Το
μέγεθος των επιτευγμάτων της δυτικής κοινωνικοπολιτικής «αποτελεσματικότητας»
δεν θα μπορούσε να το ονειρευτεί ο ευρωπαίος του 19ου αιώνα. Αλλά
δεν θα μπορούσε να διανοηθεί και το μέγεθος του τιμήματος που απαιτήθηκε για να
πραγματοποιηθούν αυτά τα επιτεύγματα.
Το τίμημα αυτό και μόνο δικαιολογεί το γεγονός ότι και σε χώρες όπου τα ιδανικά της κοινωνικής Ηθικής του δυτικού ανθρώπου (καθολική υλική ευζωία και κατανομή των αγαθών όχι προκλητικά άνιση) πραγματοποιήθηκαν με ικανοποιητική πληρότητα, δεν έπαψε να είναι αυτονόητη η στράτευση σε ολοένα και πιο ριζοσπαστικά πολιτικο – κοινωνικά κινήματα για την επίτευξη στοιχειωδών απαιτήσεων ποιότητας του ανθρώπινου βίου, σωτηρίας του ανθρώπου από τη μηχανιστική και ισοπεδωτική οργάνωση της υπερκαταναλωτικής «ευτυχίας» του...
Τα
δύο αντίπαλα συστήματα που ανταγωνίστηκαν στην εφαρμογή του οράματος της
«γενικής ευτυχίας», ο καπιταλισμός και ο μαρξισμός, είναι σχεδόν ισόπαλα στο
ύψος του τιμήματος που απαίτησαν για την εφαρμογή των αρχών τους. Και είναι
ακριβώς το περίπου ομόλογο τίμημα που αποκάλυψε στην πράξη και την ουσιαστική
ταυτότητα των δύο συστημάτων, τις κοινές αφετηρίες και προϋποθέσεις, την κοινή
καταγωγή τους από τη μήτρα της δυτικής μεταφυσικής, τις κοινές τους ρίζες στο
έδαφος του ορθολογισμού που βλασταίνει υποχρεωτικά την αλάθητη αυθεντία και τον
ολοκληρωτισμό.
Αυτή
η αποκάλυψη στην οποία οδήγησε το τίμημα, είναι ίσως οδυνηρότατη και από το
ίδιο το μέγεθος του τιμήματος. Τουλάχιστον ο άνθρωπος του 19ου αιώνα
μπορούσε να αντιπαρατάξει στον εφιάλτη των ολοκληρωτικών και ιμπεριαλιστικών
δομών του καπιταλισμού τη συγκεκριμένη ελπίδα και δυναμική του μαρξιστικού
κινήματος: ο μαρξισμός εμφανίστηκε σαν μήνυμα ριζοσπαστικής αλλαγής της
ανθρώπινης κοινωνίας. Ήταν μια φιλοσοφία που φιλοδοξούσε να υπερβεί τις
αφηρημένες θεωρήσεις, να γίνει καθημερινή δυναμική πράξη, δίνοντας στον άνθρωπο
τη δυνατότητα να πλάσει με τα ίδια του τα χέρια την Ιστορία: να συντρίψει τις
δομές της καταπίεσης και αλλοτρίωσής του, να ελευθερώσει την εργασία από τη
δουλεία στο συμφέρον μιας ολιγαρχίας, να δείξει την αξία που έχει η υλική όψη
της ζωής, μεταμορφώνοντας τον κόσμο, τις πλουτοπαραγωγικές πηγές και τα αγαθά
του, σε δώρο που προσφέρεται ισότιμα σε όλους.
Ο
άνθρωπος του 20ου αιώνα είδε τον μαρξισμό να φτάνει στη μεγάλη
στιγμή της πραγματοποίησης των αρχών και φιλοδοξιών του – είδε τη λαϊκή
εξέγερση του 1917 στη Ρωσία να θεμελιώνει τη δυνατότητα για το μαρξιστικό όραμα
της κοινωνικής αλλαγής. Αλλά το τίμημα που καταβλήθηκε «εν ονόματι» αυτής της
αλλαγής, φανέρωσε ότι ο μαρξισμός από την ίδια τη θεωρητική καταγωγή του είναι
υποταγμένος στη νομοτέλεια και στις προϋποθέσεις του καπιταλιστικού συστήματος.
Για να γίνει πολιτική πράξη και κοινωνικό καθεστώς ο μαρξισμός αποδείχθηκε
υποχρεωμένος να υποταχθεί στην καπιταλιστική μεθοδολογία της
«αποτελεσματικότητας», δηλαδή της αυτονόμησης των συγκεντρωτικών και
γραφειοκρατικών δομών του συστήματος παραγωγής, στην αιτιοκρατική σχέση
κεφαλαίου και εργασίας που υποβιβάζει το ανθρώπινο «υλικό» σε ουδέτερο και
δευτερεύοντα παράγοντα των αναγκών αναπαραγωγής του κεφαλαίου – με την ασήμαντη
διαφορά ότι στην περίπτωση του μαρξισμού το κεφάλαιο είναι κρατικό και όχι ιδιωτικό.
Χρειάστηκε
να περάσει η Ρωσία από την πιο ωμή φρικαλεότητα που γνώρισε ποτέ η Ιστορία: από
το «αρχιπέλαγος Γκουλάγκ» με τις δεκάδες εκατομμυρίων θυμάτων, την εφιαλτική
αστυνόμευση του λαού, την υποχρεωτική υποταγή του στη θρησκευτική λατρεία των
φορέων της εξουσίας, την κατάλυση κάθε μορφής ελευθεριών και δικαιωμάτων του
ατόμου – χρειάστηκε η ωμή βία της στρατιωτικής κατάκτησης για να υποταχθούν στο
μαρξιστικό ιδεώδες οι χώρες του λεγόμενου σήμερα «ανατολικού μπλοκ», να πνιγούν
στο αίμα οι εξεγέρσεις των εργατών και του λαού στην Ανατολική Γερμανία, στην
Ουγγαρία και στην Τσεχοσλοβακία. Χρειάστηκε το πελώριο αυτό και οδυνηρότατο τίμημα
όχι για να πραγματωθεί, αλλά για να καταλυθεί οριστικά το μαρξιστικό όραμα της
κοινωνικής αλλαγής, να μεταμορφωθεί η «μεγάλη σοβιετική πατρίδα» του προλεταριάτου
σε τυπικά καπιταλιστική ιμπεριαλιστική «υπερδύναμη». Το διεθνιστικό ιδανικό του
μαρξισμού καταπόθηκε από την αδηφαγία της ρωσικής κομματικής ολιγαρχίας για πολεμική
και οικονομική ισχύ.
Οι
μεσσιανικές επιδιώξεις αταξικής κοινωνίας απεμπολήθηκαν, αφού η συγκεντρωτική γραφειοκρατία
γεννάει αναπόφευκτα τη δική της σκληρυμένη αριστοκρατία. Και η αντιγραφή του ρωσικού
προτύπου υπήρξε καθολική και συνεπέστατη, έτσι ώστε να μην υπάρχει πια σήμερα μαρξιστική
ομάδα ή κίνημα που να ελέγχεται πραγματικά από τη λαϊκή βάση. Η έννοια της κομματικής
πειθαρχίας και της αλάθητης αρχής, η ορθολογιστική αντίληψη της ενότητας και η γραφειοκρατική
της θεσμοποίηση, είναι τα βασικά χαρακτηριστικά του μαρξισμού στο δεύτερο μισό του
20ου αιώνα – οργανικές συνέπειες του θετικισμού και της αντικειμενικότητας,
των αυτονόητων αυτών προϋποθέσεων κάθε δυτικής κοινωνικής Ηθικής.
Το
παρόν άρθρο είναι από το βιβλίο του Χρήστου Γιανναρά «Η ελευθερία του Ήθους», Εκδόσεις Γρηγόρη,
3η Έκδοση, 1989
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου