Μέγας Θεοδόσιος
Το 404, όταν ο Θεοδόσιος είχε πια πεθάνει, ο Κλαυδιανός, ποιητής της αυλής αλλά και Εθνικός (= ειδωλολάτρης), τον χαρακτήρισε ως «άριστο των παρελθόντων ηγεμόνων», optimus ille / divorum χρησιμοποιώντας, αντί για την λέξη «νεκρός», τον καθιερωμένο όρο divus [θείος, θεοποιημένος]…
Εφαρμόζοντας ένα νόμο που εκδόθηκε τον Μάρτιο του 390 και καταδίκαζε την ομοφυλοφιλία, ο Βουτέριχος, διοικητής των στρατευμάτων του Ιλλυρικού, που διέμενε στη Θεσσαλονίκη, φυλάκισε ένα πολύ δημοφιλή αρματηλάτη που είχε προσεγγίσει ερωτικά τον οινοχόο του. Ήθελε πράγματι να προστατεύσει την απειλούμενη αρετή του νεαρού οινοχόου ή μήπως ήθελε να κρατήσει ο ίδιος κάποια αποκλειστικότητα; Αυτό δεν είναι βέβαιο· το αποτέλεσμα πάντως ήταν να προκληθεί μεγάλη ένταση ανάμεσα στον πληθυσμό της πόλης και τον διοικητή Βουτέριχο, που επιπλέον ήταν Γερμανός. Την παραμονή ενός σημαντικού αθλητικού αγώνα, οι κάτοικοι, εξοργισμένοι από την σύλληψη του ευνοούμενού τους αλλά και την παραμονή των ξένων στρατευμάτων στη πόλη στασίασαν· ο Βουτέριχος σκοτώθηκε από τον όχλο.
Σε αντίποινα, ο Θεοδόσιος διέταξε μια σφαγή, οι λεπτομέρειες της οποίας διαφέρουν από ιστορικό σε ιστορικό. Σύμφωνα με τον Ρουφίνο[1], ο πληθυσμός συγκεντρώθηκε με την πρόφαση θεαμάτων στον ιππόδρομο, όπου κυκλώθηκε από τον στρατό που άρχισε να σφάζει αδιακρίτως. Σύμφωνα με τον Σωζομενό[2], ο Θεοδόσιος προκαθόρισε τον αριθμό των θυμάτων, τα οποία κατόπιν συγκέντρωσαν οι στρατιώτες· συνελήφθησαν ακόμα και ταξιδιώτες περαστικοί από την πόλη.
Ένας πατέρας ικέτεψε την περίπολο να πάρει αυτόν στη θέση των δύο γιών του, προσφέροντας ένα σημαντικό ποσό. Οι στρατιώτες όμως αρνήθηκαν, για να μην μείνουν πίσω στους υπολογισμούς τους. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, ο πληθυσμός αποδεκατίστηκε, σαν σύνταγμα που στασίασε: 7.000 νεκροί. Η εκδοχή του Ρουφίνου, που γράφει στην Ακηλυία της βόρειας Ιταλίας, λίγα χρόνια αργότερα μετά τον θάνατο του Θεοδόσιου, είναι πιο γενναιόδωρη προς τον αυτοκράτορα: θεωρεί τους Γερμανούς στρατιώτες υπεύθυνους για το μέγεθος της σφαγής.
Ο Σωζομενός, από την άλλη, είναι ίσως ύποπτος ρητορικού τεχνάσματος: Ο πατέρας, που αγαπά εξίσου τους δύο γιους του, δεν μπορεί να διαλέξει ανάμεσά τους και στο τέλος δεν σώζει κανέναν – όπως ο γάιδαρος του μύθου, που ήταν εξίσου πεινασμένος και διψασμένος και πέθανε από εξάντληση σε ίση απόσταση από έναν κουβά νερό και ένα σάκο με τροφή. Το πρώτο μέρος αυτού του φρικτού ανεκδότου αναπαράγεται στη λογοτεχνία και με άλλα παραδείγματα, από το La Clemenza di Tito [3] μέχρι την Εκλογή της Σόφι του William Styron, όπου οι Ναζί αντικαθιστούν τους εκτελεστές του Θεοδόσιου.
Παρατηρήσεις
1. Ρουφίνος Τυρράνιος (340 – 410 μ.Χ.), εκκλησιαστικός συγγραφέας της Δύσης ένθερμος οπαδός του Ωριγένη (εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη)
2. Σωζομενός (400 – 450 μ.Χ.), ιστορικός της χριστιανικής Εκκλησίας (Wikipedia)
3. Δράμα σε τρεις πράξεις του Ιταλού συγγραφέα Pietro Trapassi, επιλεγόμενου Metastase (1698 – 1782) (Le nouveau Dictionnaire des Oeuvres de tous les temps et de tous les pays, εκδ. Robert Laffont 1994) [σ.τ.μ.]
Το παρόν άρθρο είναι από το βιβλίο του Pierre Chuvin «Οι Τελευταίοι Εθνικοί», Εκδόσεις Θύραθεν
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου