Αρχιμανδρίτου Θεοφίλου Λεμοντζή
Δρ. Θ.
Η Αγία και Μεγάλη Τεσσαρακοστή
είναι εκείνη η εκκλησιαστική περίοδος άσκησης, ψυχικής και
σωματικής, ένα πνευματικό ταξίδι
με προορισμό τό Πάσχα.
Είναι περίοδος για νά προετοιμαστούμε να εορτάσουμε τό Πάσχα, ένα σχολείο
μετανοίας, πού θά μας δώσει την ικανότητα νά το
υποδεχθούμε, όχι σαν μία απλὴ ευκαιρία γιά νά φάμε και νά αναπαυτούμε, αλλά
να πούμε ένα όχι
στον παλιό μας εαυτό. Μπορεί να είναι κοπιαστική αυτή η περίοδος όμως ο
Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ μας λέγει ότι πρέπει να χαρούμε αυτήν την
περίοδο και για να την χαρούμε πρέπει να την αντιμετωπίσουμε με
ενθουσιασμό...
Η ονομασία Μεγάλη
Τεσσαρακοστή δεν οφείλεται στη μεγάλη διάρκειά της, αλλά στην
μεγάλη σημασία του κοσμοσωτηρίου γεγονότος της Αναστάσεως του Κυρίου μας στο
οποίο καταλήγει. Μέσα σε αυτό το στάδιο των αγώνων, με τη νηστεία, την
εξομολόγηση, την προσευχή, την ελεημοσύνη, τις συχνές ακολουθίες, και όλα τα πνευματικά
αγωνίσματα προετοιμάζεται ο κάθε Χριστιανός για να αναστηθεί κι αυτός από τα
πάθη και τις αμαρτίες του.
Η
καθιέρωση της Μ. Τεσσαρακοστής ως περιόδου αυστηρής νηστείας και πνευματικής
προπαρασκευής των πιστών πριν από το σταυραναστάσιμο Πάσχα οφείλεται αναμφίβολα
στην ανάγκη των πρώτων χριστιανών να ακολουθήσουν το παράδειγμα του ίδιου του
Ιησού Χριστού, ο οποίος πριν αρχίσει τη δημόσια δράση Του προετοιμάσθηκε στην
έρημο και νήστευσε για σαράντα ημέρες (Ματθ. 4, 2). Επίσης θεσμοθετήθηκε κατά μίμηση
της σαραντάμερης νηστείας των προφητών Μωυσέως (Εξοδ. 34, 28) και Ηλιού (Γ΄ Βασ. 19,8).
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή αρχίζει από τήν Δευτέρα της Α´ Εβδομάδας των Νηστειών (Καθαρά Δευτέρα)
καί λήγει τήν Παρασκευή της ΣΤ´ Εβδομάδας (πρό των Βαΐων). Αποτελείται λοιπόν από
έξι εβδομάδες και αυτές οι έξι εβδομάδες επί επτά ημέρες κάνουν σαράντα δύο ημέρες (6χ7 = 42). Αφαιρούνται οι δύο τελευταίες ημέρες, τό Σάββατο
του Λαζάρου καί η Κυριακή των Βαΐων, οι οποίες είναι
Δεσποτικές εορτές καί έτσι έχουμε σαράντα ημέρες. Επίσης, αν και στήν
συνείδηση του κόσμου η Μεγάλη Εβδομάδα δέν ξεχωρίζεται από τήν Σαρακοστή όμως πρέπει να πούμε ότι δέν συμπεριλαμβάνεται
η Μεγάλη ῾Εβδομάδα σε αυτή και αποτελεί ανεξάρτητη εκκκλησιαστική περίοδο. Κατά
συνέπεια στις παραπάνω ημέρες πρέπει να προσθέσουμε και τις έξι
ημέρες της Μ. Εβδομάδος η οποία καταλήγει στην Κυριακή, την ημέρα της
λαμπροφόρου Αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού οπότε και λήγει αυτή η
αυστηρή περίοδος της νηστείας.
Σύμφωνα
με τους Πατέρες της Εκκλησίας η Μεγάλη Τεσσαρακοστή συμβολίζει τον παρόντα
κόσμο που κυριαρχείται από τη θλίψη, τον πόνο και το θάνατο. Πενθούμε για
τις αμαρτίες μας, την απομάκρυνσή μας από τον Παράδεισο και την είσοδο του
πόνου και του θανάτου στη ζωή μας. Όπως ο Ισραήλ μετά την έξοδο από την
Αίγυπτο περιπλανήθηκε 40 χρόνια μέσα στην έρημο κακουχούμενος πριν εισέλθει στη
Γη της επαγγελίας, έτσι και εμείς ασκούμεθα τις 40 ημέρες για να εορτάσουμε την
έλευση της αιωνιότητας που εγκαινιάζει η Ανάσταση του Ιησού Χριστού. Εφόσον
αυτή η περίοδος είναι πένθιμη απαγορεύεται η τέλεση της Θείας Λειτουργίας η
οποία ως ένα πασχάλιο μυστήριο, εξαιτίας της παρουσίας του αναστημένου
Χριστού, έχει έντονο πανηγυρικό και χαρμόσυνο χαρακτήρα. Για
αυτό το λόγο δεν συμβιβάζεται με το πένθος και τη νηστεία. Τελείται μόνον κατά
τα Σάββατα και τις Κυριακές, ημέρες όπου υποχωρεί ο πένθιμος χαρακτήρας της
νηστείας, ως υπενθύμιση της νίκης του Ιησού επί του Άδου και του θανάτου.
Αυτό
όμως, στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, γεννούσε ένα πρόβλημα στον πνευματικό
αγώνα των πιστών και το οποίο έπρεπε να επιλυθεί από τους Πατέρες της
Εκκλησίας. Οι χριστιανοί έπρεπε να κοινωνήσουν δύο φορές τουλάχιστον
ακόμη μέσα στην εβδομάδα, κατά τις ενδιάμεσες ημέρες, την Τετάρτη και την
Παρασκευή διότι αυτή η περίοδος είναι έντονος αγώνας εναντίον του κακού και των
δυνάμεών του και κατά συνέπεια χρειάζονταν ενίσχυση. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι
στα πρώτα χριστιανικά χρόνια η συμμετοχή των πιστών στη Θεία Κοινωνία ήταν πολύ
συχνή. Η λύση που δόθηκε είναι ότι οι πιστοί θα κοινωνούσαν από
προηγιασμένα Τίμια Δώρα. Έτσι εμφανίστηκε η Θεία Λειτουργία των
Προηγιασμένων Δώρων η οποία είναι μια εσπερινή ακολουθία και αυτό διότι
παλαιότερα νηστεία σήμαινε πλήρη αποχή τροφής μέχρι την δύση του ηλίου, μέχρι
την ενάτη ώρα (3 μ.μ), και κατά συνέπεια η Θεία
Κοινωνία θα έπρεπε να κατακλείσει την νηστεία της ημέρας, να γίνει δηλαδή
κατά την ακολουθία του Εσπερινού. Για αυτό το λόγο εάν τελεσθεί Προηγιασμένη
Θεία Λειτουργία το απόγευμα και κοινωνήσουμε, πρέπει νά απέχουμε μέχρι εκείνη την ώρα από τροφή.
Μπορούμε
να ονομάσουμε χωρίς υπερβολή αυτή τη Θεία Λειτουργία «Λειτουργία της
Μεγάλης Τεσσαρακοστής», γιατί πραγματικά αποτελεί την πιο χαρακτηριστική
ακολουθία της ιεράς αυτής περιόδου. Το όνομά της η Λειτουργία αυτή το πήρε από
την ίδια τη φύση της. Είναι στην κυριολεξία Λειτουργία «Προηγιασμένων Δώρων».
Δεν είναι δηλαδή Λειτουργία όπως οι άλλες γνωστές Λειτουργίες του Μεγάλου
Βασιλείου και του Ιερού Χρυσοστόμου, στις οποίες έχομε προσφορά και καθαγιασμό
Τιμίων Δώρων. Τα Δώρα είναι καθαγιασμένα, προηγιασμένα, από τη Θεία
Λειτουργία που ετελέσθη την προηγούμενη Κυριακή. Τα Προηγιασμένα Δώρα
προτίθενται κατά την Λειτουργία για να κοινωνήσουν απ’ αυτά και να αγιασθούν οι
πιστοί. Με άλλα λόγια η λειτουργία των Προηγιασμένων είναι μετάληψις, δηλαδή
Θεία Κοινωνία χωρίς καθαγιασμό. Η Εκκλησία μέ τήν ακολουθία των Προηγιασμένων Δώρων μάς δίδει τήν Θεία Κοινωνία ως βοήθεια καί δύναμη στόν αγώνα
μας. Είναι στ᾽ αλήθεια τό πνευματικό μάνα πού μάς διατηρεί ζωντανούς στό ταξίδι μας μέσα στήν έρημο
της Μεγάλης Σαρακοστής.
Μια άλλη λατρευτική
ιδιαιτερότητα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής είναι οι Χαιρετισμοί, ο Ακάθιστος
Ύμνος, η σημαντικότερη από τις ακολουθίες που γράφτηκαν για να τιμήσουν την
Παναγία. Ο Ακάθιστος Ύμνος εξυμνεί τη Θεοτόκο και συντέθηκε, κατά
την παράδοση, με αφορμή τη θαυματουργική διάσωση της Κωνσταντινούπολης από την
Παναγία κατά την πολιορκία από τους Αβάρους και Πέρσες το 626 μ.Χ. Μετά τη
θαυματουργική διάσωση της Βασιλεύουσας, «ορθοστάδην»,
δηλαδή όρθιο το πλήθος έψαλε τον Ακάθιστο Ύμνο στην Παναγία,
αποδίδοντας τα νικητήρια και την ευγνωμοσύνη του στην Υπέρμαχο Στρατηγό.
Ο ποιητής του Ακάθιστου
Ύμνου επεξεργάζεται το θέμα της ενσάρκωσης του Υιού του Θεού τονίζοντας
την απαρχή της σωτηρίας, δηλαδή τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Οι Χαιρετισμοί
του αρχαγγέλου Γαβριήλ προς τη Μητέρα του Θεού υπενθυμίζουν στους πιστούς όλο
το μεγαλείο της Θεοτόκου, καθώς και την καθοριστική συμβολή της στη σωτηρία του
κόσμου. Κατά την έναρξη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και κατά τις πρώτες πέντε
εβδομάδες, αμέσως μετά την Καθαρή Δευτέρα και κάθε Παρασκευή, ψάλλεται σε
τμηματική διαδικασία το υπέροχο αυτό υμνολογικό κείμενο, σε 4 στάσεις και
ολόκληρο ψάλλεται το βράδυ της Παρασκευής της Ε' εβδομάδας της
Σαρακοστής, αν και ανήκει κανονικά στον Όρθρο του Σαββάτου. Ο Ακάθιστος Ύμνος
έχει 24 στροφές - «οίκους», οι οποίοι αρχίζουν με τα 24 γράμματα της
ελληνικής αλφαβήτου.
Οι Κυριακές της Μεγάλης
Τεσσαρακοστής είναι πέντε και ονομάζονται Κυριακές των Νηστειών (Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄και
Ε΄). Η Α΄ Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής (Α΄Νηστειών) ονομάζεται και Κυριακή
της Ορθοδοξίας, σε ανάμνηση της αναστήλωσης των ιερών εικόνων από την
αυτοκράτειρα Θεοδώρα που σηματοδότησε και το τέλος της Εικονομαχίας (726 - 843). Την πρώτη
Κυριακή των Νηστειών του 843 με επίσημη πομπή και λιτανεία τοποθετήθηκαν πάλι
οι εικόνες στους ιερούς Ναούς οι οποίες είχαν απομακρυνθεί βιαίως από τους
εικονομάχους. Την ανάμνηση αυτής της αναστηλώσεως εορτάζουμε αυτήν την ημέρα με
την λιτάνευση των ιερών εικόνων. Πως
όμως ξεκίνησε αυτή η διαμάχη; Στα τέλη του 7ου και τις αρχές
του 8ου αι. μ.Χ. στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία εμφανίσθηκαν
κάποιες θεωρίες, σύμφωνα με τις οποίες η προσκύνηση των εικόνων που
υπήρχαν στα σπίτια και τους ναούς ήταν ειδωλολατρική πράξη. Ο αυτοκράτορας Λέων Γ΄ ο
Ίσαυρος αποδέχτηκε αυτές τις εικονομαχικές θεωρίες και το 730 εξέδωσε
διάταγμα κατά των ιερών εικόνων.
Αυτοί που συμφώνησαν μ’ αυτήν
την πράξη ήταν οι Εικονομάχοι. Οι αντίπαλοι τους ονομάστηκαν Εικονόφιλοι. Η
διαμάχη μεταξύ Εικονόφιλων και Εικονομάχων κράτησε με διακοπές πάνω από εκατό
χρόνια. Στο μέσον αυτής της περιόδου, το 787, η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος
διατύπωσε τη διδασκαλία που έχει και σήμερα η Εκκλησία και διακήρυξε την
τιμητική προσκύνηση των εικόνων. Παρά την απόφαση της Συνόδου όμως, η
Εικονομαχία συνεχίσθηκε μέχρι το 843, οπότε και έληξε οριστικά με την
αναστήλωση των εικόνων.
Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός
υποστήριξε με έμφαση ότι οι άγιες εικόνες δεν τιμώνται οι ίδιες καθαυτές όπως
συμβαίνει με τα είδωλα, αλλά η τιμή προς αυτές ανάγεται προς το
πρωτότυπο. Καθώς προσκυνούμε τις άγιες εικόνες, η προσκύνησή μας δεν
απευθύνεται στην ύλη και τα χρώματα που τις συνθέτουν, αλλά προς το πρόσωπο που
εικονίζεται. Όταν λοιπόν προσευχόμαστε μπροστά σε μία εικόνα, δεν προσευχόμαστε
μπροστά σε ένα κομμάτι ζωγραφισμένο ξύλο αλλά ο νους μας και η καρδιά μας
στρέφονται προς τον Χριστό, την Παναγία ή τους Αγίους που εικονίζονται.
Σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη
Δαμασκηνό, τα εικονίσματα των αγίων είναι γεμάτα με τη Χάρη του Παναγίου
Πνεύματος. Η παρουσία της Χάριτος του Παναγίου Πνεύματος στα πρωτότυπα
εικονιζόμενα πρόσωπα και κατά συνέπεια στις εικόνες τους, ερμηνεύει
τον αγιασμό και τις θαυματουργίες των εικόνων. Τα θαύματα που γίνονται μέσω των
εικόνων επιβεβαιώνουν τη σχέση των εικόνων με τα εικονιζόμενα πρόσωπα, αφού,
όπως παρατηρούν οι Πατέρες της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου, «δια τών αγίων εικόνων φαίνονται
οι Άγιοι θαυματουργούντες».
Την Β΄ Κυριακή των Νηστειών, η
Εκκλησία προβάλλει έναν διδάσκαλο της Ορθόδοξης πίστης, τον άγιο Γρηγόριο
Παλαμά. Βαθύς γνώστης της φιλοσοφίας και των επιστημονικών δεδομένων της
εποχής του, έχοντας το εμπειρικό βίωμα της Θεολογίας, διακρίθηκε ως
χαρισματικός ησυχαστής, πολυγραφότατος συγγραφέας και αρχιεπίσκοπος στην πόλη
της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά η χριστιανική ζωή δεν είναι
απλώς μια ηθική διδασκαλία, δηλαδή ένα σύνολο εντολών ώστε να γίνουμε
απλώς καλύτεροι άνθρωποι, αλλά ο σκοπός είναι ο αγιασμός, να ενωθούμε με το
Θεό, η θέωση, να γίνουμε κατά χάριν παιδιά του Θεού. Η ένωση με τον Θεό
δεν σημαίνει ότι ο άνθρωπος μπορεί να ταυτιστεί με την Ουσία του Θεού, αλλά
μπορούμε να ενωθούμε με τη Θεία Χάρη. Για να το καταλάβουμε αυτό θα φέρουμε το
παράδειγμα του ήλιου και των ακτίνων του. Όταν περπατάμε μια ηλιόλουστη μέρα
οι ακτίνες του ήλιου μάς θερμαίνουν και μας φωτίζουν χωρίς να ερχόμαστε σε
άμεση επαφή με τον ήλιο. Ερχόμαστε σε κοινωνία, μετέχουμε στην ενέργεια του
ήλιου, την θερμαντική και την φωτιστική. Κατά ανάλογο τρόπο, μετέχουμε στην
Άκτιστη Θεία Χάρη η οποία μας φωτίζει, μας αγιάζει, μας θεώνει χωρίς
να ταυτιζόμαστε με την Ουσία του Θεού. Πως γίνεται αυτό; Με τα
ιερά Μυστήρια, με την προσκύνηση των ιερών εικόνων και ιερών λειψάνων, με τις
διάφορες λατρευτικές πράξεις της Εκκλησίας, με την προσευχή. Μάλιστα ο
άγιος Γρηγόριος Παλαμάς τόνισε ότι με τη συνεχή και αδιάλειπτη επανάληψη
της νοεράς προσευχής «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» μπορεί ο άνθρωπος να
φθάσει στη θεοπτία δηλαδή να δεί το άκτιστο Φως της Θεότητος.
Την Γ΄Κυριακή των Νηστειών οι
χριστιανοί συγκεντρωνόμαστε για να προσκυνήσουμε το Τίμιον, Πανσεβάσμιον και
Ζωοποιόν Σταυρόν του Κυρίου. Ονομάζεται Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως
γιατί στον Όρθρο αυτής της ημέρας, μετά από τη μεγάλη Δοξολογία, ο
Σταυρός μεταφέρεται με πομπή στο κέντρο του Ναού και παραμένει εκεί
καθόλη την υπόλοιπη εβδομάδα οπότε στο τέλος κάθε ακολουθίας γίνεται η
προσκύνηση του.
Ποιός είναι όμως ο λόγος αυτής
της εκκλησιαστικής πράξης; Βρισκόμαστε στη μέση της Μεγάλης Σαρακοστής και
η φυσική και πνευματική προσπάθεια, αν είναι συστηματική και συνεχής,
αρχίζει να κάνει αισθητή την κόπωση. Η σωματική κόπωση της νηστείας και η
ψυχική νωχέλεια του πνευματικού αγώνα είναι δυο βασικοί παράγοντες, οι οποίοι
μπορούν να αναστείλουν την πνευματική πορεία του πιστού. Η
αγιαστική δύναμη του Σταυρού είναι το αντίδοτο σ' αυτή την κατάσταση. Έτσι οι
άγιοι Πατέρες όρισαν, καταμεσής της αγίας Τεσσαρακοστής, να προσκυνείται ο
Τίμιος Σταυρός του Κυρίου, για να λαμβάνουμε οι πιστοί από αυτόν χάρη και
δύναμη ώστε να συνεχίσουμε με σθένος τον πνευματικό μας αγώνα.
Ποιός είναι ο λόγος όμως που
για τον χριστιανικό κόσμο έχει τόση μεγάλη σημασία ο Σταυρός του Κυρίου;
Για τη χριστιανική Θεολογία ο Σταυρός δεν είναι απλά ένα σύμβολο, όπως αυτά τα
σύμβολα που έχουν ορισμένοι οργανισμοί, πολιτικά κόμματα, ποδοσφαιρικά σωματεία
αλλά ένα μυστήριο, το οποίο ενεργείται από καταβολής κόσμου. Ο άγιος
Eιρηναίος Λυώνος αναφέρει ότι ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο κατά τον τύπον του
Σταυρού καθώς όταν ο άνθρωπος εκτείνει τα χέρια του σχηματίζει
έναν Σταυρό. Πριν τη σταύρωση του Χριστού κατά τους χρόνους της Παλαιάς
Διαθήκης πολλά θαυμαστά γεγονότα ενεργήθηκαν δια του σημείου του Σταυρού.
Ο Μωυσής, αφού χάραξε με τη ράβδο του καθέτως την Ερυθρά
θάλασσα, αυτή άνοιξε στα δύο για να περάσει ο Ισραήλ. Έπειτα, τη χάραξε
οριζοντίως, σχηματίζοντας έτσι το σημείο του Σταυρού, και μετά έκλεισε
και πάλι διασώζοντας τον λαό από τους Αιγυπτίους, όπως αναφέρει ο Κοσμάς
ο μελωδός στον υπέροχο κανόνα «Σταυρόν χαράξας Μωσής». Ο Γρηγόριος
Παλαμάς αναφέρει ότι ο λαός του Ισραήλ σώθηκε από την επίθεση των Αμαληκιτών
δια του σημείου του Σταυρού καθώς ο Μωυσής αφού έστησε όρθια τη ράβδο του,
άπλωσε πάνω σε αυτὴν τὰ χέρια
του σχηματίζοντας έτσι έναν σταυρό (Έξ. 17, 8). Επίσης και ο χάλκινος όφις που
ύψωσε για τη σωτηρία του λαού από τα δαγκώματα των φιδιών αποτελεί σύμβολο του
Σταυρού. Ο προφήτης Δανιήλ ο οποίος ρίχτηκε μέσα στο λάκκο των λεόντων
(Δαν. 16 – 23) σώθηκε επειδή σχημάτισε με τα χέρια του, «σταυροειδώς εκπετάσας»,
το σημείο του Σταυρού, όπως ψάλλουμε το πρωί
στον Όρθρο.
Την Δ΄ Κυριακή των
Νηστειών εορτάζεται η μνήμη του αγίου Ιωάννου, συγγραφέα του βιβλίου της
«Κλίμακος». Γεννήθηκε στην Παλαιστίνη γύρω στο 523. Έγινε Ηγούμενος της Ι.
Μονής του Σινά και συνέγραψε το βιβλίο «Κλίμαξ», που σημαίνει σκάλα και το
οποίο περιλαμβάνει τριάντα κεφάλαια- λόγους. Περιγράφει την πορεία προς τη
θέωση και τον αγιασμό σαν μια ανάβαση σε σκάλα που οδηγεί από τη γη στον
ουρανό. Κάθε σκαλοπάτι της είναι μια αρετή που πρέπει να κατακτήσει ο
αγωνιζόμενος πιστός, ώστε να επιτύχει το σκοπό του. Το βιβλίο αυτό αρχίζει από
τις αρετές που αποκτώνται εύκολα και κυρίως έχουν πρακτικό χαρακτήρα, όπως για
παράδειγμα η αρετή της μετάνοιας, της υπακοής, και καταλήγει στις θεωρητικά
υψηλές, όπως για παράδειγμα την ταπεινοφροσύνη και την διάκριση. Κάθε αρετή
είναι ταξινομημένη ώστε να προϋποθέτει την προηγούμενη και αυτή να είναι
προϋπόθεση για την αμέσως επόμενη.
Ο
πρώτος λόγος αναφέρεται στην αποταγή του μάταιου τούτου βίου, δηλαδή για να
αρχίσει κάποιος την εν Χριστώ ζωή, πρέπει να αρνηθεί την προηγούμενη του ζωή,
τις παλιές κακές συνήθειες και τα πάθη του. Άρα, αποταγή του κόσμου σημαίνει να
αλλάξει κάποιος νοοτροπία. Να κόψει τους δεσμούς του με το αμαρτωλό παρελθόν. Ο
τελευταίος λόγος αναφέρεται στην αγάπη, την ελπίδα και πίστη, διότι ο προορισμός
του ανθρώπου είναι να ομοιάσει το Θεό και ομοίωση με το Θεό σημαίνει να
αποκτήσει κανείς την ανιδιοτελή αγάπη.
Από
την επόμενη μέρα της Δ΄Κυριακής των Νηστειών αρχίζει η Ε΄ εβδομάδα των
Νηστειών, η οποία αποτελεί το λειτουργικό αποκορύφωμα της Τεσσαρακοστής.
Οι Άγιοι Πατέρες πρόσθεσαν σ' αυτή την εβδομάδα δύο νέες ακολουθίες: την Πέμπτη
να ψάλλουμε το Μέγα Κανόνα και την Παρασκευή το βράδυ τον Ακάθιστο Ύμνο,
ώστε στο μεσοδιάστημα της έκτης εβδομάδας να υπάρξει μια σχετική μικρή
λειτουργική ανάπαυλα και ανάπαυση των πιστών, για να εισέλθουν στην Αγία
και Μεγάλη Εβδομάδα όπου υπάρχει κόπωση εξαιτίας των πολλών ακολουθιών. Ο
Μέγας Κανόνας είναι ποίημα του Ανδρέα Κρήτης (7ος - 8ος αι.).
Περιγράφει την πνευματική και ηθική κατάπτωση του ανθρώπου και την ανάγκη για
μετάνοια. Ψάλλεται το βράδυ της Τετάρτης (Όρθρος της Πέμπτης) κατά την Ε'
εβδομάδα των Νηστειών.
Την Ε΄Κυριακή των
Νηστειών τιμάται η Οσία Μαρία η Αιγύπτια, ως πρότυπο μετανοίας. Από 12
χρονών η Μαρία άρχισε να ζει άσωτα. Όταν στα 29 της χρόνια πήγε στους Αγίους
Τόπους για προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού, δεν κατάφερε να εισέλθει στο Ναό,
όπως όλοι οι άλλοι, επειδή αισθανόταν μία αόρατη δύναμη να την εμποδίζει.
Συγκλονίστηκε και υποσχέθηκε ν' αλλάξει ζωή. Έτσι, με τη βοήθεια της
Παναγίας, προσκύνησε τον Τίμιο Σταυρό και ανεχώρησε για την έρημο, πέραν του
Ιορδάνου, όπου έζησε άλλα 47 χρόνια. Τα πρώτα 17 χρόνια με πολλούς
πειρασμούς και δυσκολίες, ενώ τα λοιπά 30 χρόνια ως επίγειος άγγελος! Η Οσία
Μαρία ήταν μια άγνωστη ασκήτρια, απομονωμένη στην έρημο και οτιδήποτε
γνωρίζουμε για τη ζωή της το μάθαμε από τον Αββά Ζωσιμά που την ανακάλυψε
το 46ο έτος διαμονής της στην έρημο και την επόμενη χρονιά την
κοινώνησε. Ένα χρόνο μετά τη Θεία Μετάληψή της, ο Αββάς Ζωσιμάς την βρήκε
πλησίον της σπηλιάς της νεκρή. Η Οσία Μαρία είναι ζωντανό παράδειγμα της
δυνάμεως της μετανοίας.
Κύριο χαρακτηριστικό της Μ. Τεσσαρακοστής
είναι η νηστεία η οποία έχει δυο μορφές σύμφωνα με τον π. Αλέξανδρο Σμέμαν.
Πρώτον, είναι η ασιτία, όπως την τηρούμε το πρωί όταν πάμε να
κοινωνήσουμε ή μέχρι το απόγευμα αν πάμε σε εσπερινή Θεία Λειτουργία
Προηγιασμένων και δεύτερον, η ασκητική νηστεία δηλαδή η αποχή από ορισμένες
τροφές. Ασιτία πλήρης επίσης τηρείται στα Μοναστήρια και τις τρείς πρώτες
ημέρες της Μ. Τεσσαρακοστής μέχρι το απόγευμα της Τετάρτης όπου τελείται η Θεία
Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων. Σε αυτό το τριήμερο δεν
γίνονται εργασίες και διακονήματα, παρά μόνον προσευχή και ακολουθίες.
Ολόκληρη την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής οι μοναχοί και πολλοί
ευσεβείς χριστιανοί τηρούν ασκητική νηστεία άνευ ελαίου τις πέντε μέρες
της εβδομάδος και καταλύουν το λάδι το Σάββατο και την Κυριακή. Το
Μ.Σάββατο είναι το μόνο Σάββατο που δεν καταλύουμε λάδι.
Οι Πατέρες μας λένε ότι η
νηστεία είναι η πρώτη εντολή που δόθηκε στον άνθρωπο από το Θεό όταν είπε
στους Πρωτοπλάστους: « από παντός ξύλου του εν τω παραδείσω βρώσει
φαγή, από δε του ξύλου
του γινώσκειν καλόν και πονηρόν, ου φάγεσθε απ’ αυτού· η δ’ άν ημέρα φάγητε απ αυτού, θανάτω αποθανείσθε» (Γεν.2,16-17), δηλαδή «θα
τρώτε από τους καρπούς όλων των δέντρων του Παραδείσου, αλλά δεν θα
φάτε από τους καρπούς του δέντρου της γνώσεως του καλού και του κακού».
Ο σκοπός της Θείας εντολής της νηστείας ήταν παιδαγωγικός και αποσκοπούσε στην
παιδαγωγία, στην υπακοή, στην εκκοπή του ιδίου θελήματος. Δεν ήταν κακό
το δέντρο της γνώσεως του καλού και του κακού αλλά δεν είχαν ευλογία να φάνε.
Όμως ο άνθρωπος παράκουσε πειραζόμενος από τον διάβολο και έβαλε το
κακό μέσα στη ζωή του. Έτσι και εμείς νηστεύουμε από διάφορες τροφές, όχι
διότι είναι κακές αλλά διότι τηρούμε την εντολή της Εκκλησίας να απέχουμε
από ορισμένες τροφές, είναι ο τρόπος για να κόψουμε το θέλημά μας και να
κάνουμε υπακοή. Δεν το κάνω γιατί είναι κακή η τροφή αλλά για να μάθω να λέω
όχι στην αμαρτία. Ο Αδάμ μέσω της παρακοής εξήλθε από τον Παράδεισο ενώ
αντίθετα εμείς μέσω της υπακοής καλούμαστε να επιστρέψουμε στον
Παράδεισο.
Εάν μάθουμε να υποτάσσουμε τη
θέλησή μας στο να απέχουμε από ορισμένες τροφές που δεν επιτρέπονται, τότε όταν
έρθει ο πειρασμός που θα μας παρακινήσει να θυμώσουμε, να κατακρίνουμε, να
αμαρτήσουμε θα είναι πιο εύκολο να τον αντιμετωπίσουμε διότι η νηστεία είναι
αγώνισμα που ενισχύει τη θέληση του ανθρώπου. Αν δεν μπορώ να πω όχι στο φαγητό
δεν θα μπορέσω να πω όχι στο πάθος μου. Η νηστεία έχει σκοπό
παιδαγωγικό. Δεν είναι αυτοσκοπός. Δεν νηστεύουμε απλώς για να νηστεύουμε, αλλά
για να ωφελείται η ψυχή μας. Για να γυμνάζεται η θέλησή μας, ώστε να μπορεί να
λέει «όχι» στο κακό. Για αυτό το λόγο, σήμερα που ο σύγχρονος άνθρωπος έχει
βάλει τη νηστεία στο περιθώριο δεν μπορεί να κυριαρχήσει στα πάθη του. Με το
παραμικρό εκνευρίζεται, θυμώνει, μαλώνει, φτάνει ακόμη και στο φόνο. Βλέπουμε
τα μικρά παιδιά να είναι απείθαρχα, δεν μπορούν να ελέγξουν τα θέλω τους και
τις επιθυμίες τους. Θέλουμε συνεχώς να απολαμβάνουμε τα πάντα χωρίς μέτρο και
όριο, χρήματα, δόξα, εξουσία αδικώντας τους συνανθρώπους μας. Όλα αυτά όμως
είναι αδύνατον να γεμίσουν την ψυχή μας και αφού καταλάβουμε ότι δεν μπορούν να
εκπληρωθούν όλες οι επιθυμίες μας μάς κυριεύουν τα ψυχολογικά
προβλήματα και η κατάθλιψη.
Σύμφωνα με τους Πατέρες
μας οι σχέσεις μεταξύ Θεού και ανθρώπου δεν έχουν την έννοια της
συναλλαγής. Δεν μπορεί ο άνθρωπος να σώσει τον εαυτό του προσφέροντας
στον Θεό κάποιες ηθικές πράξεις, ως εάν ο Θεός να εδέχετο δωροδοκίες. Όντας
ελεύθερος ο Θεός από κάθε ιδιοτέλεια, συμφέρον δεν έχει, ανάγκη τίποτε. Ο Θεός
δίνει τις εντολές στον άνθρωπο όχι διότι ο ίδιος έχει ανάγκη αυτών αλλά διότι
τις έχει ανάγκη ο άνθρωπος.
Η σωτηρία του ανθρώπου εξαρτάται
από το πόσο μπορεί ο ίδιος να ασκηθεί προς καλλιέργεια μιας πραγματικής,
ανιδιοτελούς και ελευθέρας αγάπης προς το Θεό και τον συνάνθρωπο. Σύμφωνα
λοιπόν με την ορθόδοξη παράδοσή μας η δια της νηστείας πνευματική
άσκηση δεν γίνεται για τις ανάγκες του Θεού αλλά για την ηθική στερέωση,
τελείωση και θέωση των πιστών. Η νηστεία δεν έχει εξαγοραστική αξία αλλά
είναι το απαραίτητο μέσο με το οποία ο άνθρωπος ασκείται στην αρετή.
Η νηστεία είναι άσκηση σώματος
και ψυχής. Όπως ένας αθλητής που θέλει να λάβει μέρος στους αγώνες πρέπει να
ακολουθεί συγκεκριμένη διατροφή και μια προπόνηση ώστε να ασκήσει το σώμα
του, έτσι και ο πιστός αγωνιζόμενος τον καλόν αγώνα πρέπει να βοηθήσει το σώμα
του με τη νηστεία να είναι πιο πειθαρχημένο να είναι πιο ανάλαφρο και να μην
παρασύρεται από την οκνηρία, να είναι έτοιμο να αγρυπνήσει και να προσευχηθεί,
να συγκεντρωθεί στον πόλεμο εναντίον των πειρασμών. Ο αγώνας που διεξάγουμε δεν
είναι εναντίον ανθρώπων αλλά εναντίον του διαβόλου και των συνεργών του. Ο
Χριστός μας δίδαξε ότι ο πόλεμος αυτός δεν μπορεί να διεξαχθεί παρά με τα
πνευματικά όπλα που είναι η προσευχή και η νηστεία (Ματθ. 17, 21).
Ενώ ο διάβολος προσπαθεί να
μας πείσει να ενδιαφερόμαστε μόνο για το εγώ μας η νηστεία δίνει τη δυνατότητα
στον άνθρωπο να αρνηθεί το εγώ του, να θυσιάσει τις απολαύσεις του και να κόψει
το θέλημα του. Ενώ ο διάβολος προσπαθεί να μας πείσει να μην δείχνουμε έλεος
για τον συνάνθρωπό μας και έτσι να αθετήσουμε την εντολή της αγάπης εμείς όμως
νηστεύουμε για να εξοικονομήσουμε χρήματα για να βοηθήσουμε τους συνανθρώπους
μας που έχουν ανάγκη. Άρα η νηστεία πρέπει να μας οδηγεί στην ελεημοσύνη και
η ελεημοσύνη είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για να εισακουστεί η προσευχή
μας, διότι όπως λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «δεν εισακούεται
κανείς σηκώνοντας τα χέρια στον ουρανό, αλλά απλώνοντας το χέρι στα χέρια των
φτωχών για να τους βοηθήσει». Αν
δεν δώσουμε εμείς στον συνάνθρωπό μας, πώς εμείς έχουμε απαίτηση από το Θεό να
δώσει λύση στα προβλήματά μας; Αν δεν συγχωρήσουμε τον συνάνθρωπό μας, πως
έχουμε εμείς απαίτηση από το Θεό να μας συγχωρέσει;
Η νηστεία είναι ένδειξη
πένθους. Αντίθετα η χαρά συνοδεύεται από κατάλυση της νηστείας. Το
βλέπουμε στην καθημερινή μας ζωή. Όταν χάνουμε έναν κοντινό μας
άνθρωπο, τον συγγενή μας, τότε νηστεύουμε ενώ όταν βιώνουμε
ευχάριστα γεγονότα, αυτό συνοδεύεται από πλούσια τροφή. Αυτήν την περίοδο
νηστεύουμε πενθώντας για τα πάθη και τον σταυρικό θάνατο του Ιησού
σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου «ελεύσονται
δε ημέραι όταν απαρθή απ’
αυτών ο νυμφίος,
και τότε νηστεύσουσιν εν εκείναις
ταίς ημέραις» (Μάρκ. 2,20). Είναι πένθος επίσης για τις
αμαρτίες μας. Μιμούμαστε τους κατοίκους της Νινευή οι οποίοι όταν άκουσαν την
πρόσκληση του προφήτη Ιωνά να μετανοήσουν τόσο πολύ συγκλονίστηκαν που νήστευσαν
όχι μόνο αυτοί αλλά υποχρέωσαν να νηστεύσουν και τα ζώα τους, εκλιπαρώντας για
το έλεος του Θεού. «Και εκηρύχθη
και ερρέθη εν
τη Νινευή παρά του βασιλέως
και παρά των μεγιστάνων αυτού λέγων· οι άνθρωποι και τα κτήνη
και οι βόες και τα πρόβατα μη γευσάσθωσαν μηδέ
νεμέσθωσαν μηδέ ύδωρ πιέτωσαν»
(Ιων. 3,7).
Το να προσπαθήσουμε να
αποδείξουμε τα ευεργετικά αποτελέσματα της νηστείας για το σώμα δεν χρειάζεται
παρά να επισκεφθούμε έναν ιατρό για να μας πείσει για την αναγκαιότητα της
νηστείας η οποία σήμερα ονομάζεται με το όρο «μεσογειακή διατροφή». Αλλά η
νηστεία έχει ευεργετικές συνέπειες και στην ψυχολογία μας και στον τρόπο που
αντιμετωπίζουμε την καθημερινότητα.
Παλιότερα οι άνθρωποι νήστευαν
όλοι και προσδοκούσαν πότε θα έρθει η μεγάλη γιορτή για να απολαύσουν
όλοι μαζί τα γιορτινά εδέσματα. Είχαν προσμονή, να συγκεντρωθούν όλοι μαζί, να
απολαύσουν το τέλος της νηστείας και να επαναπροσδιορίσουν την πορεία της ζωής
τους. Αντίθετα σήμερα ο άνθρωπος στρώνει το τραπέζι του καθημερινά σαν να είναι
μια μεγάλη γιορτή. Δεν έχει προσμονή για να γευτεί κάτι το οποίο έχει στερηθεί
για 40 ημέρες και στο τέλος βαριέται τα πάντα, τον κυριεύει κατάθλιψη
καθώς ζει μέσα στην μονοτονία της καθημερινότητας χωρίς να μπορεί να
διακρίνει ποια ημέρα είναι γιορτινή και ποια καθημερινή. Όλες οι μέρες είναι
ίδιες για αυτόν με αποτέλεσμα η πλήξη και η ακηδία να εισβάλλουν στη ζωή
του οδηγώντας τον σε ψυχιάτρους και ψυχολόγους. Κατά συνέπεια η νηστεία
είναι ευεργετική για την εν γένει καλή μας ψυχολογική κατάσταση καθώς
δίνει νόημα και προοπτική στην καθημερινότητά μας.
Η
νηστεία δεν είναι ο σκοπός αλλά το μέσον για να επιτύχουμε δυο βασικές αρετές:
την ταπείνωση και την αγάπη. Ρώτησαν τον άγιο Παΐσιο τον αγιορείτη: «Γέροντα,
πως θα σωθώ με τόσα πάθη που έχω;» Απάντησε ο άγιος: «με την
ταπείνωση και την αγάπη. Αυτή είναι η βάση της πνευματικής ζωής». Αναφέρει
ο Όσιος Ηλίας ο Έκδικος: «Βάση του πλούτου είναι το χρυσάφι ενώ της αρετής η
ταπείνωση. Όπως λοιπόν εκείνος που δεν έχει χρυσάφι είναι φτωχός, και ας μη
φαίνεται εξωτερικά, έτσι και χωρίς ταπείνωση, δεν μπορεί να είναι
ενάρετος εκείνος που αγωνίζεται». Η μακαρία Συγκλητική έλεγε ότι η
ταπεινοφροσύνη είναι τόσο μεγάλη αρετή, ώστε ο διάβολος, ενώ μπορεί όλες
σχεδόν τις αρετές να τις μιμείται, αυτήν ούτε πού ξέρει καν τι είναι.
Ο
ταπεινός άνθρωπος ομοιάζει το Θεό ο οποίος «εταπείνωσεν εαυτόν»
και έγινε άνθρωπος και
μάλιστα υπέμεινε τον σταυρικό θάνατο για εμάς (Φιλιπ. 2,7 – 8). Τι είναι όμως
ταπείνωση; Ταπείνωση δεν σημαίνει να λέμε υποκριτικά ότι είμαστε οι χειρότεροι
των ανθρώπων, αλλά σημαίνει να μην έχουμε μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας, να μην
νομίζουμε ότι τα γνωρίζουμε όλα, ότι μόνο εμείς μόνο ξέρουμε ποιο είναι
το καλό για το παιδί μας, τι να σπουδάσει, ποιο επάγγελμα να ακολουθήσει
ή με ποιον η με ποιαν θα κάνει οικογένεια.
Ταπείνωση
σημαίνει να μην μένουμε αμετακίνητοι σε απόψεις που δεν βοηθούν πουθενά, να μην
νομίζουμε ότι είμαστε αλάθητοι και να δίνουμε το δικαίωμα και στον/ην
σύζυγο να αποφασίσει για θέματα της οικογενείας. Ταπείνωση
σημαίνει στην εξομολόγηση να μην λέμε τα σφάλματα των άλλων αλλά τα δικά μας.
Να μην προσπαθούμε να δικαιολογούμε πάντοτε τις πράξεις μας αλλά να
αναγνωρίζουμε το μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί. Ταπείνωση σημαίνει να
κάνουμε υπακοή στον πνευματικό μας όταν φεύγουμε από την εξομολόγηση διότι αν
δεν κάνουμε υπακοή τότε είναι σαν να λέμε ότι εμείς γνωρίζουμε καλύτερα τα
πνευματικά θέματα από τον πνευματικό μας. Οι Πατέρες μας λένε ότι ακόμη και αν
κάνει λάθος ο πνευματικός μας η υπακοή θα μας προστατεύει. Ταπείνωση σημαίνει
να μην κατακρίνουμε τον διπλανό μας, να μην τον κακολογούμε διότι έτσι εμμέσως
φωνάζουμε ότι εμείς δεν είμαστε όπως αυτός που κατακρίνουμε, όπως
έλεγε ο Φαρισαίος της παραβολής ότι δεν είναι αμαρτωλός «ως ούτος ο τελώνης» (Λουκ. 18, 10-14).
Ταπείνωση σημαίνει να αρνούμαστε να επιδεικνυόμαστε για τα τυχόν χαρίσματα μας
αναγνωρίζοντας ότι προέρχονται από το Θεό. Σύμφωνα με τον άγιο Παΐσιο εάν η
ταπείνωση συνοδεύει την προσευχή μας τότε την κάνει να εισακουστεί
στο Θεό.
Ο Θεός
έγινε άνθρωπος ταπείνωσε τον εαυτό του και πέθανε επί του
Σταυρού (Φιλιπ. 2,7 – 8), διότι αγάπησε τον άνθρωπο. Κατά συνέπεια
μέσα στην ταπείνωση ενυπάρχει η αγάπη και η αγάπη είναι ο τελικός σκοπός
της πνευματικής ζωής. Βρίσκεται στην κορυφή της κλίμακας των αρετών και όπως
λέγει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος αυτός που θέλει να ομιλεί
για την αγάπη είναι σαν να επιχειρεί να ομιλεί για τον ίδιο τον Θεό.
Ο
άνθρωπος δημιουργήθηκε κατ’ εικόνα Θεού με σκοπό να τελειοποιηθεί και να
ομοιάσει το Θεό. Εφόσον ο Θεός είναι αγάπη (Α΄Ιω. 4,7) ο άνθρωπος
δημιουργήθηκε από το Θεό για να γίνει τέλειος όπως ο Θεός, δηλαδή να αγαπά το
Θεό και τον πλησίον του ανιδιοτελώς όπως αγαπά ο Θεός τον κόσμο (Α΄Ιω. 4,7 – 11).
Για αυτό το λόγο οφείλουμε οι χριστιανοί να αγαπούμε τους πάντες χωρίς
προϋποθέσεις, ακόμη και τους εχθρούς και τους διώκτες μας, όπως έπραξε ο
Χριστός, οι άγιοι μάρτυρες, όλοι οι άγιοι μας, όπως ο άγιος
Διονύσιος ο εν Ζακύνθω ο οποίος συγχώρεσε τον φονιά του αδερφού του και
άγιος Νεκτάριος συγχώρεσε τους συκοφάντες του. Η γεμάτη αγάπη ταπείνωση είναι
μια τρομερή δύναμη. Όποτε θυσιάζουμε κάτι ή υποφέρουμε με τη θέλησή μας
από αγάπη, αυτό μας κάνει πιο δυνατούς κι όχι πιο αδύναμους. Έκφραση της αγάπης
είναι η ελεημοσύνη. Εφόσον ο Θεός είναι ελεήμων και ο άνθρωπος καλείται
να ασκήσει την ελεημοσύνη και να μην διστάσει να δώσει όχι μόνο υλικά
αγαθά αλλά και τη συντροφιά του στον μοναχικό άνθρωπο, την παρηγοριά
του στον στενοχωρημένο, την ελπίδα του στον απογοητευμένο, την
συμπαράστασή του στον άρρωστο, την βοήθεια στον κατατρεγμένο, την ζεστασιά στο
ορφανό, την επίσκεψη στον φυλακισμένο, τη συγγνώμη σε αυτόν που τον αδίκησε.
Η
Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι περίοδος αυτοελέγχου, αυτοκριτικής και αυτογνωσίας
καυτηριάζοντας το υπερήφανο πνεύμα εντός μας που είναι η βάση της κάθε κακίας
και αναζήτηση της ταπεινώσεως. Πρέπει να σταθούμε και να αναρωτηθούμε: Ποιά
είναι άραγε τα κίνητρα της συμπεριφοράς μας; Έστω της θρησκευτικής μας
συμπεριφοράς; Διαπνέονται από ειλικρίνεια ή τελικά είναι ιδιοτελή και
ατομικιστικά; Οι ενέργειές μας προς τους γύρω μας, του συζύγου προς τη σύζυγο
και το αντίστροφο, του γονιού προς το παιδί και το αντίστροφο, του
εργοδότη προς τον υπάλληλο και το αντίστροφο, και ούτω καθεξής, διαπνέονται από
τον εγωισμό ή όπως οι Πατέρες μας τον ονομάζουν φιλαυτία ή διαπνέονται
από τη θυσία, την προσφορά, την αγαθότητα, την ταπείνωση, την συγχώρεση, την
ανεκτικότητα, την αποδοχή, την μακροθυμία, την ανεξικακία. Πόσα άραγε
προβλήματα μέσα στην οικογένειά μας, στην εργασία μας, στις κοινωνικές
μας σχέσεις θα επιλύονταν αν είχαμε στο μυαλό μας τον
χριστιανικό τρόπο ζωής, αυτόν της συγχώρεσης, της αποδοχής, και της
ενσυναίσθησης, δηλαδή το να μπορούμε να βρεθούμε στη θέση του άλλου; Αυτήν την
περίοδο καλούμαστε να αρνηθούμε το εγωισμό μας και την άποψη ότι οι
άλλοι δημιουργήθηκαν να μας υπηρετούν. Καλούμαστε να πραγματοποιήσουμε το
ταξίδι της ταπεινώσεως, της ασκήσεως, της αγάπης και της συγχώρεσης.
Η Μεγάλη
Τεσσαρακοστή είναι μια πνευματική ακροβασία. Οι ακροβάτες δεν είναι δυνατό νά ασχοληθούν
μέ τίποτε άλλο
κατά τις κρίσιμες
στιγμές της ακροβασίας τους, παρά μόνο μέ τό πώς θα περατώσουν
τήν δύσκολη προσπάθειά τους. Κατά τον ίδιο τρόπο και εμείς δεν
επιτρέπεται κατά τη διάρκεια αυτής της ευλογημένης περιόδου, νά αφήσουμε κάποια μέριμνα, κάποιο πειρασμό νά μας
αποσπάσει από τον στόχο μας που είναι η επίτευξη της ανιδιοτελούς αγάπης,
κατά το πρότυπο της σταυρικής αγάπης του Χριστού μας, διότι όπως αναφέρει
ο άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος, «η νηστεία, η αγρυπνία, η υπακοή,
αποτελούν τα μέσα και όχι το σκοπό της ασκήσεως. Μάταια καυχιόμαστε για νηστεία
και αγρυπνία και ακτημοσύνη και ανάγνωση Γραφών, όταν δεν κατορθώσουμε την
αγάπη προς το Θεό και τον πλησίον».
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή
κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι
υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου