Του Ευθύμιου Αχείλα
Ο αγιογράφος Φώτης Κόντογλου βοήθησε στην επανασύνδεση της Ορθόδοξης αγιογραφίας με το Βυζαντινό τυπικό
Η μακραίωνη κατοχή της Ελλάδας από τους Τούρκους εκτός των άλλων δεινών που επισώρευσε, ήταν ως γνωστόν και αυτών της οπισθοδρόμησης των Τεχνών και των Γραμμάτων και του εν γένει Πολιτισμού.
Εξαίρεση βέβαια δεν μπορούσε να αποτελέσει και η Εκκλησιαστική αγιογραφία η οποία έμελλε να παρακμάσει παντελώς, αν και λίγους χρόνους προ της αλώσεως έφτασε στο απόγειό της με τις δυο περίφημες σχολές (τεχνοτροπίες), την Κρητική σχολή με κύριο εκπρόσωπο τον Θεοφάνη τον Κρήτα και την Μακεδονική σχολή με κύριο εκπρόσωπο τον Μανουήλ Πανσέληνο...
Παρόλη όμως την παρακμή της Ορθοδόξου Εκκλησιαστικής Τέχνης κατά τους χρόνους της Τουρκοκρατίας, υπήρχε ένα παρήγορο στοιχείο. Πως αν και είχε παρακμάσει παντελώς, η παράδοσή της δεν είχε χαθεί ολωσδιόλου, αλλά ζούσε υπό μορφή λαϊκή στα έργα διαφόρων αυτοδίδακτων λαϊκών ζωγράφων.
Και ενώ θα περίμενε κανείς να διασωθεί τουλάχιστον στις περιοχές που δεν είχαν κατακτηθεί από τους Τούρκους, λόγου χάρη τα Επτάνησα, δυστυχώς δεν συνέβη αυτό. Διότι οι αγιογράφοι των περιοχών αυτών όχι μόνο είχαν λησμονήσει την Ορθόδοξη Τέχνη, αλλά αγιογραφούσαν επηρεασμένοι από την δυτική τέχνη και κατ’ εξοχήν την Ιταλική.
Έτσι στις αρχές του 18ου αιώνα έχουμε δύο Ζακυνθινούς ιερείς αγιογράφους τον Νικόλαο Κουτούζη (1741 – 1813) και τον Νικόλαον Καντούνην (1707 – 1834) οι οποίοι αγιογραφούν τους Ναούς ως εκπρόσωποι της Επτανησιακής σχολής.
Χρησιμοποιούν στα έργα τους αποκλειστικά ελαιογραφίες και η τεχνική τους παραπέμπει στη δυτική τεχνοτροπία (αναγεννησιακού τύπου) και όχι στην Ορθόδοξη Παράδοση και Θεολογία. Αν δει κάποιος τα έργα τους θα θεωρήσει πως έγιναν από Ιταλούς ζωγράφους και όχι από Έλληνας Ορθόδοξους αγιογράφους.
Ο Χριστός αγιογραφημένος σύμφωνα με την Δυτική τεχνοτροπία
Και αστείο της υπόθεσης είναι πως οι εν λόγω αγιογράφοι πίστευαν πως είναι συνεχιστές της Ορθοδόξου Παραδόσεως.
Προς άρση παρεξηγήσεως αξίζει να διευκρινίσουμε ότι δεν υποτιμάμε την δυτική τεχνοτροπία. Σεβόμαστε απόλυτα τον τρόπο με τον οποίο ο κάθε άνθρωπος και ο κάθε λαός πλησιάζει το Θεό και με ποια καλλιτεχνικά μέσα αποδίδει το πλησίασμα αυτό. Πρόθεσή μας απλώς είναι να επισημάνουμε την Ορθόδοξη Θεολογία για τις εικόνες.
Μια Θεολογία και μια παράδοση που είχε ξεχαστεί όχι μόνο λόγω Τουρκοκρατίας, αλλά και – μετά από αυτή – λόγω άγνοιας του βυζαντινού τυπικού και της απαραίτητης θεολογικής γνώσης από τους τότε αγιογράφους.
Γι αυτό πολλοί Ναοί μετά την απελευθέρωση «κακοποιήθηκαν» αγιογραφικά. Στην «κακοποίηση» αυτή πρέπει να προσθέσουμε και ένα επιπλέον λόγο. Ότι πολλοί αγιογράφοι που καλέστηκαν να αγιογραφήσουν Ναούς ή ήταν ξένοι ή είχαν σπουδάσει στο εξωτερικό και είχαν παντελή άγνοια της Ορθόδοξης Παράδοσης και Θεολογίας.
Ειδικότερα για πάνω από 130 χρόνια, σχεδόν το σύνολο των Ελλήνων αγιογράφων, έχουν για πρότυπό τους τα έργα του Βαυαρού αγιογράφου Λουδοβίκου Θείρσιου (Ludwig Thirsch). Ο Λουδοβίκος Θείρσιος αγιογράφησε κατά τα έτη 1853 – 1855 τις τοιχογραφίες της Ρωσικής Εκκλησίας (Παναγίας Λυκοδήμου) βασιζόμενος υποτίθεται στα ψηφιδωτά του Οσίου Λουκά. Και λέμε υποτίθεται γιατί αν τα βάλει κανείς σε σύγκριση και τα δύο θα διαπιστώσει πως οι αγιογραφίες του Θείρσιου απέχουν πόρρω από τις αγιογραφίες του Οσίου Λουκά.
Και αυτό συνέβη διότι ο Θείρσιος – άμοιρος και απαίδευτος στην Θεολογία της Βυζαντινής αγιογραφίας – αποπειράθηκε να την «βελτιώσει» γιατί πίστευε πως είχε «εκβαρβαρισθεί» όλους αυτούς τους αιώνες Τουρκικής κατοχής. Έτσι «βελτίωσε» την ανατομία των μορφών, του σχεδίου και προσέθεσε προοπτική, βάθος δηλαδή στις εικόνες, πράγμα ανήκουστο για την Βυζαντινή αγιογράφηση, της οποίας ακριβώς αυτό είναι το κατ’ εξοχήν χαρακτηριστικό της, η απουσία δηλαδή βάθους.
Έτσι ο Θείρσιος νομίζοντας πως ανανεώνει τη Βυζαντινή Τέχνη, παράγει μια τέχνη ευρωπαϊκή, μια τέχνη ακαδημαϊκή, που δεν έχει καμιά σχέση με την Ελληνική Ορθόδοξη αγιογραφία.
Μια Ορθόδοξη αγιογραφία ρωμαλέα και βαθιά θεολογημένη, που χρησιμοποιεί μόνο τις δύο διαστάσεις ύψος και πλάτος, χωρίς βάθος, γιατί ο καλλιτέχνης με τον τρόπο αυτό, θέλει να απομακρύνει την εικόνα από το φυσικό χώρο και χρόνο, και να δώσει την εντύπωση ότι τα πρόσωπα που εικονίζονται ανήκουν σ’ ένα άφθαρτο και καινούργιο κόσμο. Γι’ αυτό και ο μεγάλος Θεολόγος της πίστης μας Ιωάννης Δαμασκηνός (680 – 754 μ.Χ.), στο σύγγραμμα του «Προς τους διαβάλλοντας τας αγίας εικόνας» ονομάζει τις εικόνες «βιβλία των αγραμμάτων».
Δέον να ληφθεί υπόψη στο σημείο τούτο και το εξής. Πως η αγιογράφηση δεν είναι άμοιρη της Θεολογίας που φέρει μέσα του ο αντίστοιχος αγιογράφος.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα αγιογράφησης εικόνας για να γίνουμε κατανοητοί. Λόγου χάρη την Βάπτιση του Χριστού στον Ιορδάνη Ποταμό.
Ο έχων Ορθόδοξη Θεολογία θα απεικονίσει τον Χριστό ολόκληρο μέσα στο νερό να βαπτίζεται από τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Και τούτο διότι στο μυστήριο του Βαπτίσματος κατά την Ορθόδοξη Θεολογία ο οιοσδήποτε βαπτιζόμενος πρέπει να είναι ολόκληρος μέσα στο νερό.
