Σελίδες

26 Δεκ 2021

Πως περιγράφει ένας πρώην προτεστάντης την κυριακάτικη Ορθόδοξη Λειτουργία, απευθυνόμενος στους πρώην ομοδόξους του

 


Επιτρέψτε μου να σας περιγράψω μία τυπική κυριακάτικη πρωινή Λειτουργία στην Ορθοδοξία. Πρώτα απ’ όλα, δεν παίρνουμε πρωινό – ούτε καν καφέ! Η Εκκλησία τηρούσε πάντα νηστεία πριν την Θεία Ευχαριστία με την προοπτική της μετάληψης, ως πρώτης τροφής της ημέρας, του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Καθώς αναχωρώ για την εκκλησία, μια σκέψη κυριαρχεί στο μυαλό μου, ένας στόχος: “Σήμερα θα δοξάσω και θα τιμήσω τον Χριστό. Διότι με καλεί να Τον  συναντήσω και να ενωθώ μαζί Του”. Δεν έχω κανένα άγχος και καμιά αμφιβολία για το αν η Λειτουργία θα έχει νόημα. Σίγουρα θα έχει, αφού τίποτα δεν μπορεί να το εμποδίσει ...

(Βεβαίως μπορεί να μην καταλάβω εγώ το νόημά της, αν είμαι αφηρημένος ή αν προσέρχομαι στην λατρεία χωρίς να έχω καθαρίσει την καρδιά μου από τις αμαρτίες. Το πρόβλημα αυτό όμως βρίσκεται μέσα μου και όχι στην Λειτουργία ή σε αυτούς που την τελούν).

Και γιατί έχω αυτή την πεποίθηση; Επειδή όσο και να ακούγεται περίεργο, το Άγιο Πνεύμα τελεί το μυστήριο μέσω αυτής καθαυτής της ακολουθίας και όχι κυρίως μέσω αυτών που το διεκπεραιώνουν. Η λειτουργική λατρεία της Εκκλησίας, βλέπετε, δεν είναι ανθρώπινη επινόηση. Είναι ένα δώρο που έλαβε η Εκκλησία στα πρώτα της βήματα από το Άγιο Πνεύμα, το οποίο θα την οδηγούσε στην πλήρη αλήθεια. Οι ακολουθίες της Εκκλησίας είναι η ενσάρκωση των εντολών του Χριστού προς τους Αποστόλους Του περί το πώς πρέπει να Τον λατρεύουμε.

Γνωρίζω καλά, ξαναλέω, ότι όλα αυτά δεν μπορεί να τα δεχθεί αμέσως ο προτεστάντης αναγνώστης. Σίγουρα βέβαια, μπορεί, αν θέλει, να ανακαλύψει την αλήθεια των ισχυρισμών μου, όπως την ανακάλυψα και εγώ. Αυτό που ζητώ από τον αναγνώστη μου σε αυτό το σημείο είναι να δεχθεί το εξής: Αν η Θεία Λειτουργία είναι δοσμένη από τον Θεό, τότε όλα τα ωραία πράγματα που θα αναφέρω στις επόμενες σελίδες θα πρέπει να είναι πολύ αληθινά. Θα ήθελα επίσης ο προτεστάντης αναγνώστης μου να αναρωτηθεί: Η Λειτουργία που θα περιγράψω, δεν μοιάζει με την ιδανική λατρεία;

Η λατρεία του Ορθόδοξου χριστιανού γίνεται σε ένα περιβάλλον, όπου ο ίδιος ο Θεός την κατευθύνει. Ο προτεστάντης απ’ την άλλη πλευρά, ελπίζει ότι ο Θεός θα εμπνεύσει με κάποιο τρόπο τους υπεύθυνους της λατρείας να την διαμορφώσουν με τέτοιο τρόπο που να έχει νόημα. Μπορείτε να αντιληφθείτε την τεράστια διαφορά; Όταν ο Θεός καθορίζει την λατρεία, οι αμαρτωλοί και πλανώμενοι άνθρωποι δεν μπορούν να γίνουν εμπόδιο στην τέλεσή της. Όταν οι πράξεις που απαιτεί ο Θεός είναι πάντοτε οι ίδιες, οι πιστοί δεν χάνουν τον δρόμο και δεν οδηγούνται σε λανθασμένη λατρεία από τον ύπουλο εχθρό.

Σε μια τέτοια λατρεία λοιπόν συμβαίνουν θαυμάσια πράγματα. Σκεφτείτε το λίγο. Κάθε προσευχή εισακούεται, γιατί ο Θεός ο ίδιος έχει καθορίσει τι πρέπει να ειπωθεί. Κάθε ύμνος αναπέμπεται προς δόξαν Του, γιατί ο ίδιος έχει εμπνεύσει τα λόγια. Σε κάθε ενέργεια μέσα στην Λειτουργία είναι παρόν το Άγιο Πνεύμα, γιατί ο Θεός έχει καθορίσει τι πρέπει να γίνεται σ’ αυτήν. Όταν λοιπόν ο Ορθόδοξος τελεί οικειοθελώς και με πίστη αυτά που ζητάει ο Θεός, η λατρεία είναι γεμάτη από την παρουσία Του.

Εδώ όμως υπάρχει ένα παράδοξο. Καθώς ο Ορθόδοξος προσέρχεται ταπεινά στην λατρεία και συμμετέχει με όλη του την καρδιά σε αυτήν, λαμβάνει τελικά την φώτιση την οποία τόσο ειλικρινά ποθεί ο προτεστάντης. Στην Ορθοδοξία λοιπόν η σκέψη “Θα είναι σήμερα καλή η Λειτουργία;” ή “Θα εμπνευστώ σήμερα στην εκκλησία;” δεν περνά ποτέ από το μυαλό μου. Η Λειτουργία είναι πάντα καλή, η λατρεία σωστή και το αν θα με φωτίσει ο Θεός εξαρτάται πλήρως από εμένα.

Βέβαια, κάποιες φορές η χορωδία σίγουρα θα ψάλλει καλύτερα. Κάποιοι ιερείς έχουν καλύτερη φωνή και βαθύτερη γνώση μουσικής από άλλους ή είναι καλύτεροι ιεροκήρυκες. Σίγουρα η ωραία ψαλμωδία και το μεστό κήρυγμα βοηθούν στο να έχουμε μία αισθητικά πιο ευχάριστη Λειτουργία.

Η ωραιότητα όμως και η δύναμη της Θείας Λειτουργίας είναι η εξής: Η αδυναμία και η ανεπάρκεια του ανθρώπου δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην σχέση του με τον Θεό, καθώς και την βίωση της ευλογίας Του. Διότι το βάθος της σχέσης αυτής δεν εξαρτάται από την ποιότητα της μουσικής ή την αυθεντικότητα του κηρύγματος. Η δύναμη της Λειτουργίας δεν έγκειται στο ταλέντο του ιερέα ή των ψαλτών, παρά μόνο στο μυστήριο που τελείται κατά την διάρκειά της. Η μόνη ευθύνη που έχουν οι ιερείς και οι ψάλτες είναι να τελέσουν την Λειτουργία ανοίγοντας στους πιστούς τον δρόμο, ώστε να βιώσουν το μυστήριο με πίστη και ταπείνωση.

Γι’ αυτό η λειτουργική λατρεία είναι το μόνο είδος λατρείας που όρισε ποτέ ο Θεός! Η λατρεία του περιούσιου λαού του Ισραήλ ήταν λειτουργική. (Αυτό το είχαμε μάθει στα ευαγγελικά μαθήματα μελέτης της Βίβλου). Στην Παλαιά Διαθήκη δεν αλλοίωναν ποτέ την λατρεία στον ναό! Η λειτουργική λατρεία ήταν επομένως η μόνη που γνώριζαν οι Απόστολοι. Η εντύπωσή μου ότι η λατρεία των πρώτων χριστιανών έμοιαζε με αυτήν μίας χαρισματικής κατ’ οίκον αδελφότητας ήταν εντελώς παράλογη. Οι Απόστολοι δεν θα μπορούσαν ποτέ να διανοηθούν μια τέτοια λατρεία. Ούτε τους τη δίδαξε το Άγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα άλλαξε μόνο το αντικείμενο της λατρείας. Ο Χριστός – ιδιαίτερα διά της Θείας Ευχαριστίας – έγινε ο πυρήνας της χριστιανικής Λειτουργίας.

Ας επιστρέψω όμως στο πρωινό της Κυριακής. Καθώς μπαίνω στην εκκλησία, εισέρχομαι στον Παράδεισο. Κυριολεκτικά. Και πνευματικά βεβαίως, αλλά και κυριολεκτικά. Το Ιερό της ορθόδοξης εκκλησίας είναι σχεδιασμένο σύμφωνα με τις περιγραφές του Παραδείσου στα κείμενα του Ησαΐα και στην Αποκάλυψη. Η Αγία Τράπεζα είναι ο θρόνος του Θεού. Οι λαμπάδες και το θυμίαμα περιγράφονται επίσης στα κείμενα αυτά. Τον θρόνο του Θεού περιβάλλουν άγγελοι και άγιοι, τους οποίους βλέπουμε μέσα από τα «παράθυρα» των εικόνων τους. Κάθε φορά που περνώ την πόρτα του Ιερού, συνεπαίρνομαι από την ιερότητα του χώρου. Και μόνο που εισέρχομαι μέσα στο Ιερό ταπεινώνομαι. Με την καρδιά μου και με τα μάτια μου αρχίζω να αισθάνομαι ότι πραγματικά εισήλθα

… στο όρος Σιών, στην πόλη του ζώντος Θεού, στην επουράνια Ιερουσαλήμ, σε μυριάδες αγγέλους, σε πανηγύρι και σε σύναξη των πρωτοτόκων υιών του Θεού, τα ονόματα των οποίων έχουν καταγραφεί στους ουρανούς, στον Θεό τον κριτή των πάντων και σε πνεύματα ανθρώπων δικαίων, που έχουν φτάσει στην τελείωση· και στον Ιησού μεσίτη νέας διαθήκης, και αίμα εξαγνισμού, το οποίο εισακούει ο Θεός περισσότερο από το αίμα του Άβελ (Εβραίους 12, 22 – 24)

Εν μέσω λοιπόν της θαυμάσιας αυτής εικόνας στέκομαι έτοιμος να λατρεύσω ταπεινά τον Δημιουργό και Θεό μου. Τότε ο ιερέας αναφωνεί: «Ευλογημένη η Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων». Σύσσωμο το εκκλησίασμα ψάλλει το αμήν.

Έτσι ξεκινά η θεσπέσια Λειτουργία, η οποία σχεδόν αποκλειστικά ψάλλεται. Ο ιερέας και το εκκλησίασμα ψάλλουν θαυμάσιες προσευχές. Ο ιερέας εκφωνεί τις δεήσεις και το εκκλησίασμα απαντά με το “Κύριε ελέησον” ή το “Παράσχου Κύριε”. Αναπέμπονται με θεία ευφροσύνη ύμνοι δοξαστικοί, τόσο παλαιοί όσο και η Εκκλησία η ίδια. Με επισημότητα, τιμή και ευλάβεια διαβάζονται οι Επιστολές των Αποστόλων και το Ευαγγέλιο. Ακολουθεί μία παύση στο ψάλσιμο, καθώς ο ιερέας κηρύττει πάνω στην ευαγγελική περικοπή. (Σε ορισμένες εκκλησίες το κήρυγμα γίνεται στο τέλος της Λειτουργίας). Συνήθως, το κήρυγμα αποσκοπεί στο να βοηθήσει τους πιστούς να ζουν με βάση τους κανόνες του Ευαγγελίου. Το πρώτο αυτό μέρος της Θείας Λειτουργίας καλείται και Λειτουργία του λόγου.

Όταν τελειώσει το κήρυγμα, αρχίζουν και πάλι οι ευχές και οι ύμνοι. Τη στιγμή εκείνη ξεκινά η Ευχαριστία που εστιάζεται στο θαυμαστό και θείο γεγονός που πρόκειται να συμβεί. Οι ύμνοι και οι προσευχές διαπνέονται από ταπείνωση, μετάνοια και ευγνωμοσύνη, καθώς ο Χριστός έρχεται στην Ευχαριστία ταυτόχρονα ως ο Προσφέρων και ο Προσφερόμενος. Στην συνέχεια ομολογούμε το Σύμβολο της Πίστεως, όπως έκαναν οι χριστιανοί για περισσότερους από δεκάξι αιώνες και προσευχόμαστε στον Χριστό να συγχωρήσει τις αμαρτίες μας και να επιτρέψει με την άπειρη ευσπλαχνία Του σε εμάς τους αναξίους να μεταλάβουμε το ζωοποιό Του Σώμα και Αίμα. Έπειτα ο ιερέας εξέρχεται του Αγίου Βήματος κρατώντας την Θεία Ευχαριστία και αναφωνεί: «Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε». Και οι πιστοί προχωρούν και λαμβάνουν από το ίδιο Ποτήριο τα Τίμια Δώρα.

Μετά την Θεία Κοινωνία, ψάλλονται ύμνοι βαθειάς ευχαριστίας και δοξολογίας προς τον Θεό. Μετά την μεγάλη αυτή ευλογία οι πιστοί ενδυναμωμένοι από το ζωοποιό Πνεύμα, πορεύονται στην ζωή τους με αγνότητα, προσευχή, νηστεία και αγιότητα – ενωμένοι με τον Σωτήρα, ο οποίος τους πρόσφερε την ζωή Του.

Όταν οι ορθόδοξοι πιστοί συναντιούνται για καφέ ή φαγητό μετά την εκκλησία, δεν έχουν απολύτως κανένα παράπονο, ακριβώς επειδή η λατρεία τους είναι λειτουργική και δεν σχεδιάζεται κάθε φορά εκ νέου. Δεν υπάρχει τίποτα το οποίο θα έκανε ο ιερέας ή ο χορός (ανεξάρτητα από το αν έψελνε όμορφα ή όχι) που θα μπορούσε να τους εμποδίσει από την συνάντηση με τον Θεό. Γνωρίζουν ότι έλαβαν την ευλογία του ζωοποιού Σώματος και Αίματος του Χριστού μέσα από την Θεία Ευχαριστία. Ό,τι μπορεί να σημαίνει η βαθειά ένωση και η επικοινωνία με τον Θεό, το άγγιξαν και το γεύτηκαν μέσα στην λατρεία.

 

Το παρόν άρθρο είναι από το βιβλίο του Ματθαίου Γκαλλάτιν «Διψώντας για τον Θεό» Εκδόσεις «Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος» Μήλεσι 2006

 

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.