Φίλων ο Αλεξανδρεύς, ο πρώτος που χρησιμοποίησε την αλληγορική μέθοδο ερμηνείας της Βίβλου σε μεγάλη έκταση
Ο όρος αλληγορία δηλώνει πως άλλα λέμε και άλλα εννοούμε. Διαφέρει από τη μεταφορά και στην έκταση αλλά και στο σκοπό. Η αλληγορία είναι αρχαιότατο είδος λόγου και η πρώτη της μορφή είναι η προφορική. Πολλές από τις λαϊκές παροιμίες που χρησιμοποιούμε είναι μικρές αλληγορίες, όπως π.χ. «κοντός ψαλμός αλληλούια». Η αλληγορία δεν βρίσκεται μόνο στη δημώδη λογοτεχνία αλλά και στην έντεχνη. Οι αρχαίοι συγγραφείς μας έδωσαν δείγματα αλληγορίας (Αριστοφάνης, Ξενοφών, Πλάτων). Οι σοφιστές μάλιστα έδιναν αλληγορική έννοια στα ποιήματα του Ομήρου...
Όσον αφορά τη Γραφή εκείνος που χρησιμοποίησε πρώτος την αλληγορική μέθοδος ερμηνείας της και μάλιστα σε μεγάλη έκταση ήταν ο Ιουδαίος φιλόσοφος και ελληνιστής Φίλων ο Αλεξανδρεύς. Το έργο του όμως αυτό είναι συνέχεια μιας παλιάς ελληνικής παράδοσης, γι’ αυτό και πολλοί από τους αλληγορικούς του όρους και τυπικές εκφράσεις που χρησιμοποιεί είναι κοινοί σ’ αυτόν, τον Πίνδαρο, τον Άρατο, τον Πλούταρχο κ.ά. Ανάλογοι όροι εμφανίζονται επίσης στον Κικέρωνα και τους νεοπλατωνικούς αλληγορικούς, όπως ο Πορφύριος και ο Σαλλούστιος.
Η αλληγορία έχει το πλεονέκτημα πως μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να μεταδώσει ένα φιλοσοφικό μήνυμα, το οποίο σε άλλη περίπτωση θα απαιτούσε μια μακρά διαλεκτική απόδειξη ή μακροχρόνια διδασκαλία. Είναι γνωστό άλλωστε ότι τόσο ο Πλάτωνας όσο και οι Στωικοί, αρχής γενομένης από τον Ζήνωνα, χρησιμοποίησαν σε μεγάλη έκταση την αλληγορία για να παρουσιάσουν ιδέες που πίστευαν πως θα ήταν πολύ δύσκολο να εκτεθούν με αποδεικτικές μεθόδους. Λόγου χάρη ο περίφημος «μύθος του σπηλαίου» Πλάτωνα, είναι μία από τις πιο κλασσικές αλληγορίες.
Επίσης, τα μυστικά των μυστηριακών θρησκειών αποκαλύπτονταν και ταυτόχρονα αποκρύπτονταν με τη χρήση μύθων, συμβόλων και αλληγοριών. Μάλιστα, σ’ αυτή την περίπτωση η αλληγορία θεωρείται πως εγείρει στην ψυχή του μυούμενου το δέος, επειδή ακριβώς οι άνθρωποι εντυπωσιάζονται περισσότερο απ’ αυτό που αφήνεται να εννοηθεί, παρά απ’ αυτό που φανερώνεται με σαφήνεια. Η αλληγορία θεωρείται από τον Ερμογένη απαραίτητη για να επιτύχει κανείς την επισημότητα σε θρησκευτικά και φιλοσοφικά θέματα (θεοί, φύση, κόσμος κ.λ.π.).
Μπορούμε, λοιπόν, να κατανοήσουμε το λόγο, για τον οποίο ο Φίλωνας καταφεύγει τόσο συχνά στην αλληγορία ή αποδίδει τη χρήση της σε ομάδες «φιλοσόφων» όπως οι Θεραπευτές στην Αίγυπτο. Αν σκεφτούμε, μάλιστα, ότι η χρήση της αλληγορίας για την ερμηνεία του κειμένου του Ομήρου και του Ησιόδου, των ιερών κατά κάποιο τρόπο γραφών των Ελλήνων, ήταν διαδεδομένη από παλιά, μπορούμε να υποθέσουμε ότι και ο Φίλωνας θα έκανε το αντίστοιχο βήμα για τις εβραϊκές γραφές. Στον Φίλωνα, ωστόσο, η αλληγορία λαμβάνει μια ελαφρώς διαφορετική μορφή.
Αυτό οφείλεται σε μια μεγάλη διαφορά συνθηκών: ενώ δηλαδή, οι αλληγορικές ερμηνείες του Ομήρου θεωρούν ότι τα γεγονότα που περιγράφει ο Ποιητής είναι μύθοι που πρέπει να ερμηνευτούν ως συμβολικές παραστάσεις φυσικών διεργασιών ή κοσμικών μυστηρίων, ο Φίλωνας είναι υποχρεωμένος να θεωρήσει ότι το κείμενο της Βίβλου δεν έχει τίποτα το μυθικό. Για τον Φίλωνα ο Μωϋσής ως νομοθέτης διάλεξε τον ενδιάμεσο δρόμο ανάμεσα στη γυμνή έκθεση της αλήθειας και τους μύθους και τις φανταστικές ιστορίες των Ελλήνων. Στο Μωσαϊκό Νόμο δεν υπάρχει τίποτα το μυθικό, τίποτα το ασεβές, ακόμη και στην επιφανειακή ερμηνεία του, σε αντίθεση με τον Όμηρο που στο επίπεδο του μύθου παρουσιάζει τους θεούς με αναρίθμητα ελαττώματα.
Δύσκολα ή προβληματικά αποσπάσματα του Νόμου αποτελούν ενδείξεις για την ανάγκη μιας βαθύτερης ερμηνείας, αλλά δεν υπάρχουν σ’ αυτόν οι περιπλανήσεις ή τα πάθη των θεών του Ομήρου ή των Αιγυπτίων. Τόσο ο Πλάτωνας όσο και ο Μωϋσής έχουν αποκλείσει τον μύθο και την εικονιστική τέχνη από τις πολιτείες του, επειδή θεωρούν ότι εξαπατούν τον άνθρωπο και τον απομακρύνουν από την αλήθεια. Ο Μωϋσής, όμως, απευθυνόταν σε όλους τους ανθρώπους όχι μόνο στους σοφούς. Γι’ αυτό και οι πνευματικά ανώτεροι άνθρωποι καταλαβαίνουν αμέσως ότι, όταν λόγου χάρη ο Θεός παρουσιάζεται οργισμένος από τον Μωϋσή, αυτή η οργή δεν πρέπει να γίνει αντιληπτή κυριολεκτικά, αλλά πρέπει να θεωρηθεί ότι αποσκοπεί στο να φοβίσει τον πνευματικά κατώτερο άνθρωπο και να τον κάνει να αποδεχτεί τους νόμους του Θεού.
Ο Μωϋσής, έτσι θυμίζει έντονα Έλληνα φιλόσοφο νομοθέτη που χρησιμοποιεί τη δεισιδαιμονία για να επιβάλλει την τάξη στη μεγάλη μάζα των ανθρώπων. Πρόκειται για μια αρκετά σοφιστική άποψη για το πώς οι αλληγορίες ενσωματώθηκαν στο κείμενο των Γραφών, αλλά δεν συναντάμε κάτι παρόμοιο στην ομηρική αλληγορία.
Έτσι, ο Μωϋσής παρουσιάζεται όχι σαν μια Σφίγγα ή σαν μια Σίβυλλα: η δική του μορφή προφητείας και διδασκαλίας είναι πολύ διαφορετική από εκείνη των Αιγυπτίων ιερέων και των ελληνικών μαντείων. Τα μυστήρια του Μωϋσή προσεγγίζονται με τη βοήθεια της λογικής εκείνων που είναι πνευματικά έτοιμοι και γοητευμένοι από τη νομοθεσία του. Στη νομοθεσία αυτή η κυριολεκτική ερμηνεία μπορεί να είναι εξίσου έγκυρη. Ο Μωϋσής μπορεί να απευθύνεται στο κοινό του σε πολλά επίπεδα, αλλά κανένα απ’ αυτά τα επίπεδα δεν αποτελεί απλό μύθο ή αίνιγμα.
Βιβλιογραφία
1. Φίλων ο Αλεξανδρεύς (Εισαγωγή), Εκδόσεις Ζήτρος
2. Εγκυκλοπαίδεια Ελευθερουδάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου