ΤΑ ΑΝΩΝΥΜΑ, ΥΒΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΣΧΕΤΑ ΜΕ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΣΧΟΛΙΑ ΔΕΝ ΘΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ

Τελευταία Νέα του "Αντιαιρετικός"

Ευχαριστούμε όλες και όλους εσάς που επισκέπτεστε το ιστολόγιο μας ... Διαβάστε την καινούργια σελίδα μας "Απάνθισμα Πατερικών Κειμένων" ...ΤΑ ΑΝΩΝΥΜΑ, ΥΒΡΙΣΤΙΚΑ ΚΑΙ ΑΣΧΕΤΑ ΜΕ ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ ΣΧΟΛΙΑ ΔΕΝ ΘΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΟΝΤΑΙ

23 Οκτ 2019

Το Άγιο Όρος επί της δυναστείας των Μακεδόνων και Κομνηνών


Ο Αθανάσιος ο Αθωνίτης – κατά κόσμον Αβραάμιος – επέφερε διάφορους νεωτερισμούς στις μονές του Αγίου Όρους, όπως λόγου χάρη ανήγειρε οικοδομές αντί των ξύλινων καλυβών που εγκαταβιούσαν οι μοναχοί, άρχισε να καλλιεργεί τη γη, καθώς επίσης και να εκτρέφει ζώα, αντί της μέχρι τότε πρακτικής που ήταν η συντήρηση των ασκητών από τα φυσικά προϊόντα του δάσους...

Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα να θορυβηθούν και να ανησυχήσουν οι ερημίτες, διότι ενώ αυτοί είχαν καταφύγει μακριά από τον κόσμο, με τις ενέργειές του αυτές ο Αθανάσιος μετέφερε στην περιοχή τους ένα μέρος του κόσμου. Γι’ αυτό το λόγο αποφάσισαν να εκφράσουν την δυσαρέσκεια τους και αντίρρησή τους αυτή, προβαίνοντας σε διάβημα προς τον τότε αυτοκράτορα του Βυζαντίου τον Ιωάννη Τσιμισκή. Ο Τσιμισκής απέστειλε ως ανακριτή τον ηγούμενο της μονής Στουδίου Ευθύμιο, ο οποίος συνέταξε το λεγόμενο «Τυπικό του Τσιμισκή» το 972 μ.Χ., το οποίο καθόριζε όλα όσα αφορούσαν την ζωή των μοναχών σε ολόκληρο το Άγιο Όρος και το οποίο εγκρίθηκε διά αυτοκρατορικού Χρυσόβουλλου. Το Τυπικό αυτό αποσιωπά τους νεωτερισμούς του Αθανασίου, στην ουσία δηλαδή τους εγκρίνει και κατά κάποιο τρόπο τους επισημοποιεί αυτούς, με αποτέλεσμα από τότε όσες καινούργιες μονές ιδρύονται να μιμούνται την μορφή βίου της Μεγάλης Λαύρας.
Βάσει του Τυπικού του Τσιμισκή, ο Άθως αναγνωρίζεται πλέον ως ανεξάρτητη μοναχική πολιτεία η οποία περιλαμβάνει κελιά (ερημίτες), λαύρες (κοινότητες) και μονές (κοινόβια). Ο Άθως ονομάζεται σ’ αυτό απλώς «Όρος», ενώ ο Αθανάσιος στο δικό του Τυπικό το αποκαλεί «άγιο Όρος».
Η φήμη του Αθανασίου του Αθωνίτη προσείλκυσε πλήθη από μοναχούς, 3.000 περίπου σε ολόκληρο το Όρος, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και επιφανείς άνδρες, όπως λόγου χάρη ήταν ο μετέπειτα Πατριάρχης Κωνσταντινούπολης Νικόλαος Χρυσοβέργης.
Κατά τον 10ο αιώνα προσελκύστηκαν και πλήθη αλλοεθνών μοναχών. Βενεδικτίνοι μοναχοί από την Αμάλφη της Ιταλίας ίδρυσαν μονή η οποία πήρε το όνομα της από τον τόπο καταγωγής τους και ονομάστηκε των Αμαλφηνών, η οποία διατηρήθηκε επί μακρόν χρονικό διάστημα ακόμα και μετά το Σχίσμα, και η οποία τελικά κατέστη εξάρτημα της Λαύρας με το όνομα «Μορφηνών».
Το 980 μ.Χ. οι Ίβηρες μοναχοί Ιωάννης Μεσχίας και ο γιος του Ευθύμιος καθώς και ο συγγενής τους στρατηγός του Βυζαντίου Ιωάννης Τερνίκιος ίδρυσαν την μονή των Ιβήρων με λάφυρα, τα οποία είχε αποκτήσει ο στρατηγός από την νίκη του επί του επαναστάτη στρατηγού Βάρδα Σκληρού.
Βούλγαροι μοναχοί από την Αχρίδα και των περιχώρων αυτής, παρουσιάσθηκαν στον Άθω κατά τον 10ο αιώνα ομοίως. Ένας δε από αυτούς, ο Γεώργιος Ζωγράφος, είναι ο ιδρυτής της φερώνυμης μονής Ζωγράφου.
Κατά τον 11ο αιώνα εμφανίστηκαν στο Όρος Ρώσοι, μεταξύ δε αυτών αναφέρεται και ο μετέπειτα ιδρυτής της Λαύρας του Κιέβου Αντώνιος. Ρωσική μονή μνημονεύεται ρητά μόλις το 1142, η του Ξυλουργού.
Τέλος κατέφτασαν με πολύ δύναμη και Σέρβοι. Ο γιος του ηγεμόνα της Σερβίας Στεφάνου Νεμάνια Ράστκβο, μετονομασθείς σε Σάββα, ασκήθηκε στη μονή Παντελεήμονος και Βατοπαιδίου και μαζί με τον πατέρα του, όταν αυτός απαρνήθηκε τη βασιλική εξουσία προς χάριν του ερημικού βίου, έκτισε δική του μονή επί της εγκαταλειμμένης και ερειπωμένης πάλαι ποτέ μικρής μονής του Χελανδαρίου.
Οι Βλάχοι δεν μπόρεσαν ποτέ να ιδρύσουν αυτοτελή και κυρίαρχη μονή, και ο λόγος πιθανόν να είναι, πως κατά τους Βυζαντινούς χρόνους δεν υπήρχε κυρίαρχο βλαχικό κράτος το οποίο θα μπορούσε να ενισχύσει την προσπάθεια αυτή και επιπλέον όντας δίγλωσσοι, συνεμόναζαν ευχερώς μαζί με τους Έλληνες.
Το σύνολο των υπαρχόντων μονών κατά τον 11ο αιώνα στο Όρος ανέρχονταν σε 180, και τα μετέπειτα χρόνια πολύ περισσότερα. Εμείς εδώ θα μνημονεύσουμε μόνο, όσες έχουν διατηρηθεί στα νεότερα χρόνια.
Η μονή Ξηροποτάμου ιδρύθηκε περί τα μέσα του 10ου αιώνα από τον Παύλο Ξηροποταμινού. Αυτός μετά την συγκρότηση της μονής του αποσύρθηκε για πιο αποτελεσματική μόνωση και ησυχία σε ένα κελί που απείχε πολύ από την μονή, και το οποίο μετά από τέσσερις αιώνες ανυψώθηκε και αυτό ομοίως σε μονή.
Η μονή Βατοπεδίου ιδρύθηκε περί τα τέλη του 10ου αιώνα από τους ευγενείς, Αθανασίου, Νικολάου και Αντωνίου, το ίδιο δε έτος ιδρύθηκε και η μονή Ξενοφώντος.
Κατά τον 11ο αιώνα εμφανίζονται οι μονές, Κωνσταμονίτου, Δοχειαρίου, Εσφιγμένου, και Κουτλουμουσίου.
Έτσι η σειρά ίδρυσης κατά χρονολογία των σημερινών μονών έχει περίπου ως εξής: Ξηροποτάμου, Ιβήρων, Ζωγράφου, Λαύρας, Βατοπεδίου, Ξενοφώντος, Κωνσταμονίτου, Δοχειαρίου, Εσφιγμένου, Καρακάλλου, Φιλοθέου, Κουτλουμουσίου, Παντελεήμονος, Χελανδαρίου. Οι υπόλοιπες έξι από τις σημερινές διατηρούμενες είκοσι μονές, είναι κατά σειρά αρχαιότητας οι εξής: Γρηγορίου, Σιμωνόπετρας, Παντελεήμονος, Παντοκράτορος, Παύλου, Διονυσίου και Σταυρονικήτα.
Η ίδρυση τόσο πολλών νέων καθιδρυμάτων παρείχε ζητήματα για τον καθορισμό της ιεραρχίας αυτών, ενώ η διόγκωση του πληθυσμού τους δημιούργησε οξύτατο πρόβλημα επάρκειας της τροφής. Επιπλέον η είσοδος εις το Όρος πλήθους κοσμικών που ασκούαασαν το εμπόριο, μετέδωσε και στους μοναχούς τις απαράδεκτες συνήθειες της εμπορίας, της προσφυγής στα κοσμικά δικαστήρια και άλλα παρόμοια, επιεικώς απαράδεκτα. Το 1048 συντάσσεται το «Τυπικό του Μονομάχου», το οποίο αναθέτει την επίλυση των γενικών προβλημάτων στις συνάξεις, ορίζοντας πως σε αυτές προσέρχονται ο μεν «πρώτος» μετά τριών συνοδών, οι ηγούμενοι της Μεγάλης Λαύρας μετά έξι, του Βατοπεδίου με τέσσερις, των Ιβήρων ομοίως, και από τις υπόλοιπες μονές με έναν.
Όσον αφορά τώρα, διάφορα λεπτομερειακά ζητήματα τα αφήνει στη δικαιοδοσία του Πρώτου μαζί με ένα συμβούλιο το οποίο αποτελείται από δέκα ή πέντε μοναχούς, διαφορετικούς κάθε φορά. Απαγορεύει επίσης την χειροτονία για όσους δεν έχουν φτάσει στην κατάλληλη ηλικία, αλλά και την εισδοχή στην άσκηση αγένειων και ευνούχων και τέλος δίδει μεγάλη σημασία στον αποκλεισμό γενικώς του εμπορίου.
Επιτρέπει μόνο την χρήση για εμπόριο μεγάλων πλοίων αποκλειστικά στη μονή Αμαλφηνών, η οποία προμηθεύονταν προφανώς ορισμένα προϊόντα από τους ομογενείς τους που ζούσαν στην Κωνσταντινούπολη.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Αθανασίου Γρ. Γερομιχαλού, Ο Μοναχικός Βίος, Δεύτερη Έκδοση, Θεσσαλονίκη 1972
 
 
 
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...