Αντιθέτως ο έχων Καθολική Θεολογία θα απεικονίσει τον Χριστό είτε μέσα στο νερό με την προϋπόθεση όμως το νερό να ανέρχεται μέχρι τους αστραγάλους του, είτε εκτός νερού γονατιστό στα βράχια και τον Ιωάννη τον Πρόδρομο και στην μία και στην άλλη περίπτωση να του χύνει με ένα όστρακο ή κύπελλο νερό στο κεφάλι. Η απεικόνιση αυτή γίνεται τοιουτοτρόπως, διότι ως γνωστό το μυστήριο του Βαπτίσματος στη Δυτική Εκκλησία γίνεται δια ραντίσματος.
Επανερχόμενοι τώρα στο Θείρσιο έχουμε να πούμε, πως τα σχέδια των αγιογραφιών του, τα δώρισε το 1890 στην Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρία. Το επόμενο έτος εκτέθηκαν στο Ζάππειο, όπου και φωτογραφήθηκαν. Τις φωτογραφίες αυτές χρησιμοποίησαν σαν πρότυπα όλοι σχεδόν οι μετέπειτα αγιογράφοι και έτσι «κακοποίησαν» πολλούς Ναούς ανά την επικράτεια.
Ποιος π.χ. δεν έχει δει σε αρκετούς Ναούς πάνω από την Ωραία Πύλη να είναι ζωγραφισμένο ένα μάτι. Ένα μάτι, του Θεού προφανώς, που παραπέμπει σε Θεό «κατάσκοπο» και όχι στο δικό μας Θεό, που είναι Θεός της αγάπης. Τα τελευταία χρόνια, σε όσους Ναούς γίνεται αγιογράφηση, στη θέση του ματιού αγιογραφείται πλέον ο Μυστικός Δείπνος.
‘Η όταν απεικονίζεται ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, ο αρχάγγελος Γαβριήλ κρατά στα χέρια του ένα κρίνο – σύμβολο αγνότητας – κάτι που είναι παντελώς άγνωστο στην Ορθόδοξο Παράδοση. Γιατί σ’ αυτήν ο αρχάγγελος Γαβριήλ κρατά ένα σκήπτρο που κάποιες φορές απολήγει σε Σταυρό και δηλώνει την κυριαρχική του ιδιότητα.
Ευτυχώς τα τελευταία χρόνια μετά από επισταμένες μελέτες και έρευνες και έκδοση ανάλογων μελετών, η Ορθόδοξη αγιογραφία επανασυνδέθηκε με το Βυζαντινό τυπικό και οι Ναοί που αγιογραφούνται πλέον, αγιογραφούνται σύμφωνα με την Βυζαντινή τεχνοτροπία.
Πρόδρομος βέβαια στην επανασύνδεση αυτή υπήρξε ως γνωστό η μεγάλη μορφή του Φώτη Κόντογλου. Ο οποίος – ειρήσθω εν παρόδω – κατηγορήθηκε ως άσχετος! της Ορθόδοξης Αγιογραφίας επειδή αγιογραφούσε σύμφωνα με το Βυζαντινό τυπικό και όχι σύμφωνα με τον νατουραλιστικό τρόπο που είχε εισαγάγει ο Λουδοβίκος Θείρσιος. Όταν βέβαια αναγνωρίστηκε το μεγαλείο του Κόντογλου, ως συνήθως συμβαίνει στην χώρα μας που ανθεί «η φαιδρά πορτοκαλέα» όλοι αυτοί οι κύριοι συκοφάντες «έγλειφαν» εκεί που «έφτυναν» πρώτα!
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή
κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι
υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
1 σχόλιο:
Οι εικόνες επίσης είναι ασίγαστοι κήρυκες του Ευαγγελίου με άηχο φωνή και το πνευματικό κεντρί του νοός!Επίσης σύμφωνα με τους αγίους Πατέρες της Ζ' αγίας Οικουμενικής Συνόδου,οι εικόνες είναι οι συνήγοροι των γεγραμένων!Πολύ σπουδαίο το άρθρο σας,ευχαριστούμε!
Δημοσίευση σχολίου