Τα δικά μας διδάγματα λοιπόν,
φαίνονται εξοχότερα από κάθε ανθρώπινη διδασκαλία, διότι ο φανερωθείς για μας
Χριστός, έγινε στο σύνολο λογικός, και σώμα και λόγος και ψυχή. Διότι όσα κατά
καιρούς είπαν καλώς και βρήκαν οι φιλόσοφοι και νομοθέτες, το πέτυχαν με
αναζήτηση σκληρή και θεωρία, αλλά κατά μέρους του λόγου (δηλ. μερικώς). Επειδή
δεν γνώρισαν ολόκληρο τον Λόγο, δηλαδή τον Χριστό, πολλές φορές είπαν και
πράγματα αντίθετα ο ένας με τον άλλον.
Σχόλιο: Μέρους του λόγου είναι ο λεγόμενος
σπερματικός λόγος, ο διασκορπισμένος στα μέρη του σύμπαντος, ενώ Λόγος είναι ο
Χριστός...
Και οι προηγούμενοι από τον
Χριστό, αποπειράθηκαν να εξετάσουν και να ελέγξουν τα πράγματα με την ανθρώπινη
λογική, αλλά οδηγήθηκαν στα δικαστήρια ως ασεβείς και περίεργοι. Ο δε
δεινότερος από όλους αυτούς στο σημείο αυτό Σωκράτης, κατηγορήθηκε για τα ίδια
πράγματα με μας (Πλάτωνος, Απολογία 24Β)·
γιατί είπαν πως αυτός εισάγει νέα δαιμόνια (=πράγματα) και ότι δεν παραδέχεται
τους θεούς τους οποίους δέχεται η πόλη. Εκείνος δε, δίδαξε τους ανθρώπους να
εγκαταλείψουν τους ανήθικους δαίμονες και αυτούς που έκαναν όσα είπαν οι
ποιητές, αφού εκδίωξε από την πολιτεία και τον Όμηρο και τους άλλους ποιητές (Πλάτωνος, Πολιτεία 595), πρότρεπε δε να
γνωρίσουν τον άγνωστο σ’ αυτούς Θεό κατόπιν αναζήτησης με την λογική, είπε:
«τον δε Πατέρα και δημιουργό του σύμπαντος ούτε εύκολο είναι να τον βρει
κανείς, ούτε αφού τον βρει είναι ασφαλές να τον περιγράψει σε όλους» (Πλάτωνος, Τίμαιος 28c). Αυτά ο δικός μας Χριστός έκανε με την
δύναμή του. Στον Σωκράτη βέβαια κανείς δεν πείστηκε να πεθάνει υπέρ του
δόγματός του· στον Χριστό όμως, ο οποίος έγινε κατανοητός και από τον Σωκράτη
μερικώς (διότι ήταν και είναι Λόγος που βρίσκεται σε κάθε τι, και προείπε διά
μέσου των προφητών αυτά που πρόκειται να του συμβούν, όταν έγινε όμοιος με μας
και δίδαξε αυτά), όχι μόνο φιλόσοφοι και φιλόλογοι πείστηκαν, αλλά και
χειροτέχνες και εντελώς αμαθείς άνθρωποι, αφού περιφρόνησαν τη δόξα, το φόβο
και τον θάνατο· επειδή είναι η δύναμη του απερίγραπτου Πατέρα, και όχι
κατασκεύασμα ανθρώπινου λόγου.
Δεν θα φονευόμασταν δε
καθόλου, ούτε θα ήταν δυνατότεροι από μας οι άδικοι άνθρωποι και οι δαίμονες,
εάν ο κάθε άνθρωπος που γεννιέται δεν ήταν υποχρεωμένος να πεθάνει· έτσι
αποδίδοντες το χρέος αυτό, το αποδίδουμε με ευχαριστίες. Αν και νομίζουμε
βεβαίως πως είναι καλό και εύκαιρο να πούμε, εκείνο το ξενοφώντειο προς τον
Κρήσκεντα, και τους όμοιους με αυτόν άφρονες. Ο Ξενοφών είπε ότι ο Ηρακλής
βαδίζοντας σε μια τριπλή οδό βρήκε την αρετή και την κακία, που είχαν
εμφανιστεί με την μορφή γυναικών (Απομνημονεύματα
2,1,22). Και η μεν κακία, με πολυτελές φόρεμα και πρόσωπο φτιασιδωμένο και
αφράτο από τα σχετικά, θελκτική αμέσως στη θέα, είπε προς τον Ηρακλή ότι, αν
την ακολουθήσει, θα τον κάνει να ζήσει πάντοτε ευχαριστημένος και στολισμένος
με λαμπρότατα στολίδια όμοια με τα δικά της. Και η αρετή με στεγνό πρόσωπο και
φτωχιά ενδυμασία είπε· αλλά αν πειστείς σε μένα, δεν θα στολίσεις τον εαυτό σου
με στολίδια ή ομορφιά που κυλάει και φθείρεται, αλλά με τα αιώνια και καλά
στολίδια.
Έχουμε πειστεί πως
οποιοσδήποτε αποφεύγει αυτά που θεωρούνται καλά, εφαρμόζει δε τα θεωρούμενα ως
σκληρά και παράλογα, τον περιμένει ευτυχία. Διότι η κακία, περιτριγυρισμένη από
το προτείχισμα των πράξεων των πράγματι καλών προσόντων της αρετής, με την
μίμηση των άφθαρτων (γιατί αυτή δεν έχει ούτε μπορεί να κάνει κάτι άφθαρτο)
υποδουλώνει τους τιποτένιους ανθρώπους, περιβάλλοντας με τα φαύλα της προσόντα
την αρετή. Αυτοί δε που κατανοούν τα πράγματι καλά προσόντα, γίνονται άφθαρτοι
από την αρετή. Αυτό όμως πρέπει να υποθέσει κάθε συνετός και για τους
Χριστιανούς, τους αθλητές και τους ανθρώπους οι οποίοι έκαναν τέτοιου είδους
έργα, τα οποία είπαν οι ποιητές για τους θεωρούμενους θεούς, αντλώντας το
επιχείρημα από το ότι εμείς περιφρονούμε και τον θάνατο που μπορούσαμε να
αποφύγουμε.
Γιατί και εγώ ο ίδιος, όταν
ήμουν ακόμη οπαδός των διδαγμάτων του Πλάτωνα, ακούγοντας να συκοφαντούνται οι
Χριστιανοί, βλέποντας όμως αυτούς να βαδίζουν άφοβοι στο θάνατο και προς όλα τα
άλλα που θεωρούνται συμφορές, αντιλήφθηκα πως είναι αδύνατο να ζουν αυτοί στην
κακία και τη φιληδονία. Πράγματι ποιος άνθρωπος φιλήδονος ή ακρατής και
πιστεύοντας πως είναι καλό η τροφή των ανθρώπινων σαρκών, θα μπορούσε να
προτιμά τον θάνατο, για να στερηθεί τα αγαθά του, και δεν θα προσπαθούσε με
κάθε τρόπο να ζει για πάντα τον εδώ βίο και να διαφύγει την προσοχή των αρχόντων,
αντί να καταγγείλει τον εαυτό του για να πεθάνει; Επιπλέον ενήργησαν και αυτό
οι ανήθικοι δαίμονες να γίνει διά μέσου μερικών πονηρών ανθρώπων· δηλαδή όταν
φονεύουν αυτοί μερικούς (ενν. Χριστιανούς) εξαιτίας τής εις βάρος μας συκοφαντίας,
σέρνουν τους υπηρέτες μας, ή τα παιδιά τους ή τις γυναίκες τους, και διά μέσου
φοβερής κακοποίησης, τους εξαναγκάζουν να πουν εναντίον μας αυτά τα παραμύθια,
τα οποία αυτοί οι ίδιοι κάνουν στα φανερά.
Σχόλιο: Πράγματι αυτό συνέβη λίγο αργότερα όταν
ξέσπασε διωγμός στην περιοχή της Γαλλικής πόλης της Λυών. Ο Ιουστίνος όμως δεν
το είχε αυτό υπόψη του.
Επειδή όμως τίποτα από αυτά
δεν συμβαίνει με εμάς, αδιαφορούμε, έχοντας μάρτυρα για τις πράξεις μας και τις
σκέψεις μας τον Θεό τον αγέννητο και απερίγραπτο.
Πράγματι για ποιο λόγο δεν θα
παραδεχόμασταν δημόσια αυτά ως καλά, και δεν θα αποδεικνύαμε πως είναι θεία
φιλοσοφία, λέγοντας πως με την ανθρωποφονία τελούμε τα μυστήρια του Κρόνου και ότι
με την πόση του αίματος, όπως λέγεται, λαμβάνουμε τα ίδια με το εις σε σας τιμώμενο
είδωλο, το οποίο ραντίζετε με αίματα όχι μόνο αλόγων ζώων αλλά και ανθρώπινων,
εκτελούντες την προσφορά του αίματος των φονευθέντων διά μέσου του πιο επίσημου
και πιο ευγενή άνδρα από τον κύκλο σας, και δεν θα σας λέγαμε επίσης ότι επιβαίνουμε
επί ανδρών και συνευρισκόμαστε ελεύθερα με γυναίκες μιμούμενοι τον Δία και τους
άλλους θεούς, φέρνοντας δε προς υπεράσπισή μας τα συγγράμματα του Επίκουρου και
των ποιητών;
Σχόλιο: Η λατρεία του Κρόνου (Σατούρνου), ο οποίος
ταυτίζονταν με τον Χαναανιτικό – Φοινικό θεό Βάαλ, περιελάμβανε και ανθρωποθυσίες,
ιδιαίτερα στην Καρχηδόνα. Η συκοφαντία κατά των Χριστιανών για πόση αίματος, είχε
προέλθει από παρεξήγηση της ευχής κατά την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας «πίετε
εξ αυτού πάντες, τούτο εστί το αίμα μου».
Επειδή όμως προσπαθούμε να πείσουμε
και αυτούς που έχουν κάνει, και αυτούς που έχουν μιμηθεί τα παραδείγματα αυτά
να τα αποφεύγουν, όπως ακριβώς αγωνιζόμαστε και τώρα με τους παρόντες λόγους, πολεμούμαστε
ποικιλοτρόπως· αλλά δεν ανησυχούμε, γιατί γνωρίζουμε πως ο Θεός, αυτός που βλέπει
τα πάντα, είναι δίκαιος. Μακάρι και τώρα κάποιος με τραγική φωνή να κραύγαζε
ανεβασμένος σε ψηλό βήμα· «ντροπή, ντροπή, όσα κάνετε εσείς φανερά να τα αποδίδετε
σε αθώους και να ρίχνετε τα ελαττώματα τα δικά σας και των θεών σας σε εκείνους
που δεν συμμετέχουν σε αυτά ούτε κατά το ελάχιστο. Μετανοήστε και βάλτε μυαλό».
Πράγματι εγώ, αφού πληροφορήθηκα
ότι από τους πονηρούς δαίμονες επιρρίπτονταν πονηρή κατηγορία στα θεία διδάγματα
των Χριστιανών και λέγονταν τα ψέματα αυτά, για να τα αποστρέφονται οι άλλοι άνθρωποι,
καταγέλασα και για την συκοφαντία και για την γνώμη των πολλών. Έτσι υποσχέθηκα
να βρεθώ Χριστιανός, ευχόμενος και αγωνιζόμενος με όλη μου την δύναμη· όχι γιατί
τα διδάγματα του Πλάτωνα είναι ξένα με αυτά του Χριστού, αλλά γιατί δεν είναι
εντελώς όμοια, όπως ούτε των άλλων, των Στωικών, των ποιητών και των συγγραφέων.
Γιατί καθένας από αυτούς βλέποντας από τον σπερματικό θείο λόγο αυτό που ήταν
ταιριαστό στη γνώμη του, καλώς αποφάνθηκε· επειδή όμως είπαν πράγματα στα κυριότερα
σημεία αντίθετα μεταξύ τους, φαίνεται πως δεν έχουν αποκτήσει ουράνια επιστήμη
και αναμφισβήτητη γνώση. Όσα λοιπόν σωστά έχουν ειπωθεί από όλους, ανήκουν σε μας
τους Χριστιανούς· γιατί προσκυνάμε και αγαπάμε μετά τον Θεό, τον Λόγο, τον προερχόμενο
από τον αγέννητο και απερίγραπτο Θεό, που έγινε άνθρωπος για μας, για να πετύχει
την γιατρειά, αφού έγινε συμμέτοχος στα πάθη μας. Όλοι οι συγγραφείς μπορούσαν
να διακρίνουν τα όντα αμυδρά διά της ενυπάρχουσας εμφύτου σποράς του Λόγου. Γιατί
άλλο είναι το σπέρμα και η μίμηση ενός πράγματος που δόθηκε κατά δύναμη, και άλλο
είναι αυτό του οποίου η μετοχή και η μίμηση γίνεται σύμφωνα με την δική του χάρη.
Και περιφρόνησα την ασεβή και
πλανεμένη Σιμωνιανή διδασκαλία του δικού μας έθνους.
Και δεν είναι οι δικές μας διδασκαλίες
αισχρές σύμφωνα με τη συνετή κρίση, αλλά ανώτερες από κάθε ανθρώπινη φιλοσοφία·
αν όχι, τουλάχιστον δεν είναι όμοια με τα σωτάδεια, τα φιλαινίδεια, τα επικούρεια
και τα άλλα παρόμοια ποιητικά διδάγματα, τα οποία επιτρέπεται σε όλους να παρακολουθούν
και όταν λέγονται και όταν γράφονται.
Σχόλιο: Ο Σωτάδης ήταν αλεξανδρινός ποιητής επί
Πτολεμαίου του Φιλάδελφου, που είχε συνθέσει σατιρικά ποιήματα με τολμηρές εκφράσεις.
Η Φιλαινίς ήταν αισχρογράφος από την Λευκάδα. Ο Αρχέστρατος ήταν σύγχρονος του Αριστοτέλη.
Έγραψε γαστρονομικό ποίημα.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου