Συχνά
– πυκνά ακούγοντας ή βλέποντας διάφορους ιεροκήρυκες κληρικούς ή λαϊκούς να
κατακεραυνώνουν από του άμβωνος κουνώντας μάλιστα και το δάχτυλο σε επίρρωση
των λεγομένων τους ή σε επίδειξη συνετισμού, την αθεΐα και τους άθεους,
αυθόρμητα μας γεννιέται η απορία και ένα ερώτημα ανεβαίνει στα χείλη μας: … και
γιατί ρε παιδιά να μην είναι ο άλλος άθεος;
Άλλωστε
η λέξη Θεός είναι τόσο αόριστη και αφηρημένη, που πολλοί άνθρωποι στις μέρες
μας αναρωτιούνται αν αναφέρεται σε κάτι που έχει κάποιο νόημα ή τέλος πάντων
που χρησιμεύει σε κάτι, μιας και ζούμε σε χρησιμοθηρική εποχή. Μάρτυρες έχουμε
γίνει σχεδόν όλοι μας όταν διάφορες τηλεπερσόνες ή αναγνωρίσιμα πρόσωπα
καλούνται σε δημοφιλείς εκπομπές και απαντώντας στην ερώτηση αν πιστεύουν στον
Θεό, τον ταυτίζουν με μια “ανώτερη δύναμη” κάτι σαν το Azax ή το Skip, θυμίζοντας μια
παλιά διαφήμιση του καθαριστικού για τα τζάμια forte “η δύναμη που κάνει τα τζάμια
αόρατα!”. Τουλάχιστον θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος το forte χρησιμεύει να
καθαρίζει τα τζάμια, ο Θεός σε τι χρησιμεύει;
Στη
διαστροφή για το πρόσωπο του Θεού, συνέβαλε και η δημιουργία μιας θεολογικής
παράδοσης που διέστρεψε την γνήσια και αυθεντική χριστιανική διδασκαλία,
παρουσιάζοντας και κακοπαριστάνοντας τον Θεό σαν αιμοδιψή και αιματοπότη
δυνάστη, τιμωρό, εκδικητικό, μνησίκακο και αίτιο του κακού και του θανάτου.
Συνεπώς τι τον χρειαζόμαστε τέτοιο Θεό;
Αν
όμως, ο Θεός είναι μια διαρκής απειλή, ένας άμεσος και αιώνιος κίνδυνος, ένας
μόνιμος κατήγορος του ανθρώπου, ένας αιώνιος τύραννος και βασανιστής του, τότε
σχεδόν όλοι ακόμη και αυτοί που αγωνίζονται σκληρά για να σωθούν από την οργή
του και να του είναι αρεστοί, επιθυμώντας να ξεφύγουν από την εκδίκησή του, θα
προτιμούσαν καλύτερα να μην υπάρχει. Αλλά ο Θεός της χριστιανικής αποκάλυψης
είναι διαφορετικός. Για να δούμε λοιπόν αυτόν τον “διαφορετικό” Θεό που
αγνοούσαμε μέχρι τώρα πως υπάρχει:
“φιλεύσπλαχνος
και ελεήμων, αναβάλλει την εκδήλωση του θυμού του και – όντας τόσο συμπονετικός
– μέχρι τέλους δεν θα εκδηλώσει καμιά οργή ούτε θα επιβάλλει τιμωρίες. Δεν μας
πληρώνει τις ανομίες μας ούτε μάς ανταποδίδει τις αμαρτίες μας … Απομακρύνει
τις συνέπειες των ανομιών μας όσο απέχει η ανατολή από τη δύση. Ο Κύριος
συμπονάει όσους τον υπολογίζουν, όπως ο πατέρας συμπονάει τα παιδιά του˙ γιατί
Εκείνος ξέρει από τι υλικό πλασθήκαμε και θυμάται ότι είμαστε χώμα” Ψαλμός 102
Άλλοι
βλέποντας το κακό που υπάρχει στον κόσμο αδυνατούν να δεχθούν πως είναι δυνατόν
ένας δίκαιος Θεός – αν όντως υπάρχει – να το ανέχεται και να μην τιμωρεί τους
κακούς, ήδη από αυτή τη ζωή. Η σύγχυση αυτή προέκυψε και αφορά τη δικαιοσύνη
του Θεού. Βάσει της νομικίστικης αντίληψης που έχει επικρατήσει μεταξύ των
ανθρώπων και βασίζεται κατά κύριο λόγο στην ανθρώπινη αντίληψη και πραγματικότητα,
ο Θεός για να είναι δίκαιος είναι αναγκασμένος να τιμωρήσει την παρακοή του
ανθρώπου, να ανταμείψει τους καλούς και να τιμωρήσει τους κακούς στέλνοντάς
τους στην κόλαση που γι’ αυτό το λόγο δημιούργησε.
Όμως
στην Παλαιά και Καινή Διαθήκη, τα βιβλία που εκφράζουν το γνήσιο θέλημα του “διαφορετικού”
αλλά ζωντανού Θεού η λέξη δικαιοσύνη
σημαίνει έλεος, αγάπη, φιλανθρωπία
. Κάτι που είναι ξένο και απωθητικό για τον άνθρωπο, γιατί θέλει να ικανοποιεί
πάντα το ατομικό του εγώ. Τη δικαιοσύνη του “διαφορετικού” Θεού, μας την
γνωρίζει ένας από τους μεγαλύτερους ασκητές της ερήμου, που είχε την ευτυχία να
τον γνωρίσει. Και αυτός δεν είναι άλλος από τον Μέγα Αντώνιο. Λέει λοιπόν ο
μεγάλος αυτός ασκητής:
“Ο
Θεός είναι αγαθός, απαθής και αμετάβλητος. Αν, λοιπόν, κάποιος θεωρεί εύλογο
και αληθινό ότι ο Θεός δεν υπόκειται σε μεταβολή, όμως δεν καταλαβαίνει πως
χαίρεται με τους αγαθούς αλλά αποστρέφεται τους κακούς, οργίζεται με τους
αμαρτωλούς και εξευμενίζεται με τη λατρεία, απαντάμε ότι ο Θεός ούτε χαίρεται
ούτε οργίζεται˙ η χαρά και η λύπη είναι πάθη˙ ούτε καλοπιάνεται με δώρα, γιατί
αυτό θα σήμαινε ότι η ευχαρίστηση που προκαλούν τα δώρα θα τον νικούσε˙ δεν
είναι σωστό να θεωρούμε ότι τα ανθρώπινα μεταβάλλουν την κατάσταση του Θεού
προς το καλύτερο ή το χειρότερο. Εκείνος, λοιπόν, είναι αγαθός και μόνο ωφελεί,
ποτέ δεν βλάπτει, αφού αυτές είναι οι ιδιότητές Του˙ εμείς πάλι, όταν μένουμε
αγαθοί, ενωνόμεθα μαζί Του επειδή Του μοιάζουμε˙ όταν γινόμαστε κακοί,
χωριζόμεθα από Εκείνον επειδή εκλείπει η ομοίωση … Όταν απαλλασώμεθα από τις
αμαρτίες μας με προσευχές και αγαθές πράξεις, δεν είναι ότι εξευμενίζομε τον
Θεό και του αλλάζουμε διάθεση, αλλά μάλλον ότι θεραπεύομε την κακία μας με τις
πράξεις μας και με την επιστροφή σ’ Εκείνον και έτσι μπορούμε πάλι να απολαύσουμε
της αγαθότητάς Του˙ αυτό το ίδιο διατυπώνεται με άλλο τρόπο όταν λέμε ότι ο
Θεός αποστρέφει το πρόσωπό Του από τους κακούς και ότι ο ήλιος κρύβεται από
εκείνους που δεν μπορούν να δουν”.
Αλλά
και το παράδειγμα που δείχνουν στον εν δυνάμει άθεο και στον κόσμο οι θρησκείες και οι θρησκευόμενοι
είναι άραγε το καλύτερο; Αφού όπως βλέπουμε και βιώνουμε στη μεγάλη πλειονότητά
τους δεν είναι φορείς αγάπης
όπως επαγγέλλονται, αλλά μίσους,
επίκρισης, μισαλλοδοξίας και φανατισμού.
Ιδιαίτερα
εμείς οι Χριστιανοί είμαστε κυρίως υπεύθυνοι για το ότι σπάνια ο σύγχρονος
άνθρωπος γεύεται την αγάπη του Θεού στο πρόσωπο ιδιαίτερα του Χριστού, αφού
είμαστε εκείνοι που με τις επιλογές μας και τον τρόπο ζωής μας αποδεικνύουμε το
αντίθετο. Και δεν φτάνει μόνο αυτό, αλλά οι περισσότεροι από εμάς
αυτοανακηρυσσόμενοι ως ηθικοί και δίκαιοι, εξαπολύομαι ένα “πογκρόμ”
θρησκευτικού φανατισμού, τύφλωσης και δίωξης αντιμετωπίζοντας με την ηθική ή
την συναισθηματική εξόντωση, την κατάκριση, τον διασυρμό και την απόρριψη όλους
εκείνους που διαπράττουν το κακό. Δεν αντιλαμβανόμαστε όμως πως στην ουσία
αντιμετωπίζουμε το κακό με το κακό.
Ο
Χριστός όμως μας δίδαξε κάτι άλλο, που συνήθως το ξεχνάμε επειδή δεν μας
βολεύει:
“Αγαπάτε
τους εχθρούς σας, ευεργετείτε όσους σας μισούν, ευλογείτε όσους σας καταριώνται
και προσεύχεσθε γι’ αυτούς που σας προσβάλλουν. Αν κάποιος σε χαστουκίσει,
πρόσφερε και την άλλη παρειά και μην προσπαθήσεις να κρατήσεις το ιμάτιό σου
όταν κάποιος σου παίρνει τον χιτώνα˙ δίνε σε όποιον σου ζητάει και μην ζητάς
πίσω τα δικά σου από όποιον σ’ τα αφαιρεί … Αγαπάτε τους εχθρούς σας και κάνετέ
τους το καλό … και μην αποβλέπετε σε τίποτα” Κατά Λουκά 6:27 – 35.
Βέβαια
τα παραπάνω λόγια του Χριστού φαντάζουν ουτοπικά, και στην ουσία δυστυχώς έτσι
είναι, αφού εμείς με τη ζωή μας, τις επιλογές μας και τις πράξεις μας αυτό
διακηρύττουμε, πως είναι δηλαδή αφελής ρομαντισμός και ουτοπία να
αντιμετωπίζουμε το κακό αγαπώντας εκείνον που το κάνει.
Συνεπώς,
αντί να κουνάμε όλοι εμείς οι πιστοί; το δάχτυλό μας από του άμβωνος, μήπως είναι
καιρός να αναρωτηθούμε: … και γιατί ρε
παιδιά να μην είναι ο άλλος άθεος;
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σε αρκετά σημεία του
άρθρου μας στηριχτήκαμε στο έξοχο βιβλίο του π. Φιλόθεου Φάρου, “Η διαχείριση της αγάπης”, Εκδόσεις “Αρμός”,
2η Έκδοση 2010
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή
κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι
υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
7 σχόλια:
Τόσο αυτό το άρθρο όσο και της περασμένης εβδομαδας συνάδουν στο ίδιο νόημα.
Όταν χαιρέτισεις ένα ΜτΙ και αναφερθείς στον άσχημο χειμωνιάτικο καιρό ,αυτός θα βρει την ευκαιρία να σου υπενθυμίσει τον καιρό του τέλους του παρόντος κόσμου και καμία δεκαριά εδάφια για να το εμπεδώσεις .
Ωραία! Έτσι το κάνουν.
Βλέπεις ένα φίλο σου Χριστιανό Ορθόδοξο ,έτσι δηλώνει και όταν του αναφέρεις ποσό άσχημος είναι ο καιρός ,αυτός σου απαντάει με νόημα ,ως επι το πλείστον .
Ναι ρε φίλε ,αυτός ο καιρός είναι καιρός για δυο η και για τρεις ,η για κανένα μπαράκι .
Τώρα τίθεται το ερώτημα ,ποιος δεν είναι άθεος και γιατι;
Πως να προσανατολιστω ότι είμαι Χριστιανός η ότι δεν είμαι Άθεος ,όταν μου αναφέρει κάτι για τον Θεό ένας ΜτΙ και αυτό ως άκουσμα με κατατάσσει αυτόματα στους αιρετικούς ,ενώ όταν δεν μου μιλήσει ποτέ για τον Θεό ένας Χριστιανός Ορθόδοξος δεν είναι επιλήψιμο ,γιατι με τον νήπιοβαπτιςμο μου και την αναγραφή μου στο θρήσκευμα ως Χ.Ο ,είμαι καλυμμένος ως μη Άθεος
Το νόημα που βγαίνει από αυτά τα δυο άρθρα είναι , δεν είσαι ΜτΙ ,δεν είσαι Χριστιανός Ορθόδοξος ,δεν είσαι Άθεος .
Κρατά καλά Φαρισαιε και καλά κρασιά .
@ “φιλεύσπλαχνος και ελεήμων, αναβάλλει την εκδήλωση του θυμού του και – όντας τόσο συμπονετικός – μέχρι τέλους δεν θα εκδηλώσει καμιά οργή ούτε θα επιβάλλει τιμωρίες. Δεν μας πληρώνει τις ανομίες μας ούτε μάς ανταποδίδει τις αμαρτίες μας … Απομακρύνει τις συνέπειες των ανομιών μας όσο απέχει η ανατολή από τη δύση. Ο Κύριος συμπονάει όσους τον υπολογίζουν, όπως ο πατέρας συμπονάει τα παιδιά του˙ γιατί Εκείνος ξέρει από τι υλικό πλασθήκαμε και θυμάται ότι είμαστε χώμα” Ψαλμός 102 @
Αυτά ισχύουν για τους «φοβουμένους αυτόν» όπως λέει ο ψαλμός. Τους μη φοβουμένους αυτόν, ο Θεός ... «παρέδωκεν αυτούς εις χείρας εχθρών».
Και μην ξεχνάμε το ακόλουθο: «φοβήθητε τον μετά το αποκτείναι έχοντα εξουσίαν εμβαλείν εις την γέενναν. Ναι, λέγω υμίν, τούτον φοβήθητε».
Η νομικίστικη αντίληψη που επικρατεί (και επικρατούσε ανέκαθεν) για τη δικαιοσύνη το Θεού δεν νομίζω να είναι αποτέλεσμα σύγχυσης αλλά αβίαστο συμπέρασμα κατά τη μελέτη της Αγίας Γραφής.
Θεός είναι μια οντότητα που ο άνθρωπος, πέρα από την αποδοχή της ύπαρξής της, της απέδωσε τέτοιες ιδιότητες ώστε να προκύπτουν απαντήσεις στα υπαρξιακά και φιλοσοφικά ερωτήματα. Είναι μια λογική αναγκαιότητα “υπέρτατου όντος”. Ο άνθρωπος την προσδιόρισε ως μια απεριόριστη, παντοδύναμη, πανάγαθη, άναρχη, απόλυτα υπερβατική και αδιάγνωστη οντότητα. Ο Θεός εν αντιθέσει με το σύμπαν μπορεί να είναι αυθύπαρκτος, αδημιούργητος, να υπήρχε εκτός χώρου και χρόνου, να δημιουργεί εκ του μηδενός κλπ. κλπ. Έτσι έχουμε όλες τις απαντήσεις που επιθυμούμε και μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι.
Filos.
Πολλά συγχαρητήρια, κ. Χρήστο, για το άρθρο σας! Από τα πιο δυνατά και προκλητικά που έχετε γράψει.
Το πρόβλημα είναι νομίζω εκ γενετής στον κάθε άνθρωπο. Όπως έχω ακούσει να λένε, γεννιόμαστε παγανιστές. Και δυστυχώς διαπαιδαγωγούμαστε και κάπως έτσι. Άντε μετά να διορθώσεις στο μυαλό σου την εικόνα του Θεού. Δεν γίνεται. Εκτός αν σου αποκαλυφθεί ή έστω συναντήσεις κάποιον σαν τον Μ. Αντώνιο.
Αγαπητέ Νικολαε
Δεν προσβαλομαι ούτε ενοχλούμαι από πράξεις και συμπεριφορές, αλλά , πρώτα τακτοποιείς τα του οίκου σου και μετά κοιτάζεις την ακαταστασία του γείτονα ,που σε ενοχλεί.
Έξ άλλου δεν είναι εύκολο να γεννηθείς Άγιος εάν δεν είσαι προνομιούχος και δεν είσαι στην λίστα .
Το θέμα είναι τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις και όχι τα νομίζω .
Καλή σας μέρα.
Η αλήθεια είναι... ότι σας πήρα λίγο από τα μούτρα, αν και προσυπογράφω το τελευταίο σχόλιό σας.
Όσον αφορά όμως το πρώτο σχόλιο, να πω πάλι την πικρή αλήθεια, κάτι δεν μου άρεσε. Μου ήρθαν στο νου τα λόγια του γέροντος Σοφρωνίου.
«Ήμουν Ρώσος εμιγκρέ-πρόσφυγας στη Γαλλία. Εκεί υπήρχαν πολλοί Ρώσοι, οι οποίοι ίδρυσαν το Θεολογικό Ινστιτούτο Του Αγίου Σεργίου... Στο Ινστιτούτο του Αγίου Σεργίου, όλοι μιλούσαν για Θεό, αλλά Θεό δεν είδα, ενώ όταν πήγα στο Άγιο Όρος, κανείς δεν μιλούσε για Θεό και όλα έδειχναν τον Θεό»
Και εγώ αγαπητέ Νικολάε είχα ακούσει κάποιον να φωνάζει :
Έρχονται οι Τούρκοι.
Τότε ακούστηκε κάποιος άλλος να λέει:
Όλοι στο Παγκράτι!
Αυτό μας λες αγαπητέ η σωτηρία έχει γειτονιά.
Μάλλον δεν έγινε αντιληπτός. Το παραπάνω το έγραψα για να τονίσω ότι και να μιλάς για το Θεό, δεν σημαίνει ότι κάνεις κάτι. Ισχύει για όλα τα πράγματα βέβαια. Μπορεί να μιλάω εγώ για πυρηνική φυσική όλη μέρα· αυτό δεν με καθιστά πιο σχετικό από έναν κανονικό φυσικό.
Να και ένα χαριτωμένο απόσπασμα από τον π. Ιωάννη Ρωμανίδη (Εμπειρική Δογματική).
«Ήμουνα κάπου και άκουγα δύο που μιλούσαν μεταξύ τους και αυτοί δεν ήξεραν ποιος είμαι· ποιος θα καταλάβη ποιος είμαι εγώ; Συζητούσαν μεταξύ τους. Ο ένας έλεγε για τους παπάδες, δεσποτάδες, έβριζε. Ο άλλος υποστήριζε. Κατάλαβα, ο ένας πρέπει να ήταν Γιαχωβάς και ο άλλος ήταν Ορθόδοξος, ευσεβής Ορθόδοξος, και είχαν μια συζήτηση. Εγώ έψαχνα να βρω ψιλά, ήθελα να πάω με το λεωφορείο, δεν είχα μια πεντάρα δηλαδή. Και λέγω: Ημπορώ να ενοχλήσω εσάς τους θεολόγους, δηλαδή, μήπως κάποιος ημπορεί να μου χαλάση δέκα δραχμές;
Του είπα θεολόγους και τινάχτηκαν στον αέρα. Ο ένας ήταν υδραυλικός και ο άλλος ήταν σκουπιδιάρης, δηλαδή, και συζητούσαν θεολογία, και τους είπα θεολόγους.
― Μα δεν είμαστε θεολόγοι.
― Ε, καλά, αφού μιλάτε τόσο σοφά και οι δυο σας, τους λέω.
Μετά τους είπα:
― Στα δικά μας μέρη, ξέρεις τι είναι θεολόγος;
― Τι είναι θεολόγος, μου λέει, από πού είσαι;
― Είμαι από την Καππαδοκία.
― Α, Καππαδοκία, μου λένε.
― Ο θεόπτης είναι ο θεολόγος.
Πετιέται νομίζω ο Ιεχωβάς:
― Μα και εγώ θεόπτης είμαι.
― Έλα τώρα που είσαι θεόπτης! Πού είδες τον Θεό;
― Τον βλέπω παντού δηλαδή. Ο Θεός είναι τα σύννεφα, είναι οι πέτρες, είναι η θάλασσα, είναι...
Πήρα τα ψιλά και έφυγα. Τι να κάνουμε.»
Δημοσίευση σχολίου