Αρχιμανδρίτου Θεοφίλου
Λεμοντζή
Δρ. Θ.
«Από εκείνους που διανυκτερεύουν στα
πανδοχεία, μερικοί βρίσκουν κρεβάτια· άλλοι δεν έχουν κρεβάτι· κοιμούνται στο
πάτωμα και εντούτοις ροχαλίζουν όπως και εκείνοι που κοιμούνται σε κρεβάτι. Κι
όταν περάσει η νύχτα, πρωί – πρωί αφήνουν το κρεβάτι τους και το πανδοχείο και
φεύγουν όλοι μαζί, έχοντας μόνο τα πράγματά τους. Κατά τον ίδιο τρόπο και όλοι
όσοι γεννιούνται σ’ αυτόν τον κόσμο, και οι φτωχοί και οι πλούσιοι και
επίσημοι, βγαίνουν από τη ζωή σαν από πανδοχείο, χωρίς να παίρνουν μαζί τους
από τις απολαύσεις του βίου και από τα πλούτη τους, παρά μόνο τα έργα τους,
καλά ή κακά, όσα έκαναν στη ζωή τους» (Μέγας Αντώνιος)...
«Εμφανίσθηκε ο Ιησούς στον ύπνο του οσίου
Σιλουανού καθηλωμένος επάνω στο Σταυρό και του είπε: “Από τον Σταυρό δεν
κατεβαίνουν, αλλά τους κατεβάζουν”» (Αρχιμ. Σωφρόνιος).
Ενώ
στον παράδεισο το ζητούμενο ήταν η υπακοή του Αδάμ στην εντολή του Θεού, μετά
την πτώση, ζητούμενο είναι η μετοχή στο απολυτρωτικό έργο του Χριστού. Ενώ στον
παράδεισο το ζητούμενο ήταν συνέχιση της κοινωνίας του Αδάμ με το Θεό, μετά την
πτώση ζητούμενο είναι η αποκατάσταση αυτής της κοινωνίας και η ένωση του
ανθρώπου με το Θεό. Ενώ στον παράδεισο το ζητούμενο ήταν η στερέωση του Αδάμ
στην κατάσταση της αναμαρτησίας και της τέλειας ελευθερίας, μετά την πτώση
ζητούμενο είναι η θεραπεία και η ανακαίνιση της πεπτωκυίας ανθρώπινης φύσης
διότι η αμαρτία είναι νόσος, που δεν τιμωρείται αλλά θεραπεύεται και εφόσον η
σωτηρία είναι στην ουσία της θεραπεία, απαιτείται ανάλογη θεραπευτική αγωγή.
Αυτή η θεραπευτική αγωγή είναι η άσκηση και οι εντολές του Θεού είναι οι
ιατρικές οδηγίες και τα φάρμακα.
Αν και
με την έλευση του Ιησού Χριστού άρχισε ο νέος αιώνας, ο αιώνας της χάριτος μέσα
στον οποίο τα «αρχαία» παρήλθαν, τα πάντα έχουν γίνει «καινά», όπως αναφέρει ο
απόστολος Παύλος (Β΄Κορ. 5,17), παράλληλα όμως συνεχίζει να υπάρχει και ο
παλαιός αιώνας με τις δυνάμεις του, την αμαρτία και το θάνατο, ο οποίος αν και
καταλύθηκε από το Χριστό όμως συνεχίζει να επενεργεί στους ανθρώπους. Μέσα στα
βάθη της πεσμένης φύσεώς μας εδρεύει η αμαρτητική ροπή, «η οικούσα
εν
εμοί αμαρτία»,
όπως αναφέρει ο Απ. Παύλος (Ρωμ. 7,17). Η δύναμη του κακού, παρόλο που δεν έχει
ουσιαστική εξουσία πάνω στους ανθρώπους μετά την ενανθρώπηση του Κυρίου, έχει
εντούτοις περισσότερη δύναμη επιρροής από την αρετή, γιατί το κακό είναι πιο
εύκολο και η ανθρώπινη φύση δύσκολα δέχεται το καλό.
Ο
άνθρωπος ζει αυτήν την ένταση και βιώνει το διαλεκτικό αγώνα μεταξύ του παλαιού
ανθρώπου και του νέου, του ανθρώπου του αλλοτριωμένου από το Θεό και του
ανθρώπου της Χάριτος που εγκαινιάστηκε με τον Χριστό. Δύο δυνάμεις, δύο κόσμοι
συγκρούονται όπως ο Απ. Παύλος εκφράζει χαρακτηριστικά: «βλέπω δε έτερον νόμον
εν
τοις μέλεσί μου αντιστρατευόμενον
τω νόμω του νοός μου και
αιχμαλωτίζοντά με εν τω
νόμω της αμαρτίας τω όντι εν τοις μέλεσί μου»
(Ρωμ. 7,23 – 24). Δεν σημαίνουν όμως αυτοί οι δύο κόσμοι, την ύλη και το
πνεύμα, αλλά την αμαρτητική ροπή που υπάρχει μέσα μας εξαιτίας της ασθένειας
της φύσεως μας από τη μια και τη θέληση της κοινωνίας μας με το Θεό από την
άλλη, η οποία θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι μια «μνήμη» της αρχικής
παραδείσιας κατάστασής μας, θέληση βίωσης του αληθινού. Ένας αδυσώπητος
εσωτερικός πόλεμος διεξάγεται και είναι πολύ δύσκολη η αντίσταση στις επιθυμίες
και την απάτη της εμπαθούς προσκόλλησης στα αισθητά όπως με τραγικό τρόπο
εκφράζεται από τον Απόστολο Παύλο ο οποίος λέγει ότι «ου γαρ ο θέλω
τούτο πράσσω, αλλ’ ο μισώ
τούτο ποιώ» (Ρωμ. 7,15).
Η
πνευματική άσκηση είναι ακριβώς η έκφραση αυτού του αγώνα, είναι αυτή η επίμονη
και επίπονη πορεία και εργασία μέσα από την οποία ο άνθρωπος ελευθερώνει τον
εαυτό του από τις δυνάμεις που τον συνδέουν με το κακό. Η άσκηση είναι η πιο
γνήσια και αυθεντική και αδιάφθορη ζωή της Εκκλησίας, είναι η άθληση της
ελευθερίας μας, το αγώνισμα της ελευθερίας μας.
Με την
άσκηση καλούμαστε να συντρίψουμε το οικοδόμημα της ατομικής μας δικαιώσεως.
Περιεχόμενο της άσκησης είναι η απάρνηση του ατομικού φρονήματος και θελήματος,
της αυτάρκειας και αυτονομίας. Η φιλαυτία, ο εγκλεισμός στον εαυτό μας, η
αυταρέσκεια μάς εγκλωβίζουν μέσα στα δίχτυα της αμαρτίας, διότι αμαρτία είναι η
θεοποίηση του εγώ. Η άσκηση δεν αποβλέπει σε ηθικά πρότυπα, δηλαδή σε
αντικειμενικά πιστοποιημένες αρετές, οι οποίες ίσως οδηγούν στην υπερηφάνεια
και την αυτοδικαίωση, αλλά στην δοκιμασία της ανθρώπινης ελευθερίας. Αποτελεί
το αγώνισμα της ελευθερίας του ανθρώπου. Αποτελεί την κατάφαση του ανθρώπου
στην πρόσκληση του Θεού για σωτηρία. Όπως λέγει χαρακτηριστικά ο γέροντας Ιωσήφ
ο Ησυχαστής: «“το αίμα Ιησού Χριστού του υιού αυτού καθαρίζει ημάς από πάσης αμαρτίας” (Α' Ιωάν. 1,7), όχι τα ιδικά μας έργα.
Η αντίσταση προς την αμαρτία και αμαρτωλότητα, δεν είναι προς εξαγορά της
σωτηρίας, αλλά είναι στο να δείξωμε χαρακτηριστικά την προσωπικότητά μας, ότι
είμεθα λογικά όντα και δεν υποκύπταμε στην παρά φύση ζωή».
Η
πατερική παράδοση συμφωνεί ότι η πνευματική ζωή δεν είναι κάποια μετέωρα
ευσεβιστικά συναισθήματα, κάποιος απόκοσμος θρησκευτικός ρομαντισμός, αλλά
στάδιο ή μια οδός ασκήσεως. Η Βασιλεία του Θεού είναι κάτι το οποίο κατακτάται.
Δεν δίνεται σε εκείνους που χαλαρά και με οκνηρία την περιμένουν να έρθει. Η
ασκητική παράδοση βεβαιώνει ότι «πρέπει
να δώσεις αίμα για να λάβεις πνεύμα» χωρίς να σημαίνει ότι η άσκηση
επιδιώκει την τιμωρία και το βασανισμό της ανθρώπινης φύσεως, δεν εργάζεται την
άρνηση και την κατάλυση της ανθρώπινης φύσεως, αλλά τη θεραπεία και την κάθαρση
της, την αποδέσμευση και την απελευθέρωσή της από κάθε πράγμα που εμποδίζει την
αληθινή ζωή, από την αμαρτία και τα πάθη.
Ο Χριστιανισμός είναι ένας διαρκής ασκητισμός, επίπονη εργασία
ασκήσεως η οποία δεν είναι μια αύξηση και τελείωση των ανθρωπίνων δυνατοτήτων
και ικανοτήτων όπως γίνεται στην ινδουιστική γιόγκα και στην βουδιστική
αυτοσυγκέντρωση, αλλά αγώνας ελευθερίας από τα πάθη και αγώνας μεταμόρφωσης
όλου του «είναι» του ανθρώπου, η δοκιμασία και το αγώνισμα της ανθρώπινης
ελευθερίας μας. Αποτελεί συνεχή προσπάθεια μεταβολής του ανθρώπου ο οποίος
πρέπει να προσβλέπει προς το ιδανικό της θεώσεως. Όπως λέγει ο Σεβασμιώτατος
Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, κ.κ. Ιερόθεος, «η ασκητική και κατ’ επέκταση η ηθική είναι η διέλευση τού ανθρώπου από
τις τρεις βαθμίδες της πνευματικής ζωής, πού είναι η κάθαρση τής καρδιάς, ο
φωτισμός τού νου και η θέωση».
Η
άσκηση δεν πρέπει να συγχέεται με την ηθικολογία ή αρετολογία, να ταυτίζεται με
την ηθική φιλοσοφία ή μ’ ένα σύστημα αρετών, στην ανθρωποκεντρική ή ιδεολογική
διάστασή του. Η χριστιανική ηθική, η ορθόδοξη πνευματική ζωή, δεν είναι έκθεση
αντικειμενικών ηθικών αρχών και κανόνων, σύμφωνα με τους οποίους πρέπει να
πράττει και να συμπεριφέρεται ο άνθρωπος, αλλά ασκητική εργασία, φύλαξη των
εντολών και άσκηση των αρετών του Χριστού. Αυτά σημαίνουν ότι η άσκηση του
χριστιανού δεν νοείται ως ένα κλειστό σύστημα αυξήσεως των ανθρωπίνων
ικανοτήτων, αλλά είναι προσπάθεια μεταμορφώσεως και αυξήσεως ολόκληρου του
ανθρώπου, κατά το μέτρο της δωρεάς, που του χάρισε ο Θεός. Η άσκηση είναι η
εκούσια παραίτηση του ανθρώπου από τις απαιτήσεις των αισθήσεων .
Η
άσκηση δεν είναι αυτοσκοπός. Όταν οι Πατέρες κάνουν λόγο για τις εντολές και τα
καλά έργα, δεν προσδίδουν σ’ αυτά χαρακτήρα ηθικιστικό ή νομικό, αλλά καθαρά
πνευματικό. Αν αναφέρονται στην τήρηση των εντολών και τα έργα του ανθρώπου ως
σε απαραίτητα στοιχεία για τη σωτηρία του, δεν το κάνουν για να υποστηρίξουν
ότι καθαυτά έχουν κάποια αξία, αλλά γιατί τα βλέπουν ακριβώς ως έκφραση
εμπιστοσύνης και αγάπης προς το Θεό. Γι’ αυτό το λόγο η άσκηση δεν ταυτίζεται
με την τελειότητα. Η ταύτιση της τελειότητας με τα μέσα της ασκήσεως είναι μια
οίηση που ο σατανάς υποβάλλει στους ασκούμενους, για να ελπίζουν στα ανθρώπινα
επιτεύγματα και κατορθώματα, να υποκύπτουν στον πειρασμό της αυτοδικαιώσεως και
αυτοθεώσεως, στην ύβρη της χωρίς Θεό δικαιοσύνης και θεώσεως του ανθρώπου. «Η νηστεία, η αγρυπνία, η υπακοή, αποτελούν
τα μέσα και όχι το σκοπό της ασκήσεως. Μάταια καυχιόμαστε για νηστεία και
αγρυπνία και ακτημοσύνη και ανάγνωση Γραφών, όταν δεν κατορθώσουμε την αγάπη
προς το Θεό και τον πλησίον», αναφέρει ο Άγιος Κασσιανός ο Ρωμαίος. Ο
σκοπός του ανθρώπου δεν είναι να γίνει απλώς ηθικά καλύτερος, σύμφωνα με τα
κοσμικά δεδομένα, αλλά η θέωση, η ένωση δηλαδή με τον Θεό, ώστε ο άνθρωπος,
μετέχοντας στην άκτιστη ενέργεια του Θεού, να γίνει «κατά χάριν», αυτό που ο
Θεός είναι από την φύση του. «Δεν πρόκειται
για μια ηθική βελτίωση του ανθρώπου, αλλά για την εν Χριστώ ανα –δημιουργία,
ανά – πλαση ανθρώπου και κοινωνίας μέσα από την υπαρκτική και υπαρξιακή
σχέση με το Χριστό, ο Οποίος είναι η ένσαρκη φανέρωση του Θεού στην ιστορία»,
όπως λέγει ο π. Γεώργιος Μεταλληνός στο έργο του «Η ορθοδοξία ως θεραπεία». Άλλωστε, σύμφωνα με τον π. Ι. Ρωμανίδη «... δια τους Πατέρας δεν διαχωρίζονται οι
άνθρωποι εις ηθικούς και ανηθίκους ή εις καλούς και κακούς βάσει ηθικών
κανόνων. Ο διαχωρισμός αυτός είναι επιφανειακός. Εις το βάθος διακρίνεται η
ανθρωπότης εις ψυχικά αρρώστους, εις θεραπευομένους και εις θεραπευμένους. Όλοι
όσοι δεν είναι εις την κατάστασιν του φωτισμού είναι ψυχικά άρρωστοι... Δεν
είναι μόνον η καλή θέλησις, η καλή απόφασις, η ηθική πράξις και η αφοσίωσις εις
την Ορθόδοξον Παράδοσιν που κάμει τον Ορθόδοξον, αλλά η κάθαρσις, ο φωτισμός
και η θέωσις. Τα στάδια αυτά θεραπείας είναι ο σκοπός της μυστηριακής ζωής της
Εκκλησίας, όπως μαρτυρούν τα λειτουργικά κείμενα». Ο ορθόδοξος ασκητής δεν
είναι αυτός που αυτοκυριαρχείται, αυτός που επιλέγει απλώς να κάνει μια καλή
πράξη αλλά ο θεραπευμένος σε όλα τα επίπεδα της υπάρξεως. Πνευματικός άνθρωπος
είναι ο άνθρωπος που μετέχει στη χάρη του Θεού, που είναι κοινωνός της θείας
ζωής.
Η
ασκητική ζωή είναι όλη η πορεία του ανθρώπου προς την θέωση, η τήρηση των
εντολών του Χριστού, δια των οποίων καθαρίζεται η καρδιά από τον συρφετό των
παθών και ο νους από τον κόσμο της φαντασίας και από τα είδωλα των λογισμών. Οι
θείες εντολές και προσταγές δεν είναι τίποτα άλλο παρά «συνταγές» στον αγώνα
της θεραπείας μας. Δεν είναι όμως αυτές η θεραπεία. Θεραπεία είναι η
αποκατάσταση της πνευματικής μας υγείας, επιστροφή στην κατά φύσιν κατάσταση
του ανθρώπου.
Η νίκη
επί των παθών που πραγματοποιείται με την άσκηση είναι το δυσχερέστερο έργο και
η νίκη είναι η μεγαλειωδέστερη από όλες. Σκοπός είναι η κατάκτηση της απάθειας.
Η απάθεια είναι η έσχατη κατάληξη των αρετών.
Σκοπός
μας δεν είναι να εξαλείψουμε τα πάθη, αλλά να τα μεταμορφώσουμε, να αλλάξουμε
κατεύθυνση στις ενέργειές τους. Η ανεξέλεγκτη οργή μπορεί να μετατραπεί σε
αγανάκτηση εναντίον της αδικίας, η γεμάτη κακεντρέχεια ζήλεια, σε ζήλο για την
αλήθεια. Αυτή η προσπάθεια μεταμόρφωσης των παθών πρέπει να γίνεται στο επίπεδο
και της ψυχής και του σώματος. Στο επίπεδο της ψυχής, μεταμορφώνονται με την
προσευχή, με τη συμμετοχή στα μυστήρια, με τις έμπρακτες εκδηλώσεις προσφοράς
αγάπης στους άλλους. Στο επίπεδο του σώματος, τα πάθη μεταμορφώνονται, πάνω απ'
όλα, με νηστεία κι εγκράτεια. Ο άνθρωπος αποτελεί ενότητα σώματος και ψυχής και
γι’ αυτό οι Πατέρες μας επιμένουν και στη σωματική άσκηση όπως η νηστεία. Άλλωστε
ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός νήστεψε σαράντα ημέρες στην έρημο και αποκρούοντας
κάθε πειρασμό μας δείχνει τον τρόπο της
αληθινής ασκήσεως και νίκης κατά του διαβόλου. Σε αντίθεση με τον Αδάμ,
που με την ακρασία άνοιξε τον δρόμο της αποστασίας και της απομάκρυνσης από το
Θεό, ο Χριστός άρχισε το επίγειο έργο Του με την νηστεία και με αυτή πολέμησε
και νίκησε τον πρόξενο των παθών, το διάβολο (Α. Κεσελόπουλου, "Πάθη και
Αρετές", σελ. 147). Η κάθαρση και η απελευθέρωση από τα πάθη, ως αρνητική πλευρά της
κατά Χριστόν ζωής του ανθρώπου, και η τήρηση των θείων εντολών ως η θετική
πλευρά της, αποτελούν τις δύο φάσεις της άσκησης (Γ. Μαντζαρίδη, «Ορθόδοξη πνευματική ζωή» σελ. 19).
Για
τους Πατέρες η κάθαρση είναι καρπός σταδιακής και προοδευτικής μετάνοιας. Είναι
ο θάνατος του «παλαιού ανθρώπου» και η ανάσταση του «καινού». Είναι ακόμη η
απελευθέρωσή του από τη φθορά και την αμαρτία. Ο μεταπτωτικός άνθρωπος που
βιώνει τον διαλεκτικό αγώνα μεταξύ παλαιού και νέου ανθρώπου χρειάζεται
απαραιτήτως τη χάρη του Θεού για να πετύχει τη σωτηρία του, αφού η απελευθέρωσή
του από τα δεσμά της αμαρτίας είναι αδύνατο να έρθει με τις δικές του δυνάμεις
διότι η πνευματική ζωή δεν πηγάζει από τον άνθρωπο. Η πνευματική ζωή πηγάζει
από το Θεό, προσφέρεται με τη χάρη του που φανερώθηκε εν Χριστώ και εκδηλώνεται
ως καρπός του αγίου Πνεύματος. Δεν αποτελεί καρπό των διανοητικών ή ηθικών
αρετών ούτε καλλιεργείται με συναισθηματισμούς και υπολογισμούς. Η πνευματική
ζωή πηγάζει από το Θεό και εκδηλώνεται ως καρπός του Αγίου Πνεύματος. Αναφέρει
ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής:
«Μη ζητάς την τελειότητα αυτού του νόμου σε
ανθρώπινες αρετές, γιατί τέλειος σ' αυτές δεν υπάρχει. Η τελειότητά του είναι
κρυμμένη στο Σταυρό του Χριστού».
Η
καθαρότητα της καρδιάς, το κύριο ζητούμενο της ασκήσεως, δεν είναι απλώς ένα
ηθικό γεγονός που προκύπτει ως αποτέλεσμα της ανθρώπινης αγωνιστικότητας και
ασκητικής δραστηριότητας, αλλά αποτελεί καρπό της Χάρης του αγίου Πνεύματος. Η
θεία χάρη δεν αποτελεί οφειλή, αμοιβή ή αντίδοση, αλλά δωρεά της θείας αγάπης,
η οποία προσφέρεται προς όλους ανεξαιρέτως και χωρίς εξαναγκασμό. Η
Θεία Χάρη εκχύνει στην καρδιά τού ανθρώπου την αγάπη, επαναφέροντας την αίσθηση
του αγαθού αλλά και τη δυνατότητα διάπραξής του. «Η Χάρη όταν πέσει στην ψυχή, σ’ εκείνον που πεινά για το Χριστό,
γίνεται τροφή· στον διψασμένο, γλυκύτατο νερό· σ’ εκείνον που κρυώνει, ένδυμα·
και στον κοπιάζοντα, ανάπαυση· σ’ εκείνον που προσεύχεται πληροφορία· και σ’
εκείνον που πενθεί γίνεται παρηγοριά».
Με τη
χάρη του μυστηρίου ο βαπτισμένος ελευθερώνεται πλήρως από τη δουλεία της
αμαρτίας. Έχει πια δυνατότητα να πει «όχι» στον πειρασμό και «ναι» στην
πρόσκληση του Θεού για σωτηρία. Ο ασκητικός αγώνας και κόπος δεν είναι τίποτα
άλλο παρά η φανέρωση της Θείας Χάρης που μας δόθηκε κατά το Βάπτισμα. «Η Χάρη δόθηκε μυστικά σε όσους βαπτίσθηκαν
στο όνομα του Χριστού, ενεργεί όμως σ’ αυτούς ανάλογα με την εργασία των
εντολών. Και κρυφά η χάρη δεν παύει να μας βοηθεί, από εμάς όμως εξαρτάται να
πράττομε το αγαθό κατά δύναμη», αναφέρει ο άγιος Μάρκος ο Ασκητής. Η
ενεργοποίηση του αυτεξουσίου του πιστού δεν κατευθύνεται στην κατάκτηση της
Θείας Χάρης αλλά στη διατήρησή της. Η πνευματική ζωή, αν και δεν γεννιέται από
τον άνθρωπο, χρειάζεται τη συγκατάθεση του ανθρώπου για να καρποφορήσει. Η
προσπάθεια του ανθρώπου με την άσκηση είναι προϋπόθεση για την θέωση· ωστόσο η
ίδια η θέωση είναι κατεξοχήν έργο του αγίου Πνεύματος. Η θέωση είναι το ύψιστο
αγαθό, δώρο της Χάρης του αγίου Πνεύματος με τη συνεργία της ελεύθερης βούλησης
του ανθρώπου.
Σύμφωνα
με τον π. Μιχαήλ Καρδαμάκη, «η άσκηση δεν
είναι κάποιος τρόπος απόκτησης αξιόμισθων έργων, αλλά προσωπικό – υπαρξιακό
γεγονός – άθλημα. Είναι η ανακάλυψη της αυθεντικής ελευθερίας….. που προϋποθέτει
αδιάπτωτο αγώνα κατά των αμαρτωλών παθών και ταυτόχρονη εργασία για τη φύλαξη
των ευαγγελικών αρετών. Η άσκηση δεν νοείται στα όρια της ατομικής προσπάθειας
για αυτοκυριαρχία και βελτίωση του ατομικού μας χαρακτήρα».
Πολλές
φορές όμως η βελτίωση της ηθικής μας ζωής δεν είναι καρπός της πνευματικής μας
αναγέννησης μέσα στη Χάρη του Θεού, αλλά υποχρέωση συνέπειας στην κοινωνική και
θρησκευτική ηθική η οποία οδηγεί στην υπερηφάνεια.
Συνήθως
τα ηθικά μας επιτεύγματα μάς κολακεύουν πολύ, πιστεύουμε ότι αυτός είναι ο
πραγματικός εαυτός μας, όπως και οι Φαρισαίοι της εποχής του Ιησού.
Παγιδευόμαστε στο είδωλό μας και δεν τολμάμε την αναμέτρηση με την ουσιαστική
διαφθορά μας που κρύβεται μέσα στην κενοδοξία και την υπερηφάνεια. Όμως πρέπει
να έχουμε υπόψη το λόγο του αγίου Ιωάννη της Κλίμακος που λέγει ότι όπως είναι «ξένο το σκοτάδι από το φως, ομοίως ξένος
είναι ο υπερήφανος από κάθε αρετή».
Δυστυχώς,
πολλές φορές αισθανόμαστε αυτάρκεις με μια υποτυπώδη πνευματική ζωή και
λησμονούμε την τραγικότητα της αμαρτίας. Όσο οι άνθρωποι φροντίζουμε να
παρουσιαζόμαστε κοινωνικά ηθικοί και άμεμπτοι, ξεγελούμε τον εαυτό μας και τους
γύρω μας με την ψευδαίσθηση της επιφανειακής μας παρουσίας και λησμονούμε το
βαθύτερο εαυτό μας. Και αυτό γίνεται διότι αγνοούμε το γεγονός ότι η αγιότητα
δεν είναι απλώς το σύνολο των αρετών μας αλλά αναγνώριση της αδυναμίας μας να
πράξουμε το καλό και επιζήτηση του ελέους του Θεού. «Βάση του πλούτου είναι το χρυσάφι ενώ της αρετής η ταπείνωση. Όπως
λοιπόν εκείνος που δεν έχει χρυσάφι είναι φτωχός, και ας μη φαίνεται εξωτερικά,
έτσι και χωρίς ταπείνωση, δεν μπορεί να είναι ενάρετος εκείνος που αγωνίζεται»,
αναφέρει ο Όσιος Ηλίας ο Έκδικος. Η ταπείνωση είναι το σημαντικότερο γνώρισμα
της ασκήσεως καθώς όλος ο αγώνας του ανθρώπου είναι να οδηγηθεί στην απόκτηση
της ταπεινοφροσύνης η οποία συνιστά και πνευματική ωρίμανση. Η ταπείνωση
αποζητάει, εντελώς φυσικά, τη χαμηλότερη θέση σαν το νερό που αυθόρμητα κυλάει
στο χαμηλότερο επίπεδο. Όλος ο αγώνας και η άσκηση γίνεται για να ταπεινωθεί ο
άνθρωπος, για να θραύσει όλες τις παρά φύσιν καταστάσεις της ανθρώπινης φύσεως
όπως η κενοδοξία, η ανθρωπαρέσκεια, η υποκρισία, η υπερηφάνεια, μας διδάσκει ο
όσιος Φιλόθεος. Οι άγιοι Πατέρες διδάσκουν ότι μόνη η ταπείνωση μπορεί να σώσει
τον άνθρωπο, και ότι μόνη η υπερηφάνεια είναι ικανή να κρημνίσει αυτόν στο
σκότος του Άδου.
Η
ασκητική μας παράδοση ταυτίζει την ταπείνωση με την τελειότητα: «τελειότης εστίν βάθος ταπεινώσεως»
(Ισαάκ ο Σύρος). Η μακαρία Συγκλητική έλεγε, ότι η ταπεινοφροσύνη είναι τόσο
μεγάλη αρετή, ώστε ο διάβολος, ενώ μπορεί όλες σχεδόν τις αρετές να τις
μιμείται, αυτήν ούτε πού ξέρει καν τι είναι. Γι’ αυτό και ο απόστολος Πέτρος,
γνωρίζοντας πόση ασφάλεια και σταθερότητα εξασφαλίζει αυτή στην πνευματική ζωή,
μας προτρέπει να δεθούμε μαζί της (βλ. Α΄Πετρ. 5,5), έτσι πού να την έχουμε, θα
λέγαμε, αναπόσπαστη (από τον εαυτό μας), και να δένουμε γερά μ’ αυτή και να
συγκρατούμε όλες τις άλλες αρετές. Γιατί όπως ακριβώς είναι αδύνατον να
κατασκευαστεί πλοίο χωρίς καρφιά, έτσι είναι ακατόρθωτο να σωθεί κανείς χωρίς
ταπεινοφροσύνη.
Η
ταπείνωση λοιπόν είναι το πρωταρχικό καθήκον και η βάση της πνευματικής ζωής.
Βέβαια πολλές φορές ακούγεται η άποψη ότι αυτή η προσπάθεια του ανθρώπου για
πνευματική ωρίμανση και οντολογική μεταμόρφωσή του που συντελείται με την εργασία
των εντολών, τη μετάνοια και την άσκηση έχει να κάνει μόνο με την εσωτερική ζωή
του ανθρώπου, περιορίζεται απλώς στα πλαίσια της προσωπικής εσωτερικής ζωής,
έχει μόνο ατομικές συνέπειες και τίποτα άλλο. Αυτή όμως η αντίληψη είναι
λανθασμένη διότι η πνευματική καλλιέργεια και ανύψωση του ανθρώπου μέσα στη
χάρη του Θεού έχει αναπόφευκτα και κοινωνικές διαστάσεις.
Είμαστε
μέλη μιας κοινωνίας που έχει οικοδομηθεί δυστυχώς πάνω στην αμαρτία, όντας
αυτονομημένης και αποστασιοποιημένης από το Θεό. Μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο
γίνεται λόγος για ειρήνη, δικαιοσύνη, ισότητα μεταξύ των ανθρώπων, για αγάπη
και αγωνίζονται πολλοί άνθρωποι για την επικράτηση αυτών των ιδανικών, με τρόπο
όμως και διάφορα Μέσα όπως η βία, καταστάσεις που διαιωνίζουν το κακό. Δεν
γνωρίζουν ότι εάν όλοι μας καταπολεμούσαμε τα πάθη μας θα μπορούσαμε να
φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο. Εάν καταπολεμούσαμε τα πάθη της φιλαργυρίας, της
πλεονεξίας, της απληστίας, δεν θα υπήρχαν πόλεμοι, εκμετάλλευση, κοινωνική
αδικία, κλοπές. Εάν καταπολεμούσαμε το πάθος της φιλαυτίας δεν θα
ενδιαφερόμασταν μόνο για τον εαυτό μας αλλά και για το συνάνθρωπό μας. Εάν
καταπολεμούσαμε το πάθος της οργής και του θυμού δεν θα υπήρχαν οι φόνοι και οι
συγκρούσεις. Εάν καταπολεμούσαμε το πάθος της υπερηφάνειας δεν θα εξουθενώναμε
τον συνάνθρωπο μας όπως έκανε ο Φαρισαίος της παραβολής. Βουτηγμένοι μέσα στα
πάθη μας, και ανυποψίαστοι για την τραγικότητα των δεσμών της αμαρτίας, όταν
μας θέτουν το ερώτημα ποιος είναι ο υπεύθυνος τελικά για το κακό που υπάρχει
στον κόσμο, η απάντηση που δίνουμε είναι απλή και εύκολη: «Δεν φταίω εγώ αλλά ο άλλος. Φταίει ο άλλος για όλα τα δεινά που υπάρχουν
στον κόσμο. Εγώ είμαι σωστός, ο δίκαιος, ο ενάρετος. Όλοι οι άλλοι φταίνε».
Δυστυχώς
όλοι μας, όλη η ανθρωπότητα, βρίσκεται σε μια γενική κατάσταση κατάκρισης και
καταλαλιάς. Όλοι κατακρίνουμε το συνάνθρωπό μας και τον θεωρούμε υπεύθυνο για
τα δεινά του κόσμου, για την αδικία, για τους πολέμους, χωρίς να μπορούμε να
υποψιαστούμε πόσο και εμείς έχουμε συμβάλλει σε αυτήν την κατάσταση με τις καθημερινές
μας αμαρτίες. Ζούμε σε μια κατάσταση αφασίας και ανευθυνότητας, εγκλωβισμένοι
στον εγωισμό μας. Όπως ακριβώς ο Αδάμ έριξε το φταίξιμο της παρακοής στη
γυναίκα και στο Θεό και η γυναίκα με τη σειρά της στο διάβολο (Γεν. 3,13 – 14),
έτσι και εμείς αγνοώντας την εσωτερική μας αιχμαλωσία από τα πάθη θεωρούμε
υπεύθυνους για τα δεινά που υπάρχουν στον κόσμο μόνο τους άλλους και όχι τον
ίδιο τον εαυτό μας. Δεν έχουμε στο νου μας αυτό που λέγει ο Ντοστογιέφσκι: «αν ήμουν εγώ καλός ίσως να μην υπήρχε ένας
εγκληματίας».
Δεν
πρέπει να ξεχνούμε ότι ο κάθε άνθρωπος είναι υπεύθυνος για το κακό που υπάρχει
στον κόσμο εφόσον συνεχίζει να αμαρτάνει συμβάλλοντας στη διόγκωση και την
επέκταση του κακού.
Επισημαίνει ο αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος: «τα πάθη μας είναι εκείνα που καταδυναστεύουν τον κόσμο. Κατά συνέπεια, αυτό που ζούμε δεν είναι ξέχωρο από τη ζωή του κόσμου». Λέγοντας ένα «μικρό» ψέμα διογκώνουμε το ψεύδος που κυριαρχεί στον πλανήτη, μισώντας το συνάνθρωπό μας διογκώνουμε το μίσος που κυριαρχεί στον πλανήτη και εκφράζεται με τους πολέμους και τη βία. Όπως και αντίστροφα, ο συνεχής αγώνας για απαλλαγή από την αμαρτία που εκφράζεται με την μετάνοια αποτελεί την αποτελεσματικότερη και δυναμικότερη επανάσταση που διώχνει την κυριαρχία του κακού από τον κόσμο. Με τη μετάνοιά μας, δεν ζούμε μόνο το ατομικό μας δράμα· ζούμε μέσα στον ίδιο τον εαυτό μας την τραγωδία όλου του κόσμου, το δράμα της ιστορίας του από την αρχή του χρόνου.
Επισημαίνει ο αρχιμανδρίτης Σωφρόνιος: «τα πάθη μας είναι εκείνα που καταδυναστεύουν τον κόσμο. Κατά συνέπεια, αυτό που ζούμε δεν είναι ξέχωρο από τη ζωή του κόσμου». Λέγοντας ένα «μικρό» ψέμα διογκώνουμε το ψεύδος που κυριαρχεί στον πλανήτη, μισώντας το συνάνθρωπό μας διογκώνουμε το μίσος που κυριαρχεί στον πλανήτη και εκφράζεται με τους πολέμους και τη βία. Όπως και αντίστροφα, ο συνεχής αγώνας για απαλλαγή από την αμαρτία που εκφράζεται με την μετάνοια αποτελεί την αποτελεσματικότερη και δυναμικότερη επανάσταση που διώχνει την κυριαρχία του κακού από τον κόσμο. Με τη μετάνοιά μας, δεν ζούμε μόνο το ατομικό μας δράμα· ζούμε μέσα στον ίδιο τον εαυτό μας την τραγωδία όλου του κόσμου, το δράμα της ιστορίας του από την αρχή του χρόνου.
Μια
εξωτερική διόρθωση των κακώς κειμένων δεν είναι ο σωστός τρόπος για την
καταπολέμηση του κακού αλλά μόνο η εσωτερική οντολογική μεταμόρφωση του κάθε
ανθρώπου έχει βέβαια αποτελέσματα. «Απόκτησε
εσωτερική γαλήνη και χιλιάδες γύρω σου θα σωθούν», δίδασκε ο Άγιος Σεραφείμ
του Σάρωφ. Όπως λέγει και ο Ντοστογιέφσκι, «μη
λέτε ότι η αμαρτία, το κακό είναι πράγματα παντοδύναμα ενώ εμείς είμαστε
αδύναμοι, απομονωμένοι, το κακό θα θριαμβεύσει και θα πνίξει το καλό. Μη το
βάλετε έτσι κάτω, μονάχα ένας τρόπος σωτηρίας υπάρχει. Να πάρεις επάνω σου όλες
τις αμαρτίες των ανθρώπων όταν αναλάβεις τα πάντα και για τους πάντες. Θα δεις
αμέσως πως πραγματικά έτσι είναι, πως είσαι ένοχος για τους πάντες και για τα
πάντα». Πόσες αντιθέσεις πραγματικά θα παραμερίζονταν, αν δεν κυριαρχούσε ο
ατομικός ή ο ομαδικός εγωισμός στις σχέσεις μας! Εάν πραγματικά καθαρίσουμε τη
ψυχή μας από τα πάθη και κυρίως από τον εγωισμό και τη φιλαυτία μέσω της
ασκήσεως τότε θα μπορέσουμε να οικοδομήσουμε έναν κόσμο που δεν θα κλέβει αλλά
θα προσφέρει, που δεν θα κατηγορεί αλλά θα παρηγορεί, που δεν θα ψεύδεται αλλά
θα υπηρετεί την αλήθεια, που δεν θα αδικεί αλλά θα δίνει ψωμί στον φτωχό, που
δεν θα κομπάζει αλλά θα αναγνωρίζει τα όρια των δυνατοτήτων του, που δεν θα
εκμεταλλεύεται αλλά θα ελεεί, που δεν θα σπαταλά αλλά θα αναγνωρίζει και τη
χρεία του αδελφού ο οποίος δεν είναι «ο άλλος» αλλά ο καθρέφτης μέσα στον οποίο
καθρεφτίζεται ο ίδιος ο Θεός.
Ας
επαναλάβουμε το λόγο του π. Σωφρονίου: «…..εκτός
Χριστού, άνευ Χριστού, δεν υπάρχει λύση στην τραγωδία της επίγειας ιστορίας της
ανθρωπότητας. Η γήινη ατμόσφαιρα αποπνέει οσμή αίματος. Όλος ο κόσμος τρέφεται
καθημερινά με ειδήσεις για φόνους ή βασανιστήρια των ηττημένων σε αδελφοκτόνες
συγκρούσεις. Τα σκοτεινά νέφη του μίσους καλύπτουν από τα μάτια μας το Ουράνιον
Φως. Μόνοι τους οι άνθρωποι δημιουργούν για τον εαυτό τους την κόλασή τους. Χωρίς
την ολοκληρωτική αλλαγή και μεταμόρφωσή μας μέσω της μετάνοιας, δεν θα έλθει η
λύτρωση του κόσμου». ( βλ. Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί)
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή
κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι
υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου