Αυτή η απόσταση ανάμεσα στον εαυτό μας και στον πλησίον μας αρχίζει τη στιγμή που διεκδικούμε τα δικαιώματά μας. Έτσι, μεγαλώνουμε την απόσταση ανάμεσα σε μας και στον άλλο και τελικά τον αρνούμαστε. Δεν ήταν εντελώς άστοχο αυτό που είπε ο Sartre ότι «κόλαση είναι οι άλλοι». Αλλά όταν κλείνουμε έξω από μας τον άλλον, φυλακίζουμε ταυτόχρονα τον εαυτό μας σε μια αθεράπευτη μοναξιά, έτσι ώστε τελικά ο ίδιος Γάλλος συγγραφέας να λέει: «κόλαση είμαστε εμείς οι ίδιοι»...
Αυτή η διεκδίκηση των δικαιωμάτων μας δείχνει ανασφάλεια και έλλειψη πληρότητας. Είναι επίσης το μέτρο της αγάπης που μας λείπει· γιατί η αγάπη είναι να ξεχνάς τον εαυτό σου και να δέχεσαι τους άλλους. Αποκαλύπτει την έλλειψη πίστης στη ζωτικότητα της ύπαρξης μας και την ανικανότητά μας να δίνουμε πίστη στην αγάπη των άλλων. Διεκδικούμε το δικαίωμα να μας αναγνωρίζουν οι άλλοι για να μην κινδυνεύει η ύπαρξή μας. Ενεργώντας έτσι, καταντάμε μικροί και κούφιοι.
Κι όμως, όταν προσπαθήσουμε να εκτιμήσουμε την αγάπη, ή μάλλον την έκταση της αγάπης που έχουμε μέσα μας, θα κάνουμε κάποιες θλιβερές διαπιστώσεις: πόσους ανθρώπους αγαπάμε; Δυο, τρεις, σπάνια περισσότερους – αν φυσικά αγάπη σημαίνει να νοιάζεται κανείς περισσότερο για τους άλλους παρά για τον εαυτό του. Αλλά τι πραγματικά σημαίνει η δική μας αγάπη για τους άλλους; Είναι η αγάπη μας πάντοτε πηγή χαράς γι’ αυτούς; Τους απελευθερώνει; Τους δίνει το κίνητρο ν’ αγαπούν και να χαίρονται;
Αν τα θύματα της αγάπης μας τολμούσαν να μιλήσουν, τότε θ’ ακούγαμε συχνά να μας ικετεύουν: «σε παρακαλώ αγάπα με λιγότερο και αποδέσμευσέ με. Είμαι δέσμιος της αγάπης σου. Επειδή μ’ αγαπάς θέλεις να κατευθύνεις όλη μου τη ζωή, θέλεις να φορμάρεις όλη την ευτυχία μου. Αν δε μ’ αγαπούσες θα μπορούσα να βρω τον εαυτό μου». Μήπως αυτό δε συμβαίνει τόσο συχνά ανάμεσα σε γονείς και παιδιά, ανάμεσα σε φίλους και συζύγους; Πόσο ακριβά πληρωμένη είναι για τους άλλους η αγάπη μας και πόσο φτηνή για μας!
Παρ’ όλα αυτά η εντολή του Χριστού είναι ν’ αγαπάμε ο ένας τον άλλο, όπως Αυτός αγαπάει εμάς. Εμείς θα μπορούσαμε ν’ αρχίσουμε με πολύ λιγότερα από το να προσφέρουμε τη ζωή μας. Τουλάχιστο θα μπορούσαμε ν’ αρχίσουμε με την εντολή που ο Χριστός δίνει στους εγωιστές, – στους πιο εγωκεντρικούς από μας: «καθώς θέλετε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, και υμείς ποιείτε αυτοίς ομοίως».
Θέλεις να είσαι ευτυχισμένος; Εφάρμοσέ το αυτό, αλλά με δικαιοσύνη. Δώσε στο διπλανό σου ακριβώς τόσα όσα απαιτείς για τον εαυτό σου. Θέλεις την ευτυχία – πρόσφερε στον άλλον όση ζητάς για τον εαυτό σου. Θέλεις ελευθερία – ανταπόδωσε ελευθερία κατά το μέτρο που τη ζητάς. Θέλεις τροφή, δώσε τροφή. Θέλεις αγάπη ανυστερόβουλη και διακριτική – δώσε ανυστερόβουλη και διακριτική αγάπη.
Στη συνέχεια ας προφυλαχτούμε από αυτό που αποκαλεί ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος «μαύρη πλευρά της σατανικής αγάπης». Πολύ συχνά συμβαίνει η αγάπη για ένα πρόσωπο να σημαίνει άρνηση για ένα άλλο. Και αυτό είτε γιατί οι καρδιές μας είναι πολύ στενές, είτε γιατί νομίζουμε πως, επειδή είμαστε αφοσιωμένοι σ’ ένα πρόσωπο, πρέπει από καθήκον να μισούμε όσους το πρόσωπο αυτό θεωρεί εχθρούς του. Αυτό όμως δεν είναι χριστιανική αγάπη. Ούτε καν ανθρώπινη αγάπη.
Θυμάμαι πόσο εντυπωσιάστηκα όταν την εποχή της εισβολής στη Τσεχοσλοβακία (σ.σ. εννοεί την εισβολή των Σοβιετικών στρατευμάτων στην Πράγα το 1968) συνάντησα τον δόκτορα Hromadka, έναν από τους ηγέτες της Εκκλησίας της χώρας αυτής. Τον γνώρισα πριν από πολλά χρόνια και όταν συναντηθήκαμε μου είπε: «να λες σε όλους να μη μισούν τους εισβολείς επειδή αγαπούν εμάς. Αυτοί που μισούν τους μεν για χάρη των άλλων ανοίγουν το δρόμο στο διάβολο». Ο ίδιος είχε δοθεί ψυχή και σώμα στον απελευθερωτικό αγώνα, ήξερε όμως πολύ καλά που δινόταν η πραγματική μάχη: στις καρδιές των ανθρώπων, εκεί όπου παλεύουν η αγάπη και το μίσος, το φως και το σκοτάδι, ο Θεός και κείνος που «ανθρωποκτόνος ήν απ’ αρχής». Το να διαλέγεις τους μεν για να τους αγαπάς και ν’ αρνείσαι τους άλλους για να τους μισείς, όποια πλευρά κι αν πάρεις, δεν κάνεις τίποτε άλλο παρά ν’ αυξάνεις το μίσος και το σκοτάδι. Ο διάβολος, βέβαια, βρίσκει το δικό του κέρδος σ’ όλα αυτά. Δεν τον ενδιαφέρει ποιον μισείς· του φτάνει που μισείς. Του ανοίγεις, δηλαδή, μια πόρτα για να περάσει, να συρθεί μέσα στην καρδιά σου, να εισβάλλει σε μια ανθρώπινη περιοχή. Η αγάπη που ο Χριστός μας διδάσκει, δε συμβιβάζεται με το μίσος για τον άλλο. Πρέπει να μάθουμε «να διακρίνουμε το πνεύμα του Θεού από το πνεύμα του άρχοντος του αιώνος τούτου». Η λυδία λίθος για μια τέτοια διάκριση είναι η ταπείνωση και η ανιδιοτελής αγάπη. Και η αγάπη περιλαμβάνει και την αγάπη για τον ίδιο τον εαυτό μας.
Το παρόν άρθρο είναι από το βιβλίο του μακαριστού π. Anthony Bloom Μητροπολίτη τού Σουρόζ «Πορεία και Συνάντηση», Εκδόσεις Ακρίτας. Δημοσιεύτηκε με τίτλο «Η αγάπη»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου