Πυθαγόρας
Κύριο χαρακτηριστικό της αρχαίας Ελληνικής θρησκείας, όπως αυτή αναπτύχτηκε μέσα από τα δύο αριστουργηματικά έπη του Ομήρου την «Ιλιάδα» και την «Οδύσσεια» και από τον Ησίοδο με την «Θεογονία» του είναι ο ανθρωπομορφισμός. Να παρουσιάζονται δηλαδή οι Θεοί με πάθη και ενέργειες ανθρώπινες που βέβαια μόνο σε Θεούς δεν ταιριάζουν και έτσι ο άνθρωπος να γίνεται παιχνίδι στα χέρια και τα πάθη των Θεών.
Στην Ομηρική ποίηση επίσης, δεν υφίσταται η πίστη στην μετά θάνατον προσωπική ζωή. Η ψυχή υπάρχει μόνο όταν είναι συνδεδεμένη με το σώμα. Άπαξ και αποχωριστεί από αυτό κατέρχεται ως σκιά εις τον Άδη και λαμβάνει ξανά ζωή και κίνηση όταν πιει αίμα. Δεν είναι λοιπόν η ψυχή ο φορέας της ζωής αλλά το αίμα.
Συνεπώς στα πλαίσια του ανθρωπομορφισμού – όπου γίνεται η υπερτίμηση του σώματος – δεν υπάρχει χώρος για κανένα είδους μυστικισμό στον οποίο υπερέχει η ψυχή λόγω συγγένειας με το θείο.
Οι νηπιώδεις αυτές θρησκευτικές αντιλήψεις τινάζονται στον αέρα από τους Ίωνες φιλοσόφους, αν και δεν απορρίπτουν όλοι από αυτούς την θρησκεία και τον Θεό αλλά προσπαθούν να την αποκαθάρουν.
Και τότε γεννιέται ο μυστικισμός από τις μεγάλες μορφές του Πυθαγόρα, Πλάτωνα και Πλωτίνου. Πρόδρομος βέβαια όλων αυτών ο Ορφισμός που αποδίδεται στο μυθικό πρόσωπο του Ορφέα.
Στον Ορφισμό ο άνθρωπος θεωρείται πως έχει δύο στοιχεία. Το διονυσιακό (ψυχή) και το τιτανικό (σώμα) από τα οποία το πρώτο υπερέχει του δευτέρου. Κύριο μέλημα του Ορφισμού είναι η απελευθέρωση της ψυχής από το σώμα που την κρατάει δέσμια και ένωσή της με το Θεό.
Διάδοχος του Ορφισμού είναι ο Πυθαγορισμός που ιδρυτής του θεωρείται ο Πυθαγόρας (582 – 497 π.Χ.) από την Σάμο, αφού σύμφωνα με την παράδοση των Πυθαγορείων ο «Ιερός Λόγος» που απήγγειλαν τα μέλη των Πυθαγορικών κοινοτήτων ήταν ο ίδιος που απήγγειλε ο Πυθαγόρας όταν εμυείτο στο χωριό Λίβηθρα της Θράκης.
Οι ερευνητές όμως αντιμετωπίζουν με επιφύλαξη τα του βίου του, επειδή πολλά από αυτά όχι μόνο είναι αντιφατικά και αλληλοσυγκρουόμενα αλλά είναι πολύ μεταγενέστερα και προέρχονται από κύκλους Πυθαγορείων.
Πάντως η συγγένεια Ορφισμού και Πυθαγορισμού στο ζήτημα της μετενσαρκώσεως που προϋποθέτει θεία και αθάνατη ψυχή και της ασκητικής ζωής δεν αμφισβητείται από κανένα, επειδή και οι ελάχιστες αρχαίες μαρτυρίες συνηγορούν υπέρ της συγγένειας αυτής.
Ο Ορφισμός είχε την τύχη να υιοθετηθεί από τον μεγάλο αυτό φιλόσοφο και μεταλλαγμένος προς το καλύτερο να εκφράσει την τάση προς τον μυστικισμό και το θείο του ελληνικού πνεύματος. Κατάφερε λοιπόν, παράλληλα με το ρεύμα που υπήρχε για την αποδέσμευση της φιλοσοφικής σκέψης από την θρησκεία, όπως είχε καταντήσει αυτή από τους μυθολόγους Όμηρο και Ησίοδο, να αποκαθάρει την θρησκεία από τον ανθρωπομορφισμό της και να την συμβιώσει με την επιστήμη και την φιλοσοφία.
Βέβαια ο Πυθαγόρας είναι γνωστός στην Ιστορία για την οντολογία του, η οποία είναι συνδεδεμένη με τα μαθηματικά και τους αριθμούς, τους οποίους θεωρούσε ως στοιχειώδεις αρχές των όντων κάτι αντίστοιχο με τις «Ιδέες» του Πλάτωνα. Όπως λοιπόν στην διδασκαλία των Πλατωνικών «Ιδεών» τα αισθητά και μεταβλητά όντα του κόσμου μας οφείλουν την ύπαρξη τους στην «μέθεξη» των «Ιδεών» έτσι και στον Πυθαγόρα η ύπαρξη των αισθητών όντων δεν είναι τίποτε άλλο παρά «μίμηση» των αριθμών. Πολύ ορθά την παραπάνω συγγένεια την παρατήρησε ο Αριστοτέλης ο οποίος είπε πως απλώς ο Πλάτωνας άλλαξε την ονομασία της λέξης.
Γνωστά επίσης από τον Πυθαγόρα είναι τα περίφημα θεωρήματα της Γεωμετρίας. Έδινε τόσο μεγάλη σημασία σ’ αυτή, ώστε λέγεται πως στην είσοδο του σπιτιού του που χρησίμευε και ως σχολή υπήρχε η επιγραφή «κανείς να μην εισέρχεται που δεν γνωρίζει Γεωμετρία».
Με τα Μαθηματικά συνδέεται και ένα άλλο χαρακτηριστικό της φιλοσοφικής σκέψης του Πυθαγόρα. Η αγάπη του για την μουσική που θεμελίωσε σε αριθμητικά δεδομένα. Η διαίρεση σε αριθμητικά διαστήματα της μουσικής κλίμακας, τόνους και ημιτόνια, στηρίζεται στις σχετικές παρατηρήσεις του. Παρατήρησε πως υπάρχουν μαθηματικές σχέσεις μεταξύ των διαφόρων μουσικών τόνων. Διαφορετικού πλάτους χορδές παράγουν διαφορετικού ύψους μουσικούς τόνους. Η μουσική άλλωστε εκφράζει την αρμονία, την οποία έβλεπε να υπάρχει στον κόσμο ο οποίος αποτελούνταν κατ’ αυτόν από τους αριθμούς, γι’ αυτό το λόγο είναι και ο πρώτος που ονόμασε το σύμπαν «κόσμο» (στολίδι).
Ο Πυθαγόρας όμως δεν είναι μόνο γνωστός ως Μαθηματικός, αλλά εξίσου ή και περισσότερο είναι γνωστός ως Μυστικός και ιδρυτής θρησκευτικών κοινοτήτων με αυστηρά ιεραρχική οργάνωση και ασκητικό βίο.
Στον Κρότωνα της Κάτω Ιταλίας όπου κατέφυγε από την γενέτειρά του την Σάμο, ιδρύει και οργανώνει τις θρησκευτικές κοινότητες, οι οποίες μπορούν να χαρακτηριστούν ως η πρώτη ησυχαστική κίνηση στην Ιστορία. Το κήρυγμά του βρίσκει εκπληκτική απήχηση στις ψυχές των ανθρώπων και η συμβολή στην προαγωγή της παιδείας και της ηθικής είναι τεράστια. Απευθύνεται προς όλες τις ηλικίες αδιακρίτως, άνδρες και γυναίκες. Προσέτρεχαν να τον ακούσουν όχι μόνο από τον Κρότωνα, αλλά και από άλλες πόλεις και χώρες. Ο Πορφύριος και οι άλλοι βιογράφοι του το αποδίδουν αυτό στην εξωτερική του εμφάνιση.
Ο Πυθαγόρας όμως δεν περιορίζεται μόνο στην διδασκαλία στο ευρύ κοινό, αλλά οργανώνει με επιτυχία ένα κλειστό κύκλο μαθητών, μια εταιρεία, τα μέλη της οποίας έπρεπε να διακρίνονται για την αυστηρή τήρηση της ιεραρχίας, την υπακοή χωρίς αντίρρηση των αρχών της διδασκαλίας του Πυθαγόρα, την ασκητική ζωή, την αλληλοϋποστήριξη και την εχεμύθεια. Στο να βρει ανθρώπινο υλικό για την ίδρυση αυτής της εταιρείας δεν υπάρχει καμιά δυσκολία αφού οι άνθρωποι προσέρχονται αθρόα και έχουν σφοδρή επιθυμία να ενταχτούν στο στενό κύκλο των εταίρων. Γι’ αυτό και η επιλογή και η δοκιμασία είναι αυστηρή. Η δοκιμασία μάλιστα διαρκούσε πολλά χρόνια και προχωρούσε κατά βαθμίδες, μέχρι να επιτραπεί στον εταίρο να γνωρίσει προσωπικά το δάσκαλο και να συζητήσει μαζί του διάφορα προβλήματα. Η διαφύλαξη μιας μυστικής ανώτερης γνώσης που μετέδιδε ο δάσκαλος, ήταν υποχρεωτική για τους εταίρους και εις αυτό οφείλεται – κατά πολλούς – πως δεν διασώθηκαν συγγράμματα του Πυθαγόρα που περιέχουν την ηθικοθρησκευτική του διδασκαλία. Τους Πυθαγόρειους μιμούνται στην οργάνωση και οι Ελεύθεροι Τέκτονες, οι γνωστοί ως Μασόνοι, οι οποίοι θεωρούν προστάτη τους τον Πυθαγόρα.
Ας δούμε τώρα πως γίνονταν κάποιος μέλος στην Πυθαγόρεια κοινότητα. Για να εισαχθεί κανείς στην «σχολή» ή «κοινωνία» και να γίνει «ομιλητής», υποβάλλονταν σε αυστηρά εξέταση ακόμα και φυσιογνωμική την οποία επέβλεπε μάλιστα ο ίδιος ο Πυθαγόρας. Εξετάζονταν ο χαρακτήρας του υποψηφίου, οι συνήθειες του, τα αισθήματά του, η διαγωγή του κατά το παρελθόν και το παρόν, και μετέπειτα επιτρέπονταν η συναρίθμησή του στην Πυθαγόρεια κοινότητα. Μέχρις ότου όμως γίνει πλήρες μέλος, τέλειος μαθητής, έπρεπε να περάσει δύο στάδια δοκιμασίας. Κατά την διάρκεια του πρώτου σταδίου, που διαρκούσε τρία χρόνια, δεν επιτρέπονταν να παρακολουθεί ακόμη αυτήκοα την διδασκαλία του Πυθαγόρα. Δοκιμάζονταν η σταθερότητα της απόφασής του να ακολουθήσει τον «Πυθαγόρειο βίο» και εξετάζονταν τα κίνητρα αυτής του της απόφασης.
Όταν περνούσαν τα τρία χρόνια της δοκιμασίας, κατά την οποία οι νέοι μαθητές δεν κατοικούσαν μέσα στην κοινότητα, παρέδιδαν την περιουσία τους στην κοινότητα και ζούσαν μετέπειτα εντός αυτής κοινοβιακά. Παρόλα αυτά και μετά τον κοινοβιασμό υπήρχε ένα πενταετές διάστημα δοκιμασίας και μαθητείας, του οποίου το κύριο χαρακτηριστικό ήταν η σιωπή. Για πέντε χρόνια άκουγαν την διδασκαλία του Πυθαγόρα, χωρίς να μιλούν, πάντα ζώντας μέσα σε διαρκή σιωπή και χωρίς να βλέπουν το πρόσωπο του Πυθαγόρα. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε έλαβαν και την προσωνυμία «ακουσματικοί». Αφού περνούσαν τα πέντε χρόνια περνούσαν στο επόμενο στάδιο των «μαθηματικών». Ως «μαθηματικοί» πλέον μπορούσαν να συναναστρέφονται τον Πυθαγόρα για να του υποβάλουν διάφορα ερωτήματα, όχι βέβαια για να αμφισβητήσουν την διδασκαλία του αλλά για να ζητήσουν κάποιες διευκρινίσεις. Υπήρχε απόλυτος και τυφλή εμπιστοσύνη στην αλήθεια της διδασκαλίας του. Το «αυτός έφα» δηλαδή «αυτός είπε» δείχνει ακριβέστατα την χωρίς αντίρρηση αποδοχή των διδαγμάτων του και γνωμών του.
Άλλωστε αυτό υπήρξε και ένα όπλο στα χέρια των Χριστιανών συγγραφέων όταν τους κατηγορούσαν οι Εθνικοί (ειδωλολάτρες) συγγραφείς για αποδοχή χωρίς εξέταση των δογμάτων της πίστης τους. Τους θύμιζαν την τυφλή πίστη των Πυθαγορείων.
Τώρα, εάν μετά την πενταετή δοκιμασία της σιωπής ο μαθητής κρίνονταν ανάξιος, για να μπει στην τάξη των «μαθηματικών», διώχνονταν από την κοινότητα και του επέστρεφαν διπλά την περιουσία του που είχε καταθέσει. Μάλιστα ανοίγονταν και τάφος στο σπίτι της κοινότητας που έμενε, που σήμαινε πως θεωρείτε πλέον νεκρός και απαγορεύονταν κάθε επαφή και συνομιλία μαζί του από τα άλλα μέλη της κοινότητας. Η ίδια ποινή επιβάλλονταν και σε όσους πρόδιδαν τα μυστικά της κοινότητας.
Η υποστήριξη όμως του ενός μέλους της κοινότητας με το άλλο έχει μείνει παροιμιώδης. Ας μας επιτραπεί σ’ αυτό το σημείο να διηγηθούμε ένα επεισόδιο που διασώζει ο Πυθαγόρειος Ιάμβλιχος: «Κάποιος Πυθαγόρειος μετά από μακρινή και κοπιαστική πορεία σε ένα ερημικό δρόμο έφθασε σ’ ένα πανδοχείο, όπου λόγω της ταλαιπωρίας του αυτής, αρρώστησε βαριά. Δεν είχε όμως τα ανάλογα χρήματα για την περίθαλψή του. Στον πανδοχέα όμως – που παρόλα αυτά τον περιέθαλψε με συγκινητικό τρόπο – άφησε πριν να πεθάνει μια πινακίδα με ένα σύμβολο, και του είπε να την κρεμάσει διότι ο πρώτος που θα αναγνωρίσει το σύμβολο αυτό και πληροφορηθεί τα καθέκαστα θα τον ανταμείψει πλουσιοπάροχα. Ο πανδοχέας παρόλο που δεν ήλπιζε πως θα εισπράξει ποτέ ότι είχε δαπανήσει, εκτέλεσε την επιθυμία του και κρέμασε σε εμφανές σημείο την πινακίδα με το σύμβολο. Και πράγματι μετά από πολύ καιρό κάποιος Πυθαγόρειος που αναγνώρισε το σύμβολο κατέβαλε πλούσια και πρόθυμα τα έξοδα» Ιάμβλιχος 239.
Με την ησυχία και την σιωπή είναι στενά συνδεδεμένα και ο αυτοέλεγχος και η άσκηση της μνήμης. Είναι γνωστή η σύσταση του Πυθαγόρα προς τους μαθητές του όπως μας πληροφορεί ο Διογένης ο Λαέρτιος 8,22: «Τι έκανα που δεν έπρεπε; Τι έκανα που έπρεπε; Τι έπρεπε να κάνω και δεν το έκανα;» Έπρεπε να ασκηθεί η μνήμη, για να μπορεί να κρατάει τις διδασκαλίες. Γι’ αυτό δεν έπαυαν να ασχολούνται κατ’ επανάληψη με το διδαχθέν μέχρι να γίνει κτήμα τους. Ο τρόπος δε που ασκούνταν η μνήμη ήταν ο εξής. Πριν να σηκωθεί από το κρεβάτι του ο Πυθαγόρας έπρεπε υποχρεωτικά να θυμηθεί όλα όσα είχαν συμβεί την προηγούμενη μέρα με τη σειρά. Τι είπε ή τι άκουσε μόλις σηκώθηκε από το κρεβάτι του, τι πρώτο και τι δεύτερο, τι συνέβη, ποιον συνάντησε πρώτον και ποιον δεύτερο και τι συζήτησε μαζί τους.
Μετά την άσκηση της μνήμης οι Πυθαγόρειοι τιμούσαν πολύ την ιατρική και τη μουσική για ηθικοπλαστικούς λόγους. Από την ιατρική ασχολούνταν περισσότερο με το «διαιτητικό είδος», ώστε να είναι ακριβείς στην δίαιτα τους με την γνώση της συμμετρίας των τροφών και των ποτών. Και αυτό το έκαναν γιατί ήθελαν να κρατούν τα σώματά τους σε σταθερή κατάσταση, ώστε να μην είναι αυτά, άλλοτε αδύνατα και άλλοτε παχιά. Η μουσική επίσης συμβάλλει στην υγεία του σώματος και αποτελεί ειδικά για την ψυχή σπουδαίο μέσο κάθαρσης. Μάλιστα ο Μέγας Βασίλειος μας διασώζει το εξής περιστατικό με τον Πυθαγόρα και την θεραπευτική ιδιότητα της μουσικής: «Λέγεται επίσης ότι και ο Πυθαγόρας, όταν κάποτε συνάντησε χορευτές μεθυσμένους, που τραγουδούσαν κάνοντας ασχήμιες στους δρόμους, παρακάλεσε εκείνον που έπαιζε τον αυλό και ήταν ο αρχηγός αυτής της οργιαστικής πομπής, να αλλάξει αρμονία και να τους παίξει με τον αυλό το δωρικό μέλος. Τότε εκείνοι τόσο ορθοφρόνησαν με τη μελωδία αυτή, ώστε, αφού πέταξαν τα στεφάνια, γύρισαν πάλι με ντροπή στα σπίτια τους.» Προς τους νέους, Ε.Π. 31, 581 – 584.
Ο Πυθαγόρας και οι μαθητές του δέχονταν ως προς την ψυχή την διδασκαλία της μετενσάρκωσης ή μετενσωμάτωσης. Λέγεται μάλιστα ότι ο Ξενοφάνης ειρωνευόμενος αυτή την διδασκαλία, τον παρουσιάζει να επιτιμά μαθητή του, που ήθελε να χτυπήσει ένα σκύλο επειδή γαύγιζε, πως στο γαύγισμα του σκύλου αναγνώρισε την φωνή ενός φίλου του.
Ο ίδιος ο Πυθαγόρας έλεγε για τον εαυτό του πως θυμάται τις διάφορες μετενσαρκώσεις του. Το χάρισμά του μάλιστα αυτό το απέδιδε σε δώρο του Ερμή προς το πρόσωπό του.
Ο κύκλος των μετενσαρκώσεων του απέβλεπε στο να ελευθερωθεί η ψυχή από τα δεσμά της σάρκας δια της αγνότητας, της καθαρότητας και της ασκήσεως και να επανέλθει στην εστία της, στο Θεό. Υπάρχει δηλαδή και στον Πυθαγορισμό η άποψη ενός δράματος της ψυχής που απομακρύνθηκε από το Θεό και αγωνίζεται να θέσει τέρμα στο κύκλο των μετενσαρκώσεων για να επανέλθει σ’ αυτόν. Η ψυχή είναι αθάνατος διότι αυτό από το οποίο αποσπάστηκε είναι αθάνατο. Διαιρείται δε σε τρία μέρη. Στο νου, φρόνηση και θυμό. Νου και θυμό έχουν και τα ζώα, φρόνηση όμως μόνο ο άνθρωπος. Η έδρα της ψυχής βρίσκεται στο τμήμα μεταξύ καρδιάς και εγκεφάλου. Στην καρδιά κατοικεί ο θυμός, στον εγκέφαλο το μυαλό και η φρόνηση. Αθάνατο είναι μόνο το φρόνιμο μέρος της ψυχής. Οι φλέβες, οι αρτηρίες και τα νεύρα είναι δεσμά για την ψυχή. Διογένης ο Λαέρτιος 8,28 – 31
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ασκητική διδασκαλία του Πυθαγόρα. Απαγορεύονταν να τρώνε έμψυχα όντα, όχι μόνο λόγω της θεωρίας της μετενσάρκωσης περί παρουσίας δηλαδή σ’ αυτά ανθρωπίνων ψυχών, αλλά κυρίως για να συνηθίσουν στη λιτή και ασκητική ζωή, που είναι παράγοντας σωματικής και ψυχικής υγείας. Ο ίδιος αρκείτο μόνο σε μέλι, κερί, λαχανικά και ψωμί. Δεν έπινε κρασί και ούτε εθεάθη ποτέ να διασκεδάζει, αφροδισιάζει ή να μεθύει. Απέφευγε τα γέλια, τις κολακείες, τις φορτικές διηγήσεις και τα πειράγματα. Διογένης ο Λαέρτιος 8,13 – 20
Δίδασκε μάλιστα πως η άσκηση αυτή στην διατροφή και το ντύσιμο πρέπει να αρχίζει από την παιδική ηλικία. Οι περισσότερες από τις επιθυμίες των ανθρώπων είναι επίκτητες και κατασκευάζονται από τους ίδιους, γι’ αυτό και απαιτείται πολλή προσοχή και σωματική άσκηση. Η περιποιημένη τροφή, η πολυτελής ενδυμασία, η ευρύχωρος και πολυτελής κατοικία κατακρίνονταν από τους Πυθαγόρειους. Ιάμβλιχος 205
Η αυστηρότης αυτή των Πυθαγορείων στην διατροφή και το ντύσιμο έγινε αιτία να διακωμωδήσεως από πολλούς. Λέγεται μάλιστα πως ο κωμωδός ο Αριστοφώντας αναφέρεται στην διήγηση κάποιου που επεσκέφτηκε τον Άδη και είδε τους Πυθαγόρειους να διαφέρουν από όλους και να συντρώγουν με τον Πλούτωνα λόγω της ευσέβειας τους αυτής. Και ορίστε τι απαντάει ο κωμωδός: «Πρέπει να είναι πολύ βολικός αυτός ο θεός που ευχαριστιέται να συναναστρέφεται με τους άπλυτους, τους άλουστους που είναι γεμάτοι ψείρες». Διογένης ο Λαέρτιος 8,37
Ασκητικές στάσεις βρίσκομαι και στη στάση των Πυθαγορείων απέναντι στη γενετήσια ζωή και το γάμο. Ο ίδιος ο Πυθαγόρας ήταν παντρεμένος με παιδιά. Κατέκρινε την ικανοποίηση της σαρκικής ορμής εκτός του γάμου, την δέχονταν όμως εντός του γάμου με σκοπό την τεκνοποιΐα, επειδή ο άνθρωπος αφήνει στον κόσμο λάτρεις των θεών.
Κατά τον Ιερώνυμο, ο Πυθαγόρας κατήλθε στον Άδη και είδε τις ψυχές του Ομήρου και του Ησιόδου να τιμωρούνται αυστηρά για όσα ασεβή είπαν για τους Θεούς, και μαζί μ’ αυτούς να τιμωρούνται και οι ψυχές αυτών που αρνούνταν να συνευρεθούν με τις γυναίκες τους. Η στάση του αυτή έναντι του γάμου είχε ως αποτέλεσμα να τιμάτε από τους Κροτωνιάτες. Η μαθήτρια του Θεανώ, κατ’ άλλους σύζυγός του, όταν ρωτήθηκε αν η συνεύρεση με άντρα συνιστά ακαθαρσία, απάντησε πως μόνο με ξένο άντρα θεωρείται τοιουτοτρόπως. Γενικά ο Πυθαγόρας ήταν εναντίον της ηδονής των αφροδισίων επειδή καθιστούν τον άνθρωπο ασθενέστερο.
Τον 4ο αιώνα π.Χ. ο Πυθαγορισμός παρακμάζει εξαιτίας και του φοβερού διωγμού που εγείρεται εναντίον των Πυθαγορείων και αναβιώνει ως Νεοπυθαγορισμός τον 1ο αιώνα π.Χ., αλλά κυρίως τον 1ο αιώνα μ.Χ. με την μεγάλη μορφή του Απολλώνιου του Τυανέως.
Αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα που ελπίζουμε να διαπραγματευτούμε στο μέλλον.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Θεοδώρου Ζήση, Μυστικοί Πατέρες και Ασκητικοί Συγγραφείς (Μυστικισμός και Άσκησις στον Ελληνισμό)
Ανθολόγιο Πατερικών Κειμένων Γ΄ Γυμνασίου 1984
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή
κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι
υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
1 σχόλιο:
Συγχαρητήρια γιά τήν άνάρτηση.
Δημοσίευση σχολίου