Του Παναγιώτη
Οι Προτεστάντες αναβιώνουν την καταδικασμένη αίρεση του Πελαγιανισμού, προκειμένου να επιτεθούν στην αρχαία πρακτική της Εκκλησίας να βαπτίζει όχι μόνο τους ενηλίκους, αλλά και τα νήπια.
“ΠΛΑΝΩΝ ΕΛΕΓΧΟΣ
ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΕΣ ΠΑΡΑΝΟΗΣΕΙΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ”
(Στο κείμενο που ακολουθεί, χρησιμοποιούνται τρεις τρόποι επισήμανσης του κειμένου:
τα έντονα γράμματα και τα κόκκινα γράμματα, είναι δικοί μας τονισμοί σε αποσπάσματα που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής. Λόγω όμως της φύσης του κειμένου, χρειάστηκε και μία ακόμη επισήμανση με πράσινο χρώμα. Όσες φράσεις ή λέξεις τονίζονται με πράσινο χρώμα αποτελούν αυτούσια επιχειρήματα των Προτεσταντών ή παραπέμπουν σε δικές τους σκέψεις και θέσεις, όπως προκύπτουν από το εν λόγω κείμενο περί νηπιοβαπτισμού, ή και από άλλα κείμενα που έχουν αναρτήσει οι ίδιοι στις ιστοσελίδες τους)...
Σημαντική επισήμανση
Θα πρέπει εξαρχής να ξεκαθαρίσουμε ότι, το παρόν άρθρο, δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια γενική εισαγωγή που θα βοηθήσει τους αναγνώστες να καταλάβουν σε τι είδους κείμενο απαντάμε, σε τι αφορά, και ποιοι το έγραψαν. Επίσης, αποτελεί μια εισαγωγική καταγραφή όσων ζητημάτων προκύπτουν από τις θεολογικές ή «επιστημονικές» αιτιάσεις των Προτεσταντών (π.χ. για δήθεν «νόθα» κείμενα), οι οποίες θα απαντηθούν πλήρως και τεκμηριωμένα, με βάση τα Κανονικά κείμενα της Εκκλησίας, τα έργα των Πατέρων, των εκκλησιαστικών συγγραφέων και των ειδικών επιστημόνων.
Αυτό λοιπόν που θα πρέπει να κατανοήσουν όλοι, είναι ότι στην παρούσα εισαγωγή θα γίνουν απλώς επισημάνσεις. Η βιβλιογραφική τεκμηρίωση γίνεται μόνο στα επιμέρους άρθρα, όπου και αναλύεται το κάθε ζήτημα ξεχωριστά και εξαντλητικά.
Μετά την ανάγνωση των απαντητικών άρθρων, δεν θα υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία για το γεγονός ότι, η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η μόνη που πηγάζει από την γνήσια Αποστολική Παράδοση, ενώ αντιθέτως, θα επιβεβαιωθεί ακόμη μια φορά στη συνείδηση όλων, πως στην καλύτερη
περίπτωση, η επιβίωση της αίρεσης στηρίζεται σε αποκρύψεις στοιχείων και μισές αλήθειες.
Προλεγόμενα
Ξεκινούμε λοιπόν λέγοντας ότι, τα άρθρα που δημοσιεύονται στον «Αντιαιρετικό» γράφτηκαν με αφορμή ένα προτεσταντικό κείμενο που επιτίθεται στην αρχαία πρακτική του νηπιοβαπτισμού, αλλά και γενικότερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, και κυκλοφορεί στο διαδίκτυο σε τρεις τουλάχιστον εκδοχές:
Πρώτη (περιέχει το μικρότερο κείμενο, σε δύο μέρη),
Δεύτερη (εκτενέστερο),
Τρίτη (περιέχει περισσότερα από το δεύτερο).
Όπως παρατηρήσαμε όμως, και τα τρία αυτά λιβελογραφήματα έχουν προέλθει από μια κοινή βάση κειμένου, στην οποία επάνω οι άλλοι Προτεστάντες αυτοσχεδίασαν. Παρά το γεγονός ότι τα τρία κείμενα παρουσιάζουν διαφοροποιήσεις, η Δεύτερη και η Τρίτη εκδοχή, με την υπογραφή στο τέλος του κειμένου, επικαλούνται ως κοινή πηγή προέλευσης την ιστοσελίδα της Πρώτης εκδοχής.
Στα κείμενα αυτά, οι συντάκτες πρόσθεσαν κατά βούληση, κάθε τι που έκριναν ότι θα εξυπηρετούσε τη διαιώνιση της προτεσταντικής πλάνης στο θέμα του νηπιοβαπτισμού, του προπατορικού αμαρτήματος και της θεολογικής έννοιας του βαπτίσματος.
Η κύρια πλάνη των κειμένων αυτών βρίσκεται στην αστήριχτη πεποίθηση τους ότι το βάπτισμα έχει μόνο μία σημασία, αυτή της απαλλαγής από τις προσωπικές αμαρτίες. Για το λόγο αυτό, ισχυρίζονται ότι δεν χρειάζεται ο νηπιοβαπτισμός, αφού το βάπτισμα δεν έχει σε τίποτα να κάνει με τα όσα βαραίνουν την ανθρώπινη φύση από το προπατορικό αμάρτημα. Λένε λοιπόν, σε απόλυτη αντίθεση με τους Πατέρες της Εκκλησίας, ότι το βάπτισμα, δεν «καλύπτει στο νήπιο την προπατορική αμαρτία» η οποία δεν «εξαλείφεται με το βάπτισμα». Απόρροια των παραπάνω εσφαλμένων θεολογικών θέσεων, είναι και η διδασκαλία τους ότι τα αβάπτιστα νήπια πηγαίνουν στον Παράδεισο ό,τι και να γίνει, τη στιγμή που οι Πατέρες ξεκάθαρα διδάσκουν ότι το βάπτισμα είναι το απαραίτητο σφράγισμα που ανοίγει την είσοδο για τη Βασιλεία των Ουρανών.
Όπως θα δούμε, οι πλάνες τους δεν πηγάζουν από την Εκκλησία, αλλά ούτε είναι και κάτι νέο στην Εκκλησιαστική Ιστορία. Τις συναντάμε για πρώτη φορά τον 4ο αιώνα, σε μια παρόμοια μορφή, εκφρασμένες από την αίρεση των
Πελαγιανιστών η οποία και καταδικάστηκε για τις κακοδοξίες της.
Ο λόγος που εκφράζουν τις αιρετικές αυτές θέσεις, είναι οι παρανοήσεις τους σχετικά με την διδασκαλία της Εκκλησίας περί του προπατορικού αμαρτήματος, το οποίο, σύμφωνα με τους Πατέρες, έχει επιδράσει στην ίδια τη φύση του ανθρώπου η οποία και πρέπει να θεραπευθεί με το βάπτισμα. Στις παρανοήσεις τους, συνεπικουρούν οι πρόχειρες αναγνώσεις Πατερικών έργων, όπως του Γρηγορίου Νύσσης (‘Περί των νηπίων προ ώρας αφαρπαζομένων’) ο οποίος αναφέρεται μεν στα νήπια τα οποία δεν έχουν δεχτεί τη νόσο του κακού στην ψυχή, δεν εννοεί όμως το προπατορικό αμάρτημα, αλλά τις προσωπικές αμαρτίες, διότι η συνάφεια του σχετικού κειμένου επικεντρώνεται στις διαφορές ενός νηπίου και ενός αμαρτωλού. Είναι άλλωστε ξεκάθαρες οι διδασκαλίες του Γρηγορίου Νύσσης ο οποίος όπως θα δούμε, σε άλλα του έργα αποσαφηνίζει ότι θεωρεί απαραίτητο το βάπτισμα χωρίς το οποίο ο άνθρωπος δεν μπορεί ούτε στη Βασιλεία των Ουρανών να γίνει δεκτός, ούτε να απαλλαγεί από τη φθορά που κληρονομεί μέσω του προπατορικού αμαρτήματος.
Θα λέγαμε πάντως πως είναι τραγικό, να βλέπουμε ότι οι Προτεστάντες δεν μπορούν ούτε καν να ξεχωρίσουν τι είπε ο Αυγουστίνος για το προπατορικό αμάρτημα, τι έλεγαν οι Ορθόδοξοι Πατέρες του 4ου αιώνα ή ποιο ήταν το περιεχόμενο του 110ου Κανόνα της Καρθαγένης (419 μ.Χ.). Ακόμα χειρότερα, τους βλέπουμε να παραθέτουν εδάφια από τους Πατέρες ή αποσπάσματα από τον καθ. Ρωμανίδη, για να μας δείξουν τι λένε για το προπατορικό αμάρτημα! Δηλαδή, έλα παππού να σου δείξω που έχεις τ’ αμπέλια σου…
Ασφαλώς η Ορθόδοξη θεολογία περί του προπατορικού αμαρτήματος, δεν περιέχει την έννοια της συνενοχής. Άρα, στο θέμα αυτό, ούτε οι υπερβολές του Αυγουστίνου δικαιώνονται από τους Πατέρες, ούτε όμως και οι ακρότητες των πελαγιανιστών. Όμως, αυτοί που έγραψαν το εν λόγω κείμενο λόγω του θεολογικού ηθικισμού τους, το μόνο που τους απασχολεί είναι αν υπάρχει «ποινή» για το προπατορικό αμάρτημα και έτσι τους αρκεί να λένε ότι «δεν καταδικάζεται από την Θεία δικαιοσύνη». Και συμπληρώνουν: «Το μωρό δεν χρειάζεται το βάπτισμα διότι δεν επιβαρύνεται με προσωπικές αμαρτίες, το βάπτισμα γίνεται εις άφεσιν αμαρτιών».
Δυστυχώς, ο ηθικισμός που τυραννά τις προτεσταντικές αιρέσεις, δεν τις αφήνει να κατανοήσουν ότι στα έργα των Πατέρων το ζήτημα δεν είναι «ποινικό», αλλά οντολογικό, έχει δηλαδή σχέση με τον άνθρωπο ως ύπαρξη, και συνδέεται με τη φθορά της ίδιας της ανθρώπινης φύσης, αφού όπως λέει ο Χρυσόστομος, με το προπατορικό αμάρτημα εισήλθε στην ανθρώπινη φύση ο θάνατος και το πλήθος των παθών. Κατ’ αυτή την έννοια, ο άνθρωπος ακόμα και ως βρέφος ή νήπιο, μπορεί να μην βαρύνεται με προσωπικές αμαρτίες, νοσεί όμως στη φύση του. Ως δώρο εκ Θεού λοιπόν λαμβάνεται το βάπτισμα, που εκτός πλήθους άλλων δωρεών, παρέχει και την απαραίτητη αναγέννηση του ανθρώπου ώστε να μην φύγει από τη ζωή έχοντας δεχτεί μόνο την γέννηση της φθοράς.
Ως προς τη δυνατότητα να βαπτιστούν τα βρέφη και τα νήπια, η θεολογία των Πατέρων, εκτός άλλων, συνδέει το βάπτισμα και με την οκταήμερο περιτομή ή με την προστασία των πρωτότοκων των Ισραηλιτών με το σημείο από το αίμα του αμνού στα ανώφλια των σπιτιών (Έξ. 12,7.12-13). Και στις δύο αυτές περιπτώσεις, τα βρέφη και τα νήπια ελάμβαναν την προστασία του Κυρίου «αναισθήτως», πράγμα που όμως απορρίπτουν οι προτεστάντες/πελαγιανιστές,
ειρωνευόμενοι τους Πατέρες:
«Το βάπτισμα της Κ. Διαθήκης είναι όπως η περιτομή της Π. Διαθήκης […] Καμία σχέση»!
Και βέβαια, το αιρετικό πλαίσιο του κειμένου τους συμπληρώνεται από το εξής:
«Το ‘νηπιοβάπτισμα’ είναι άκυρο»!
Αυτή φυσικά είναι μια κακόδοξη και αντι-Πατερική θέση, που την βρίσκουμε επίσης στην ακραία θεολογία των Προτεσταντών «Αναβαπτιστών … οίτινες ηξίουν να αναβαπτίζωσι τους πιστούς, ως ακύρου όντος του βαπτίσματος των νηπίων, διδάσκοντες και ασκούντες κοινοκτημοσύνην και πολυγαμίαν, και οίτινες διά του ξίφους και της φοβέρας άμα και βδελυράς αυτών τυραννίας ηθέλησαν να εξαπλώσωσιν απανταχού την αίρεσίν των»[1].
Είναι γνωστό ότι οι Αναβαπτιστές του 16ου αιώνα, σε ένα εκστατικό παραλήρημα, επέβαλαν με τη βία και την τρομοκρατία τα «χριστιανικά» τους πιστεύω καταλαμβάνοντας μια ολόκληρη πόλη και ασκώντας διώξεις σε κάθε ετερόδοξο που ζούσε εκεί (βλ. ΕΔΩ περισσότερα για το κίνημα των Αναβαπτιστών του Μίνστερ).
Οι Προτεστάντες μιλούν για «επιστροφή» και «καθαρότητα»
Όπως λοιπόν προκύπτει από τα παραπάνω, τα προτεσταντικά πιστεύω των συγγραφέων των τριών κειμένων είναι προφανή και αναμφισβήτητα. Άλλωστε, ποιος άλλος, εκτός από κάποιον που έχει προτεσταντικές βάσεις, θα έλεγε με θαυμασμό για τον Λούθηρο, ότι ήταν κάποιος «που άλλαξε ολόκληρο το κόσμο»;! Και θα δούμε βεβαίως ότι το μόνο που απασχολούσε τον Λούθηρο ήταν η προσωπική του επιτυχία, αφού για να μην χάσει ολοκληρωτικά το «παιχνίδι» συνεργάστηκε με τους Φεουδάρχες και θεσμοποίησε με τα κείμενά του τον φόνο και το έγκλημα ενάντια σε όποιον τάχθηκε κατά της θρησκευτικής του κίνησης (βλ. ΕΔΩ και ΕΔΩ, τις ακραίες θέσεις του Λούθηρου). Εκτός αυτού, χώρισε στα δύο τους Ρωμαιοκαθολικούς, οδηγώντας το πλήθος αυτών των ανθρώπων σε έναν άνευ προηγουμένου κατακερματισμό «εκκλησιών», ακόμα δε και στην αθεΐα.
Είναι περιττό να πούμε ότι οι σημερινοί πολέμιοι της Εκκλησίας, όταν θέλουν να εναντιωθούν στον Χριστιανισμό, αντλούν επιχειρήματα ενάντια στην ιστορικότητα του Ιησού Χριστού είτε από άθεους Σοβιετικούς, είτε από την «ορθολογιστική και
φιλελεύθερη προτεσταντική θεολογία», η οποία, «ανταποκρίθηκε ασφαλώς
πλήρως στις τάσεις του Διαφωτισμού από όπου και προήλθε, και ο οποίος Διαφωτισμός απέρριπτε βασικά κάθε υπερφυσική επέμβαση του Θεού στον κόσμο και στην ανθρώπινη ιστορία»[2].
Έτσι «άλλαξε ολόκληρο το κόσμο» ο Λούθηρος, δημιουργώντας ένα αιρετικό οικοδόμημα, πτυχές του οποίου κατάφεραν να ταυτιστούν ακόμα και με τους άθεους, πράγμα αναμενόμενο, αφού απέκοψε τους ανθρώπους που τον ακολούθησαν από την ζωτική πηγή της Εκκλησιαστικής Παράδοσης.
Όσο για τις σχετικές δηλώσεις των κειμενογράφων ότι δήθεν τάσσονται ενάντια στον Προτεσταντισμό, επί της ουσίας δεν λένε τίποτα, διότι αν ρωτήσουμε και τους λεγόμενους «Μάρτυρες του Ιεχωβά», κατεξοχήν γέννημα του Προτεσταντισμού, δεν δέχονται με τίποτα ότι ανήκουν στους Προτεστάντες! Αυτό φυσικά συμβαίνει, επειδή όλοι αυτοί, ως γνωστόν, επικαλούνται για τον εαυτό τους τα γνωστά μυθεύματα περί επιστροφής σε κάποιον «γνήσιο» Χριστιανισμό.
Εδώ οφείλουμε να κάνουμε μια παρένθεση και να πούμε τα εξής:
Ο Ορθόδοξος θα πρέπει να γνωρίζει ότι κάθε ομάδα, κάθε ιδέα, κάθε τάση που διαφοροποιείται από την Ορθόδοξη Εκκλησία και ευαγγελίζεται «επιστροφές» σε κάποιο δήθεν «ένδοξο παρελθόν» και μια δήθεν «καθαρή» ή «γνήσια Πατερική» Εκκλησία, έχει ως πηγή της την ασθένεια του Προτεσταντισμού.
Ο γνήσια Ορθόδοξος, δεν βλαστημά ποτέ την Εκκλησία, διότι είναι σώμα Χριστού. Τα στραβά που βλέπει, οφείλει να επιθυμεί να τα διορθώσει μέσα στα πλαίσια της παρούσας κατάστασης, χωρίς γελοίους αφορισμούς καφενείου, για τους τάδε «κακούς» κληρικούς που μας φανερώνουν δήθεν, την «αποστασία» της Εκκλησίας!
Και μόνο ιστορικοί λόγοι, θα αρκούσαν να μας δώσουν να καταλάβουμε πόσο αιρετικές είναι αυτές οι τάσσεις.
Όποιος μελετήσει τους Πατέρες όλων των αιώνων ξεκινώντας ήδη από την Αγία Γραφή, θα δει να κάνουν λόγο διαρκώς για σοβαρότατα ηθικά προβλήματα, αιρέσεις και σχίσματα. Αυτά όμως δεν τα λένε για να φτιάξει ο καθένας το δικό του «καθαρό» εκκλησιαστικό «μαγαζί», αλλά για να διορθωθούν όσο το δυνατόν περισσότερα λάθη. Μακάρι να μπορούσαν να διορθωθούν όλα, όμως «εάν είπωμεν ότι αμαρτίαν ουκ έχομεν, εαυτούς πλανώμεν και η αλήθεια ουκ έστιν εν ημίν» (Α' Ιω. 1,8).
Ας σκεφτούμε λοιπόν: πως βλέπουμε εμείς σήμερα, την Εκκλησία του 2ου - 3ου αιώνα, κατά την εποχή των Μεγάλων Διωγμών; Σίγουρα, την θεωρούμε «αγία», «άμεμπτη» και «καθαρή». Κι όμως, αυτές οι απόψεις δεν είναι παρά αναχρονιστικοί ρομαντισμοί. Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη απόδειξη γι’ αυτό, από το
γεγονός ότι, ένας άνθρωπος που σε άλλη περίπτωση θα μπορούσε κάλλιστα να κοσμεί τη σειρά των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας, ο Τερτυλλιανός, εγκατέλειψε την Εκκλησία του Χριστού την «αγία» και «άμεμπτη» εκείνη εποχή, για να βρει και αυτός το δήθεν «ένδοξο παρελθόν» και την δήθεν «καθαρή Εκκλησία» της ακόμα παλαιότερης εποχής! Και έτσι, οδηγήθηκε προς τα τέλη
της ζωής του στην αίρεση του Μοντανισμού, από την οποία βεβαίως, και πάλι απογοητεύτηκε!
Αυτές οι τάσσεις λοιπόν, που βλέπουμε και στους εν λόγω κειμενογράφους, αποτελούν μία από τις πλέον συνηθισμένες αιτίες δημιουργίας αιρέσεων στην ιστορία της Εκκλησίας. Και φυσικά, κρύβουν πίσω τους όχι μόνο καλές προθέσεις, αλλά και έναν γιγάντιο εγωισμό, ο οποίος άριστα περιγράφεται από τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό:
«Ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί» (Λουκ. 18,11).
Ένα κείμενο κατά του νηπιοβαπτισμού, χωρίς Πατερικές μαρτυρίες ενάντια στον νηπιοβαπτισμό!
Ας εισέλθουμε όμως λίγο πιο βαθιά στο περιεχόμενο του εν λόγω κειμένου, το οποίο επιτίθεται στην πρακτική του νηπιοβαπτισμού που τηρούσε από την αρχαιότητα η Εκκλησία.
Αυτό που μας έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, είναι η σχεδόν ολοκληρωτική αστοχία του κειμένου τους, η οποία δεν μπορεί να έχει άλλη αιτία, παρά την προχειρότητα, αλλά και την άγνοια της Ορθόδοξης Θεολογίας. Έτσι, το 90% του κειμένου τους αναλώνεται σε Πατερικά εδάφια που αναφέρονται στο βάπτισμα ενηλίκων και σε προϋποθέσεις αυτού, όπως είναι η Πίστη και η Μετάνοια, λες και η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αποδέχεται το βάπτισμα ενηλίκων! Έχουν άραγε την εντύπωση ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία βαπτίζει μόνο τα νήπια; Δεν έχουν ακούσει ποτέ για το βάπτισμα της Ιεραποστολής ή για το βάπτισμα παιδιών και ενηλίκων στις χώρες όπου κατάρρευσαν τα καθεστώτα του υπαρκτού σοσιαλισμού; Η Εκκλησία ασφαλώς και βαπτίζει όλες τις ηλικίες, με συγκεκριμένες φυσικά προϋποθέσεις. Είναι σαφές ότι, από μόνος του ο εμβαπτισμός ενός βρέφους στο νερό, δεν αποτελεί τον Εκκλησιαστικό νηπιοβαπτισμό όπως ισχυρίζονται οι σύγχρονοι πελαγιανιστές. Ο νηπιοβαπτισμός συνίσταται στο τρίπτυχο «εμβαπτισμός», «αναδοχή», «κατήχηση», πλαίσιο που ακριβώς έθεσαν οι Πατέρες της Εκκλησίας. Γι’ αυτό τον λόγο έχουμε Ιερούς Κανόνες που απαγορεύουν τη βάπτιση των νηπίων όταν οι γονείς δεν είναι Χριστιανοί, διότι μια τέτοια κατάσταση δεν εγγυάται το ορθό πλαίσιο τέλεσης του νηπιοβαπτισμού .
Και φυσικά, αυτό διαψεύδει τις απίστευτες ανακρίβειες τους περί επιβολής του νηπιοβαπτισμού από μέρους της Εκκλησίας ακόμα και σε αλλόθρησκους, δήθεν με νόμο του Ιουστινιανού τον οποίο, όπως λένε, υιοθέτησε η Εκκλησία!
Στα άρθρα μας αναντίρρητα αποδεικνύουμε ότι, μεταγενέστεροι του Ιουστινιανού Ιεροί Κανόνες, απαγορεύουν κατά απόλυτο τρόπο κάθε τέτοιο φαινόμενο, και έτσι καταρρίπτουν τις προτεσταντικές παραχαράξεις.
Και υπάρχει και κάτι άλλο που οι φίλοι αναγνώστες οφείλουν να το προσέξουν: οι Προτεστάντες, ως γνωστόν, ξεσηκώνουν τον κόσμο για το ζήτημα αυτό. Ονομάζουν τον νηπιοβαπτισμό «αίρεση» και διαρκώς κατηγορούν και «αφορίζουν» την Εκκλησία του Χριστού. Θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος ότι για να μιλάνε με τον τρόπο αυτό, μια έρευνα της Εκκλησιαστικής Ιστορίας θα αποκάλυπτε κολοσσιαίες θεολογικές διαμάχες για το ζήτημα του νηπιοβαπτισμού. Αντί αυτού όμως, βλέπουμε τους αγίους Πατέρες -που ανυποχώρητοι καταδίκασαν χωρίς περιστροφές κάθε αίρεση που αλλοίωνε το πνεύμα της Εκκλησίας- όχι μόνο να μην καταδικάζουν τον νηπιοβαπτισμό, αλλά να τον επικυρώνουν ξεκάθαρα, παρέχοντάς μας και το θεολογικό του υπόβαθρο!
Από την άλλη, η μοναδική προτεσταντική μαρτυρία, ξεκινά και τελειώνει στον Τερτυλλιανό, ο οποίος ούτε καν καταδικάζει τον νηπιοβαπτισμό, απλώς προτιμά το βάπτισμα ενηλίκων. Αυτό είναι όλο κι όλο που έχουν να πουν! Είναι απίστευτο, όμως πραγματικό: υποτίθεται πως έγραψαν κείμενο «κατά» του νηπιοβαπτισμού, χωρίς όμως ν’ αναφέρουν τίποτα άλλο περί του θέματος, εκτός από την μεμονωμένη στην ιστορία, γνώμη του Τερτυλλιανού. Μάλιστα, σύμφωνα με τη βιβλιογραφία που θα δούμε, κάποιοι ειδικοί θεωρούν ότι το έργο αυτό του Τερτυλλιανού (De baptismo), καθώς γράφτηκε λίγο πριν εγκαταλείψει την Εκκλησία, περιέχει και απόψεις επηρεασμένες από τον Μοντανισμό. Σε αυτές, θα μπορούσε κάλλιστα να ανήκει και η πρότασή του Τερτυλλιανού για τον νηπιοβαπτισμό, μια που η θέση του αυτή ακυρώνεται από Συνόδους και τη διδασκαλία των Πατέρων της Εκκλησίας.
Όλα αυτά λοιπόν, τεκμηριώνουν ένα τραγικό αποτέλεσμα: το 90% του αιρετικού κειμένου είναι εντελώς άχρηστο, διότι αντί να προσκομίσουν ξεκάθαρα Πατερικά κείμενα ενάντια στον νηπιοβαπτισμό (που φυσικά δεν υπάρχουν, όπως πολύ καλά ξέρουν), εκείνοι μας φέρνουν Πατερικά χωρία υπέρ του βαπτίσματος… ενηλίκων, τη στιγμή που και οι Πατέρες, και η Παράδοση και η Εκκλησία, αποδέχεται και τα δύο!
Έγραψαν λοιπόν ένα κείμενο που ξεπερνάει ίσως τις 20 σελίδες, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι οι ρήσεις των Πατέρων για τις προϋποθέσεις του βαπτίσματος των ενηλίκων, σημαίνουν ταυτόχρονα και δήλωση κατά του νηπιοβαπτισμού! Η πλάνη δηλαδή είναι απίστευτη και η άγνοια της θεολογίας των Πατέρων πρωτόγνωρη.
Ένα παράδειγμα θα αρκούσε ίσως για να καταλάβουν οι αναγνώστες το επίπεδο της προχειρολογίας και της εντελώς επιδερμικής ανάγνωσης των Πατέρων εκ μέρους των πελαγιανιστών:
Για να αντικρούσουν τον νηπιοβαπτισμό, επικαλούνται με πομπώδη τρόπο μία ρήση του Χρυσοστόμου που αναφέρεται σε κάποιον ετοιμοθάνατο, ο οποίος βαπτίζεται σχεδόν αναίσθητος, μέσα στην επιθανάτια ζάλη του. Λένε λοιπόν θριαμβευτικά:
«Πόσο ανόητοι μοιάζουν κατά τον Χρυσόστομο αυτοί που λέγουν ότι το μυστήριο του βαπτίσματος ενεργεί άσχετα με την νοητική συμμετοχή του βαπτιζομένου, όπως π.χ. τα νήπια».
Απαντώντας, ας πούμε καταρχάς, πως ο Χρυσόστομος μας προσφέρει σε άλλο σημείο των γνήσιων έργων του, μία από τις σημαντικότερες μαρτυρίες για τον νηπιοβαπτισμό και τη θεολογία του, πράγμα που σημαίνει ότι δεν μπορεί να αντιφάσκει με τόσο ακραίο τρόπο όσο θα επιθυμούσαν οι συντάκτες του κειμένου.
Επιπλέον όμως, οι πελαγιανιστές είναι ανίκανοι να διαβάσουν το κείμενο που οι ίδιοι παραθέτουν μεταφρασμένο, στο οποίο ο Χρυσόστομος αναρωτιέται σε «τι μπορεί να τον ωφελήσει η τέλεση της μυσταγωγίας» έναν τέτοιον άνθρωπο που είναι «όμοιος στ' αλήθεια με νεκρό»! Δεν βλέπουν οι άνθρωποι ότι ο Χρυσόστομος δεν συγκρίνει τον συγκεκριμένο ετοιμοθάνατο με το νήπιο, αλλά τον συγκρίνει με τον νεκρό;! Κατανοούν άραγε την χαώδη διαφορά και το διαφορετικό θεολογικό υπόβαθρο;
Θα πούμε όμως περισσότερα στο άρθρο όπου θα αναλυθούν τα σχετικά εδάφια.
Η σκληρότητα της αιρετικής θεολογίας, ενάντια σε ανθρώπους με νοητικές αναπηρίες!
Στο σημείο αυτό, μια που αναφερόμαστε στον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, καλό θα ήταν να επισημάνουμε στους αναγνώστες ένα ακόμη σκοτεινό σημείο, που προκύπτει από τις θέσεις των πελαγιανιστών.
Δυστυχώς, οι άνθρωποι αυτοί δεν έχουν κατανοήσει τις απάνθρωπες και ρατσιστικές διαστάσεις στις οποίες οδηγούν τα γραφόμενά τους. Επειδή η «θεολογία» τους είναι κατασκεύασμα ανθρώπων, η εμμονή τους να εναντιώνονται στην Παράδοση της Εκκλησίας τους οδηγεί στο να εξαιρούν από τις δωρεές του Κυρίου τους ανθρώπους που έτυχε είτε να γεννηθούν με νοητικά προβλήματα (και άρα ποτέ δεν θα μπορέσουν να ομολογήσουν αυτοπροσώπως πίστη), είτε έτυχε να αποκτήσουν στην παιδική, εφηβική ή ενήλικη ζωή τους κάποια νοητική αναπηρία (και άρα ποτέ δεν θα μπορέσουν να ομολογήσουν αυτοπροσώπως ούτε πίστη ούτε μετάνοια)!
Όποιος διαβάσει προσεκτικά όσα γράφουν, το μένος ενάντια στην Εκκλησία κυριαρχεί τόσο πολύ στη σκέψη τους, ώστε δεν μπορούν ούτε στο ελάχιστο να κατανοήσουν την Πατερική θεολογία και φιλανθρωπία που θέτει το βάπτισμα ως ένα σημαντικό βήμα για την Ουράνια Βασιλεία το οποίο πρέπει να κάνει
απαραιτήτως κάθε άνθρωπος, οποιαδήποτε στιγμή της ζωής του, αποφεύγοντας την προχωρημένη γεροντική ηλικία και ιδιαίτερα την ώρα των τελευταίων στιγμών στην επιθανάτια κλίνη.
Ξεχνούν όμως ότι για τους ανθρώπους που έχουν νοητικές αναπηρίες, όπως ακριβώς και για τα νήπια, η Αγία Γραφή πρόβλεψε τη Σωτηρία τους μέσω της πίστης των άλλων:
«Πίστει πεποίηκε τό πάσχα καί τήν πρόσχυσιν τού αίματος, ίνα μή ο ολοθρεύων τά πρωτότοκα θίγη αυτών. Πίστει διέβησαν την Ερυθράν θάλασσαν ως διά ξηράς» (Εβρ. 11,28-29).
Αν ίσχυαν όσα επικαλούνται οι πελαγιανιστές, με ποια πίστη μας λέει ο Απ. Παύλος ότι σώθηκαν τα πρωτότοκα του Ισραήλ; Αφού τα νήπια δεν μπορούν να ομολογήσουν πίστη. Κι όμως, η πίστη της οικογενείας τους, έσωσε χωρίς την συγκατάνευσή τους τα πρωτότοκα από τον χαμό, όπως και η πίστη του Μωϋσή έσωσε τους Ισραηλίτες και μαζί τα νήπια ή τα μικρά παιδιά τους από τους Αιγυπτίους, στις προτυπώσεις αυτές του βαπτίσματος. Είναι οι περιπτώσεις που όπως προαναφέραμε, σύμφωνα με τους Πατέρες θεμελιώνουν ατράνταχτα τον νηπιοβαπτισμό.
Αυτή ακριβώς είναι και η θεολογία του Χρυσοστόμου, ο οποίος, όπως θα δούμε στο σχετικό άρθρο, αποδέχεται πλήρως την θεραπεία της ανθρώπινης φύσης και κατ’ επέκταση τη Σωτηρία, ανθρώπων που αδυνατούν να πιστέψουν είτε λόγω αναπηρίας, είτε λόγω νηπιότητας, μέσω της πίστης ενός τρίτου!
Αυτή είναι και η μεγάλη διαφορά ανάμεσα σε μια φιλάνθρωπη χαρισματική θεολογία που επικυρώνεται στο πλαίσιο της Αποστολικής Εκκλησίας, και σε λόγια ανθρώπινα γεμάτα με σκληρότητα και ανθρώπινο εγωισμό.
Γνωρίζουν ότι η αρχαία Εκκλησία εδραιώνει τον νηπιοβαπτισμό!
Όμως, δεν είναι μόνο οι παρανοήσεις και η άγνοια που επιβαρύνουν το περιεχόμενο του κειμένου τους. Πολύ χειρότερο αυτών, είναι η γνώση που έχουν για τις αρχαίες μαρτυρίες υπέρ του νηπιοβαπτισμού, τις οποίες όμως, απεγνωσμένα προσπαθούν να τις βαφτίσουν νόθες ή αιρετικές.
Έχουμε, για παράδειγμα, πλήθος εκκλησιαστικών συγγραφέων, Συνόδων και Πατέρων της Εκκλησίας που επιβεβαιώνουν τις παραχαράξεις των πελαγιανιστών:
Ο Ωριγένης, ο Ιππόλυτος, ο Κυπριανός, η Σύνοδος της Καρθαγένης στα μέσα του 3ου αιώνα, η Σύνοδος της Λαοδικείας του 364, ο Μέγας Βασίλειος, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, η Σύνοδος της Καρθαγένης του 419, ο Θεοδώρητος Κύρου, ο Ισίδωρος Πηλουσιώτης και άλλοι, μιλάνε
ξεκάθαρα είτε για τον νηπιοβαπτισμό, είτε για το θεολογικό του υπόβαθρο, είτε και για τα δύο, μην αφήνοντας το παραμικρό περιθώριο για παρανοήσεις.
Και από την άλλη, όπως είπαμε, επικαλούνται μία μόνο και μοναδική συμβουλή του Τερτυλλιανού να προτιμάται το βάπτισμα ενηλίκων. Και στο σημείο αυτό, δυστυχώς, το κείμενο των προτεσταντών αποκτά μια ανυπέρβλητη προχειρότητα, καθώς αγωνιά μεν, αδυνατεί δε, να βρει στοιχεία και να πείσει τον οποιονδήποτε, ότι είναι δυνατόν όλες οι άλλες μαρτυρίες να είναι νόθες, εκτός από αυτή του Τερτυλλιανού που τους εξυπηρετεί!
Και μας λένε το ανήκουστο, ότι ήταν αιρετικός ο Ωριγένης και άρα δεν αξίζει η ιστορική μαρτυρία του. Λες και ήταν λιγότερο αιρετικός ο… Τερτυλλιανός, που προσχώρησε στην καταδικασμένη αίρεση του Μοντανισμού! Εκτός βέβαια, κι αν ισχυριστούν οι προτεστάντες/πελαγιανιστές, ότι είναι δυνατόν να καταδικαστεί π.χ. ο Αρειανισμός αλλά να μην είναι αιρετικοί οι… Αρειανιστές! Κι όμως, σε άλλες ιστοσελίδες των Προτεσταντών, διαβάζουμε το ανεκδιήγητο, ότι «ο Μοντανισμός δεν ήτο αίρεσις, αλλά σχίσμα», τη στιγμή που όπως θα δούμε, οι Μοντανιστές χαρακτηρίζονται ως αιρετικοί από τον Μ. Βασίλειο και τις Οικουμενικές Συνόδους! Και για να κατανοήσουμε την άγνοια που επικρατεί, αρκεί να πούμε ότι η αίρεση του Μοντανισμού όχι μόνο σχίσμα δεν ήταν, αλλά αντιθέτως, θεωρήθηκε τόσο ξένη προς τον Χριστιανισμό, που όσοι οπαδοί της επέστρεφαν στην Ορθοδοξία, γίνονταν δεκτοί με κανόνες που ίσχυαν και για τους ειδωλολάτρες!
Και φυσικά, όχι μόνο ο Ωριγένης μας προσφέρει μια εξαιρετική ιστορική μαρτυρία την οποία ασπάζονται οι ειδικοί επιστήμονες, επιπλέον όμως, ο Τερτυλλιανός, με έμμεσο τρόπο, μας δίνει και αυτός την ίδια ιστορική μαρτυρία με τον Ωριγένη: για να συμβουλέψει τους πιστούς κατ’ αυτό τον τρόπο, σημαίνει ότι στην αρχαία Εκκλησία, το βάπτισμα των νηπίων ήταν ήδη μια πραγματικότητα!
Γνωρίζουν ότι οι Πατέρες εδραιώνουν τον νηπιοβαπτισμό!
Ακόμα χειρότερο όμως από τα προηγούμενα, είναι το γεγονός ότι, ενώ το κείμενό τους υμνεί διαρκώς τους Καππαδόκες Πατέρες και τον Χρυσόστομο, την ίδια στιγμή, αν και από τα λεγόμενά τους φαίνεται ότι γνωρίζουν τις ξεκάθαρες μαρτυρίες του Γρηγορίου Θεολόγου και του Χρυσοστόμου υπέρ του νηπιοβαπτισμού, όχι μόνο δεν τις αναφέρουν αυτούσιες, αλλά τις ξεπερνούν με πρόχειρες και χωρίς επιστημονικά στηρίγματα «ατάκες» για νόθα αποσπάσματα!
Και έτσι, όντας ανίκανοι να αποδείξουν με επιστημονικά τεκμήρια ότι τα αποσπάσματα είναι νόθα, δείχνουν το χειρότερο πρόσωπο του φανατισμού και ενώ γνωρίζουν τις σημαντικότατες αυτές θεολογικές θέσεις υπέρ του βαπτίσματος των νηπίων, τολμούν να γράφουν: «ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΗΣ ΤΟΥ ΝΗΠΙΟΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ… ΕΝΑΣ ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ», εννοώντας τον Ωριγένη, και αποσιωπούν τις καταλυτικές μαρτυρίες των μεγίστων Πατέρων της Εκκλησίας! Είναι άραγε τρόπος ορθός, να δίνει κανείς ζωή στα πιστεύω του στηριγμένος στο απροκάλυπτο ψέμα;
Διότι, υποτίθεται ότι ερευνούν τον νηπιοβαπτισμό, και πράγματι, βρίσκονται μπροστά σε πολύτιμες Πατερικές μαρτυρίες, γραμμένες από αγίους ανθρώπους που οι ίδιοι λένε ότι τους σέβονται. Ένας από αυτούς, είναι όπως είπαμε, ο Γρηγόριος ο Θεολόγος. Και ενώ εκθειάζουν σε όλο το κείμενο τον Γρηγόριο και μας τον προβάλλουν ως παράδειγμα (επειδή νομίζουν ότι με όσα λέει για το βάπτισμα ενηλίκων, εναντιώνεται στον νηπιοβαπτισμό), όταν φτάνουν σε απόσπασμα έργου του όπου τάσσεται υπέρ του νηπιοβαπτισμού, ίσα που ψελλίζουν τη θέση του, δεν βάζουν αυτούσιο το απόσπασμα (για να μην το δουν οι ομόπιστοι τους;) και ξεπερνούν αυτή την κορυφαία μαρτυρία βρίζοντας με έμμεσο τρόπο τον άγιο Γρηγόριο ότι δεν ξέρει τι λέει! Είναι απίστευτο, κι όμως τον κατηγορούν ως «υπερβολικό» και τον υβρίζουν ότι «αντιφάσκει»! Δηλαδή, υβρίζουν τον μέγα αυτόν Πατέρα της Εκκλησίας ότι δεν ξέρει τι του γίνεται, επειδή τόλμησε να θεμελιώσει τον νηπιοβαπτισμό! Και εκεί ανάμεσα, βάζουν και σε μια παρένθεση τη γνωστή ατεκμηρίωτη φαντασίωση, ότι μπορεί δήθεν η μαρτυρία να είναι… νόθα!
Δυστυχώς όμως, δεν ξέρουν ότι ο Γρηγόριος θεολογεί για τον νηπιοβαπτισμό και σε άλλα σημεία των γνήσιων έργων του, και άρα, θα καταντούσε αστείο να λέει κάποιος διαρκώς ότι η «τάδε φράση είναι νόθα», η επόμενη όχι, η μεθεπόμενη πάλι «νόθα» κ.ο.κ., και μάλιστα χωρίς επιστημονικά στηρίγματα από τους ειδικούς.
Και βεβαίως, τον νηπιοβαπτισμό θεμελιώνει και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο οποίος διαψεύδει περίτρανα τις θέσεις τους ότι ο μόνος λόγος για τον οποίο βαπτιζόμαστε είναι τάχα η άφεση των προσωπικών μας αμαρτιών. Και επειδή διαρκώς επικαλούνται τον στίχο «Ομολογώ έν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών», ελπίζουμε να μην υβρίσουν και τον Χρυσόστομο, ή τον Γρηγόριο τον Θεολόγο ότι δεν γνώριζαν το… Σύμβολο της Πίστεως και γι’ αυτό θεμελίωσαν τον νηπιοβαπτισμό! Ειδικά μάλιστα ο Γρηγόριος, του οποίου η παρουσία και η θεολογία διέπρεψαν κατά την Β΄ Οικουμενική Σύνοδο και επηρέασαν τα μέγιστα στη διαμόρφωση του Συμβόλου της Πίστεως[3]!
Και θα μπορούσαμε να τους ρωτήσουμε: Άραγε, όταν το επικαλούνται κατά γράμμα, μπορούν να μας πουν αν το Σύμβολο της Πίστεως αναφέρει πουθενά την Μετάνοια όσων έχουν αμαρτήσει;
Βλέπουν λοιπόν πόσο αφελές είναι, να πιστεύει κάποιος ότι το Σύμβολο της Πίστεως μπορεί να ερμηνευτεί έξω από την Ιερά Παράδοση και τους Πατέρες, απλά παίρνοντάς το σε ένα χαρτί και ερμηνεύοντας απ’ το μυαλό του; Η Εκκλησία των Πατέρων που το εκπόνησε, αυτή είναι και η μόνη αρμόδια να το ερμηνεύσει. Άρα λοιπόν, τα ευφυολογήματα ότι η φράση «Ομολογώ εν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών» αποκλείει τον νηπιοβαπτισμό, ή ότι το βάπτισμα δεν αναιρεί τις επιπτώσεις του Προπατορικού αμαρτήματος, δεν είναι παρά φαντασιοπληξίες, εντελώς ξένες προς την ερμηνεία των Πατέρων για το βάπτισμα.
Και βεβαίως, όπως είπαμε, υπάρχουν και άλλες σημαντικές μαρτυρίες που εδραιώνουν τον νηπιοβαπτισμό, πριν και μετά τους μεγάλους Πατέρες, πέρα από τις έμμεσες μαρτυρίες υπέρ του νηπιοβαπτισμού από το Μαρτύριο του Πολυκάρπου, ή τον Ποιμένα του Ερμά, ή τον Ειρηναίο, που είναι πολύ καλύτερα θεμελιωμένες απ’ ότι νομίζουν οι προτεστάντες και το ανεπαρκέστατο κείμενό τους.
Ασφαλώς όμως, οι ξεκάθαρες θέσεις του Γρηγορίου και του Χρυσοστόμου υπέρ του νηπιοβαπτισμού, και η ταυτόχρονη απουσία οποιασδήποτε καταδίκης του νηπιοβαπτισμού μέσα στην ιστορία της Εκκλησίας, επαρκούν ώστε να αναδείξουν ως βλασφημία τα όσα γράφουν:
«Το βάπτισμα σαν νηπιοβάπτισμα είναι υποπροϊόν μιας από τις πολλές νοσηρές φιλοσοφικές τοποθετήσεις του Ωριγένη»!
Διότι, εφόσον μαρτυρίες για τον νηπιοβαπτισμό παρέχουν όχι μόνο ο Ωριγένης, αλλά και οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας, τότε, στο προηγούμενο υβρεολόγιο περί «υπερβολικών» Πατέρων που «αντιφάσκουν», προστίθεται και ο απαράδεκτος χαρακτηρισμός «νοσηρή», για τη θεολογία των αγίων Διδασκάλων. Όποιος όμως συμπεριφέρεται με τον τρόπο αυτό, σημαίνει ότι η ζωή του ολόκληρη έχει δομηθεί για την υπηρεσία ενός και μόνο σκοπού:
Την ανάδειξη του εαυτού του στη θέση της Εκκλησίας του Κυρίου και του εγωισμού του ως μοναδική πηγή «θεολογίας».
Η Συμμαχία τους με τους νέο-ειδωλολάτρες
Κλείνοντας το παρόν, εισαγωγικό άρθρο, θα αναφέρουμε κάτι ακόμη που μας προκαλεί ιδιαίτερα αρνητική εντύπωση: είναι λυπηρό, να τους βλέπουμε να δηλώνουν Χριστιανοί, κι όμως, να δέχονται να αντιγράφουν στις ιστοσελίδες τους ολόκληρο το αντιεκκλησιαστικό υβρεολόγιο των δωδεκαθεϊστών, συμμαχώντας έτσι με τους ακραίους υβριστές του Κυρίου…
Δεν καταλαβαίνουν πόσο ντροπιαστικό γι’ αυτούς, είναι να βλέπουμε τις ίδιες ανιστόρητες παρλάτες περί Εκκλησίας και Βυζαντίου, και να διαβάζουμε υπερβολές όπως:
«Το 380 μ.Χ. ο Θεοδόσιος Α΄ διά νόμου «απεκατέστησε» την ‘ορθοδοξία’ και σύντομα δια νεότερου νόμου υποχρέωσε τους πάντες να γίνουν ‘χριστιανοί’… Όλοι έγιναν ‘χριστιανοί’ μέσα σ' ένα βράδυ και όποιοι τόλμησαν να αντισταθούν (συνειδητοί Χριστιανοί, αρχαιολάτρες, σχισματικοί, αιρετικοί, άθεοι κ.α.) αντιμετώπισαν δήμευση περιουσίας, εξορία και θάνατο. Ο Μεσαίωνας μόλις άρχιζε»!
Φυσικά, η ιστορική αλήθεια είναι ότι «Μεσαίωνας» ήταν αυτό που επικρατούσε μέχρι τότε, καθώς Ειδωλολάτρες, Αρειανιστές και Μανιχαίοι κατέσφαζαν τους Ορθοδόξους, σε μια νέα εποχή διωγμών που κράτησε περίπου μισό αιώνα, κατά τον 4ο αιώνα του Βυζαντίου. Μιλάμε για μια εποχή που πολλοί νομίζουν ότι η Ορθοδοξία ήταν σε εποχή ηρεμίας και γαλήνης ενώ συνέβη ακριβώς το αντίθετο.
Έτσι, ο Μ. Θεοδόσιος, επιθυμώντας να σταματήσει τις διώξεις της πλειοψηφίας από τις αιρετικές μειοψηφίες που είχαν και τη στήριξη των ετερόδοξων αυτοκρατόρων Κωνσταντίου (337-361), Ιουλιανού(361-363) και Ουάλη (364-378), έφερε αυστηρές νομοθεσίες ως προς την απαγόρευση της δημόσιας λατρείας των διωκτών της πλειοψηφίας των πολιτών του Βυζαντίου, ώστε να σταματήσουν επιτέλους οι αιματηρές ταραχές.
Και είναι τουλάχιστον αστεία η φράση:
«Όλοι έγιναν ‘χριστιανοί’ μέσα σ' ένα βράδυ»!
Πως είναι δυνατόν να λέγονται τέτοια πράγματα, όταν γνωρίζουμε πως μόλις πήρε τον θρόνο ο πρώιμος εικονομάχος και φιλομανιχαίος αυτοκράτορας Αναστάσιος Α΄ (491-518), συγγενής ως προς το δόγμα με τους Προτεστάντες και φανατικός διώκτης των Ορθοδόξων, ο εκκλησιαστικός χρονικογράφος του 6ου αι. Θεόδωρος Αναγνώστης, έγραφε:
Πως λοιπόν οι Προτεστάντες μας λένε το απαράδεκτο, ότι «ο Θεοδόσιος Α΄ […] υποχρέωσε τους πάντες να γίνουν ‘χριστιανοί’» (εννοούν Ορθόδοξοι φυσικά), ενώ βρίσκουμε στο Βυζάντιο μετά από 140 ολόκληρα χρόνια, έντονη την παρουσία των ίδιων ακριβώς αιρετικών και των μη χριστιανών Μανιχαίων, που υπήρχαν και επί εποχής Θεοδοσίου;! Και μάλιστα, με αυτό που γράφει ο Θεόδωρος Αναγνώστης, καταλαβαίνουμε ότι είχαν προβεί και σε ανοιχτές εκδηλώσεις χαράς! Άρα λοιπόν, κανείς δεν «υποχρέωσε τους πάντες να γίνουν ‘χριστιανοί’»… Οι νομοθεσίες ενάντια στη δημόσια τέλεση λατρειών που είχαν εκδηλώσει βίαιες ή αντιδραστικές ενέργειες, αποτελούσαν μέτρα πρόληψης των ταραχών στον δημόσιο βίο. Αποτελεί καθαρή ανοησία να θεωρεί κάποιος ότι με τους νόμους αυτούς έλεγχαν έναν-έναν τους πολίτες για τα προσωπικά τους φρονήματα. Γι’ αυτό άλλωστε, στο Βυζάντιο ποτέ δεν έπαψαν να υπάρχουν αιρέσεις και αιρετικοί, ούτε καν μέσα στην ίδια την Κωνσταντινούπολη.
Και προσθέτουν στα παραπάνω αστήρικτα, ένα πλήθος από γλυκανάλατα κηρύγματα:
«Ο Νηπιοβαπτισμός είναι λοιπόν ένας Μεσαίωνας […] Ο αληθινός Χριστιανισμός είναι η θρησκεία της ελευθερίας»!
Να λοιπόν και μία ακόμη ύβρις κατά των αγίων Πατέρων που θεμελιώνουν τον νηπιοβαπτισμό: υβρίζονται ως θεμελιωτές της ανελευθερίας του ανθρώπου, όπως και η Αγία Γραφή υβρίζεται για τη σωτηρία των νηπίων με το σημείο στα ανώφλια (Έξ. 12,7.12-13. Εβρ. 11,28)! Και ταυτόχρονα υβρίζεται η Εκκλησία, που έδωσε κύρος Οικουμενικό στον Κανόνα της Καρθαγένης (419 μ.Χ.) ο οποίος ορίζει:
Αυτό σημαίνει ότι για την Ορθοδοξία, αποτελεί Ιερό Κανόνα απόλυτου κύρους το να δέχεται ο καθένας την χριστιανική ιδιότητα με ελεύθερη βούληση, απορρίπτοντας κάθε πολιτειακή νομοθεσία περί επιβολής.
Άλλωστε, σαφώς διαφοροποιεί την Πολιτειακή Αρχή από την Εκκλησία ο κορυφαίος δογματολόγος της Ορθοδοξίας Ιωάννης Δαμασκηνός:
«Ούκ ελάλησαν ημίν τόν λόγον οι βασιλείς αλλά απόστολοι και προφήται, ποιμένες τε και διδάσκαλοι. Βασιλέων εστίν η πολιτική ευπραξία η δέ εκκλησιαστική κατάστασις ποιμένων και διδασκάλων»[6].
Αφήσαμε για το τέλος ένα απόσπασμα από τα κείμενα των αιρετικών το οποίο μόνο ως αστεϊσμός θα μπορούσε να εκληφθεί:
«ο αυτοκράτορας ένας λαϊκός, επέβαλε τις δογματικές απόψεις του με διατάγματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν περιέπεσε στην ανόητη αίρεση του αφθαρτοδοκισμού […] ο Ιουστινιανός εξέδωσε διάταγμα (Νεαρά, 137:6), και από τον πατριάρχη μέχρι τον τελευταίο επίσκοπο όλοι ασπάσθηκαν το πιστεύω του».
Καταρχάς, οφείλουμε να πούμε ότι το διάταγμα που εξέδωσε ο Ιουστινιανός… δεν σώζεται! Έτσι κι αλλιώς όμως, ουδεμία σχέση έχει με τη Νεαρά 137 της οποίας το θέμα είναι εντελώς άσχετο όπως θα δούμε. Και βεβαίως, πριν ακόμη καταφέρει ο αυτοκράτορας να θέσει σε ισχύ το διάταγμα για τον Αφθαρτοδοκητισμό, πέθανε, και φυσικά, η Εκκλησία είχε ήδη προλάβει να αντιδράσει έντονα.
Όλα αυτά θα τεκμηριωθούν στα σχετικά άρθρα με στοιχεία και βιβλιογραφία.
Και επίσης, είναι δεδομένο με βάση τις πηγές, τη βιβλιογραφία και την ιστορία της Εκκλησίας, ότι ουδέποτε κατάφεραν αυτοκράτορες να επιβάλλουν ούτε… μισό δόγμα στην Εκκλησία. Η Ορθοδοξία διώχθηκε κατ’ επανάληψη, ουδέποτε όμως μετέβαλλε την Αποστολική πίστη ούτε στο ελάχιστο.
Ούτε ο Ιουστινιανός κατάφερε να επιβάλλει τον Αφθαρτοδοκητισμό, όπως θα δούμε, όπως ούτε πριν από αυτόν οι Κωνστάντιος και Βάλης κατάφεραν να επιβάλουν τον Αρειανισμό παρά τα βίαια μέτρα που πήραν. Αν ήταν έτσι απλά τα πράγματα όπως φαντασιώνονται οι αιρετικοί, ο Αρειανισμός θα είχε επιβληθεί στην Εκκλησία αφού τον συνόδευαν τρομερές διώξεις. Και η κατάργηση των Εικόνων θα είχε επιτευχθεί, αφού οι θεολογικοί πρόγονοι των Προτεσταντών, οι Εικονομάχοι, είχαν περάσει από σφαγείο τους Ορθοδόξους για να τα καταφέρουν. Κι όμως απέτυχαν. Και φυσικά, ούτε οι φιλοδυτικοί ηγέτες κατάφεραν να επιβάλλουν την ένωση με τους Παπικούς.
Και οι πελαγιανιστές, θέλουν να μας πουν ότι η Εκκλησία, ενώ άντεξε αιματηρές διώξεις σε όλη την ιστορία της, δεν θα μπορούσε να αντισταθεί σε ένα… διάταγμα, το οποίο μάλιστα ούτε καν πρόλαβε να μπει σε ισχύ από τον αυτοκράτορα!
Άρα, καλό είναι να μην επικαλούνται άλλο αυτά τα ψέματα. Δυστυχώς όμως, όταν αντί για πηγές, διαβάζουν νέο-παγανιστικά λιβελογραφήματα γεμάτα παραμύθια, στην ίδια με αυτά χαμηλότατη ποιοτική στάθμη θα περιέλθουν και τα δικά τους κείμενα.
Όλα αυτά λοιπόν που αναφέρουμε στην παρούσα Εισαγωγή, δεσμευόμαστε ότι θα φανούν ξεκάθαρα στα άρθρα που ακολουθούν και θα διαψεύσουν πλήρως το αιρετικό κείμενο.
[Διαβάστε το Α΄ Μέρος της απάντησης στα ζητήματα που θέτουν]
[Διαβάστε εδώ το δεύτερο μέρος της απάντησης]
[Διαβάστε εδώ το τρίτο μέρος της απάντησης]
[1] Αγίου Νεκταρίου, «Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις», 4η έκδ., εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2001 (1899), σελ. 233.
[2] Πατρώνος Π. Γεώργιος, «Θέματα Θεολογίας της Καινής Διαθήκης», τεύχ. Α΄: «Το Αποστολικό Κήρυγμα στην πρώτη Εκκλησία»', Αθήνα 1985, σελ. 100.
[3] Βλ. Καρμίρης Ιωάννης, «Τα δογματικά και συμβολικά μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας», τόμ. Α΄, 2η έκδ., Αθήνα 1960, σελ. 125. Επίσης βλ. Παπαδόπουλος Γ. Στυλιανός, «Πατρολογία», τόμ. Β', έκδ. 2η, Αθήνα 1999, σελ. 506.
[4] «Εκκλησιαστική Ιστορία», PG 86, 185C-188A.
[5] Βλ. και την ερμηνεία του Νικοδήμου, στο: «Πηδάλιον», εκδ. Βασ. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 520-521.
[6] «Υπέρ των αγίων εικόνων», PG 94,1296 CD.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή
κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι
υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
2 σχόλια:
Πολύ όμορφο κείμενο, ευκολοδιάβαστο, κατανοητό, και αποστομωτικό. Ο Θεός να ευλογεί τον αδελφό που το συνέταξε.
Η εισαγωγή είναι πολύ καλή, ευσύνοπτη, ευκολοδιάβαστη, και κατατοπιστική για τα όσα θα ακολουθήσουν. Ελπίζουμε πως με αυτή τη σειρά των άρθρων θα διαφωτιστούν όλες οι πτυχές περί του βαπτίσματος, τουλάχιστον οι σχετικές με την Πατερική διδασκαλία, με τους Ιερούς Κανόνες καθώς και με τις αρχέγονες μαρτυρίες!
Δημοσίευση σχολίου