιουδαίους πως οι Γραφές λένε ότι όχι μόνο ο Κύριος της δόξας είναι Θεός, αλλά και οι φίλοι του Θεού λέγονται Θεοί, ως Θεοί κατά χάρη.
Δηλαδή σε σχέση με τους σύγχρονους φιλελεύθερους προτεστάντες η διάκριση στις αντιλήψεις περί του Μεσσία των Ιουδαίων δεν είναι ουσιαστικά μεταξύ 1. ενός επιγείου ανθρώπινου και 2. ενός προϋπάρχοντος ουράνιου Μεσσία. Η πραγματική διάκριση είναι μεταξύ αυτών που ανέμεναν τον ανθρώπινο Μεσσία και αυτών που ανέμεναν την επέμβαση του Κυρίου της δόξας εντός της παράδοσης των προφητών, οι οποίοι ως φίλοι του γνώριζαν τον Χριστό πριν από την ενσάρκωσή του και την γέννησή του από την Παρθένο Μαρία. Σ’ αυτή την παράδοση ανήκουν αμφότεροι, και οι μαθητές του Ιωάννη του Βαπτιστή και οι μαθητές του Χριστού.
Άλλωστε δεν είναι τυχαίο πρόσωπο ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο οποίος ήταν ο πρώτος που δέχτηκε την αποκάλυψη πως ο Χριστός είναι αυτός που εμφανίστηκε στους προφήτες ως Κύριος της δόξας και το απρόσιτο φως στο οποίο κατοικεί ο Θεός, και του οποίου (Ιωάννη) δύο μαθητές ήταν από τους πρώτους που ακολούθησαν τον Χριστό: «στραφείς δε ο Ιησούς και βλέποντας αυτούς να τον ακολουθούν τους λέει, τι ζητάτε; Αυτοί δε του είπαν∙ δάσκαλε …, που μένεις; Λέει σ’ αυτούς∙ ελάτε και δείτε. Ήλθαν λοιπόν και είδαν που μένει, και έμειναν κοντά του εκείνη τη μέρα∙ και ή ώρα ήταν δέκα περίπου» Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο 1:38 – 40. Ο τόπος αυτός όπου μένει ο Χριστός είναι η δόξα του Χριστού, την οποία είδαν οι προφήτες και ο πνευματικός τους πατέρας ο Ιωάννης ο Βαπτιστής: «Ήταν ο Ανδρέας ο αδελφός του Σίμωνα Πέτρου ένας από τους δύο οι οποίοι άκουσαν από τον Ιωάννη γι’ αυτόν και τον ακολούθησαν» Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο 1:40. Στη συνέχεια με την κλήση και των υπόλοιπων αποστόλων αποκαλύπτεται πως ο Ιησούς είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας, αλλά και ο υιός του Θεού.
Η διάκριση αυτή των Ισραηλιτών, δηλαδή 1. σ’ αυτούς που αποδέχονταν τον Ιησού ως Μεσσίας και ως Υιό του Θεού και 2. τους Ιουδαίους τους πιστεύοντες πως ο Μεσσίας θα εμφανιστεί μόνον ως άνθρωπος, φαίνεται καθαρά από την εξής περικοπή του Ευαγγελιστή Ιωάννη στην οποία ο Χριστός σαφώς αναφέρεται στις δύο αυτές παρατάξεις και στους Προφήτες ως κατά χάρη Θεούς: «σχίσμα έγινε πάλι στους Ιουδαίους για τα λόγια αυτά. Έλεγαν δε πολλοί από αυτούς∙ δαιμόνιο έχει και παραλογίζεται∙ τι τον ακούτε; Άλλοι έλεγαν∙ αυτά τα λόγια δεν είναι λόγια δαιμονισμένου∙ μπορεί ένα δαιμόνιο να ανοίξει τους οφθαλμούς των τυφλών; … κύκλωσαν λοιπόν αυτόν οι Ιουδαίοι και του είπαν∙ “ως πότε θα μας κρατάς σε αγωνία; Εάν λοιπόν είσαι ο Χριστός πες το μας καθαρά.” Αποκρίθηκε σ’ αυτούς ο Ιησούς∙ “σας το είπα και δεν το πιστέψατε. Τα έργα τα οποία κάνω στο όνομα του Πατέρα μου, αυτά μαρτυρούν για μένα∙ αλλά εσείς δεν πιστεύετε∙ διότι δεν είστε από τα δικά μου πρόβατα, όπως σας έχω πει. Τα δικά μου πρόβατα ακούνε την φωνή μου, και εγώ τα γνωρίζω αυτά, και με ακολουθούν, και εγώ δίνω σ’ αυτά αιώνια ζωή, και δεν πρόκειται να χαθούν ποτέ και ούτε πρόκειται να τα αρπάξει κανένας από τα χέρια μου. Ο Πατέρας μου, ο οποίος μου τα έχει δώσει, είναι μεγαλύτερος όλων και κανείς δεν μπορεί να τα αρπάξει από το χέρι του Πατέρα μου. Εγώ και ο Πατέρας μου είμαστε ένα.” Σήκωσαν πάλι πέτρες οι Ιουδαίοι για να τον λιθοβολήσουν. Ο Ιησούς τότε τους είπε, “πολλά καλά έργα σας έδειξα από τον Πατέρα μου, για ποιο έργο από αυτά με λιθοβολείτε;” Αποκρίθηκαν σ’ αυτόν οι Ιουδαίοι λέγοντες “δεν σε λιθοβολούμε για κάποιο καλό έργο αλλά για την βλασφημία, γιατί εσύ, ενώ είσαι άνθρωπος, κάνεις τον εαυτό σου Θεό.” Ο Ιησούς τους αποκρίθηκε, “δεν είναι γραμμένο στο νόμο σας, εγώ είπα είστε Θεοί; Εάν εκείνους είπε Θεούς, προς τους οποίους ήλθε ο λόγος του Θεού, και η γραφή δεν μπορεί να καταργηθεί, σεις λέτε σε εκείνον, τον οποίον ο Πατέρας τον αγίασε και τον έστειλε στον κόσμο, Βλασφημείς, επειδή είπα, Είμαι Υιός του Θεού; Εάν δεν κάνω τα έργα του Πατέρα μου, μη με πιστεύετε. Εάν όμως τα κάνω, τότε, και αν ακόμη δεν πιστεύετε σ’ εμένα, πιστέψτε στα έργα μου, για να γνωρίσετε και πιστέψετε ότι ο Πατέρας μου είναι σε μένα και εγώ σε αυτόν”» Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο 10:18 – 38.
Όταν έχει κάποιος υπόψη του την ταύτιση από τον ίδιο τον Χριστό και τους Αποστόλους, του προσώπου του Χριστού με τον Κύριο και τον Άγγελο της δόξας της Παλαιάς Διαθήκης, και το γεγονός ότι οι Προφήτες ήταν αυτόπτες μάρτυρες της δόξας ή θεότητας του Χριστού πριν την ενσάρκωσή του, τότε είναι απολύτως σαφές το νόημα των λόγων του Προφήτη Ησαΐα «διότι παιδί γεννήθηκε σε μας, γιος, και δόθηκε σε μας, του οποίου η εξουσία υπάρχει απ’ αρχής στους ώμους του και καλείται το όνομα αυτού μεγάλης βουλής Άγγελος, θαυμαστός σύμβουλος, Θεός ισχυρός, εξουσιαστής, άρχοντας της ειρήνης, πατέρας του μέλλοντος» Ησαΐας 9:5 – 7.
Πάντως η διδασκαλία της Αγίας Γραφής για την Αγία Τριάδα και την ενσάρκωσή του μονογενή Υιού του Θεού (Χριστού) είναι σαφέστατη, όταν ερμηνεύεται εντός της Ιεράς παράδοσης αυτών που θεώθηκαν. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως όσοι βαπτίζονται στην Εκκλησία είναι της παράδοσης αυτής, όπως κατ’ αντιστοιχία δεν ήσαν αυτής, όλοι οι Ιουδαίοι οι οποίοι είχαν διεστραμμένη άποψη περί Θεού, Κυρίου της δόξας, Μεσσία και λυτρώσεως, αφού δεν ακολουθούσαν την διδασκαλία των προφητών τους, για όλα αυτά. Την θέση των Ιουδαίων οι οποίοι παρερμήνευαν και αγνοούσαν την θεωρία δηλαδή την θέα του Κυρίου της δόξας από τους Προφήτες και την προφητεία αυτών για την ενσάρκωση του Κυρίου, πήραν οι εντός της Εκκλησίας αναφυέντες αιρετικοί οι οποίοι απέκοψαν τους εαυτούς τους από αυτή την παράδοση της θέωσης.
Εξ’ αιτίας των αιρετικών αυτών αναγκάσθηκε η Εκκλησία να διατυπώσει τα ήδη υπάρχοντα δόγματα μέσω ορισμένης ορολογίας, η οποία είχε σκοπό όχι βέβαια την βαθύτερη εμβάθυνση ή καλύτερη διασάφηση των δογμάτων, αλλά την κατοχύρωση αυτών με σαφέστερη έκφραση αυτών, έναντι των εντός της Εκκλησίας αναφυέντων κακοδοξιών. Με άλλα λόγια η Εκκλησία επεδίωξε να απομακρύνει τις κακοδοξίες αυτές και τοιουτοτρόπως να διαφυλάξει τους πιστούς από αυτές. Το παράδοξο όμως, σε όσα έχουν λεχθεί μέχρι τώρα είναι, πως μεταξύ των Ορθοδόξων και των αιρετικών υπήρχε μια ερμηνευτική ενότητα για την Αγία Γραφή, η οποία ουδόλως υπάρχει σήμερα μεταξύ των Ορθοδόξων και των Δυτικών και κυρίως των φιλελευθέρων προτεσταντών.        

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ιωάννης Ρωμανίδης: Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Τόμος Α΄, Εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1973
 
 
 
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.

1 σχόλιο:

  1. Α Κορ. 2,8 : ην ουδεὶς των αρχόντων του αιωνος τούτου εγνωκεν· ει γὰρ εγνωσαν, ουκ αν τὸν κύριον της δόξης εσταύρωσαν·

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.