Σύμφωνα με την Ορθόδοξη πίστη, το περιεχόμενο της φυσικής αποκάλυψης είναι το σύμπαν και ο άνθρωπος, προικισμένος με λογικό, με συνείδηση και ελευθερία. Ο άνθρωπος είναι όχι μόνο αντικείμενο που πρέπει να γνωρισθεί, αλλά και υποκείμενο που ενεργεί για τη γνώση της αποκάλυψης. Τόσο ο άνθρωπος όσο και το σύμπαν είναι παράγωγα υπερφυσικής δημιουργικής ενέργειας του Θεού και διατηρούνται στην ύπαρξη με μια συντηρητική πράξη του Θεού, που έχει κι αυτή υπερφυσικό χαρακτήρα...
Στην ενέργεια αυτή για τη συντήρηση και καθοδήγηση του κόσμου προς το σκοπό του, ανταποκρίνεται μια δύναμη και μια τάση αυτοσυντήρησης και σωστής ανάπτυξης του σύμπαντος και του ανθρώπου. Από την άποψη αυτή ο κόσμος – σύμπαν και ο άνθρωπος μπορεί να θεωρηθούν, αυτοί οι ίδιοι, φυσική αποκάλυψη.
Το σύμπαν και ο άνθρωπος αποτελούν φυσική αποκάλυψη και από την άποψη της γνώσης. Το σύμπαν έχει οργανωθεί κατά ένα τρόπο που ανταποκρίνεται στη δική μας ικανότητα για γνώση. Το σύμπαν και η ανθρώπινη φύση, στενά δεμένη με το σύμπαν, έχουν αποτυπωμένη μέσα τους μια λογικότητα. Ο άνθρωπος – δημιούργημα του Θεού – έχει προικισθεί πρόσθετα με λογική ικανή για την κατανόηση της λογικότητας του σύμπαντος και της δικής του φύσης. Από το άλλο μέρος όμως, η λογικότητα αυτή του σύμπαντος και η δική μας ανθρώπινη νοητικότητα είναι – σύμφωνα πάντοτε με τη χριστιανική διδασκαλία – παράγωγα δημιουργικής πράξης του Θεού. Επομένως, ούτε από την άποψη αυτή η φυσική αποκάλυψη είναι καθαρά φυσική.
Εμείς πιστεύουμε ότι η λογικότητα του σύμπαντος αποτελεί μαρτυρία του γεγονότος ότι το σύμπαν το ίδιο είναι παράγωγο λογικού όντος, επειδή η λογικότητα, σαν όψη της πραγματικότητας, που προορίζεται να γίνει γνωστή, είναι ανεξήγητη, χωρίς την ύπαρξη ενός νου, που γνωρίζει τη λογικότητα από τη στιγμή που τη δημιουργεί, ή κι ακόμα νωρίτερα, και που εξακολουθεί στη συνέχεια να τη γνωρίζει και να τη συντηρεί. Απ’ το άλλο μέρος, αν δεν υπήρχε η ανθρώπινη λογική που να γνωρίζει το σύμπαν με βάση τη λογικότητα του, το ίδιο αυτό σύμπαν θα ήταν χωρίς νόημα. Σύμφωνα με την πίστη μας η λογικότητα του σύμπαντος έχει νόημα μόνο αν το σύμπαν είναι, πριν από τη δημιουργία του και σ’ όλη τη συνέχεια του, αντικείμενο πρόνοιας ενός γνωστικού δημιουργικού όντος. Το σύμπαν αυτό παρήχθη εκ του μη όντος εις το είναι, για ν’ αποτελέσει αντικείμενο γνώσης ενός άλλου όντος, χάριν του οποίου δημιουργήθηκε και με τον τρόπο αυτό, διά μέσου του σύμπαντος, το δημιουργικό Όν πραγματώνει ένα διάλογο με το κτιστό λογικό όν. Το γεγονός αυτό αποτελεί το περιεχόμενο της φυσικής αποκάλυψης.
Αυτό το βεβαιώνει όμως και η υπερφυσική χριστιανική Αποκάλυψη διδάσκοντας ότι στην αρχική δημιουργική και στη συντηρητική στάση του Θεού απέναντι στον κόσμο ανταποκρίνεται – σε πιο χαμηλό επίπεδο, σε επίπεδο εξάρτησης – η δική μας στάση ως όντων που γνωρίζουν και επεξεργάζονται τη φύση, ως εικόνων του Θεού. Η στάση αυτή του ανθρώπου δείχνει πως ο κόσμος έχει μια λογικότητα, που προορίζεται να γίνει γνωστή από μας τα λογικά όντα. Γι’ αυτό το λόγο η λογικότητα πρέπει να ’χει την καταγωγή της σε ένα Όν, που επεδίωξε με τη δημιουργία του κόσμου – και επιδιώκει με τη συντήρηση του – να γνωρίσει ο άνθρωπος τον κόσμο και διά του κόσμου να γνωρίσει το Δημιουργικό Όν.
Εμείς εμφανιζόμαστε ως το μοναδικό ον που ανήκοντας στον ορατό και προικισμένο με λογικότητα κόσμο, έχει συνείδηση της λογικότητας αυτής και συγχρόνως έχει συνείδηση του εαυτού του. Είμαστε η συνείδηση του κόσμου, όντας το μοναδικό ον στον κόσμο που έχει συνείδηση του εαυτού του, και συνάμα ο παράγοντας αξιοποίησης της λογικότητας του κόσμου και της συνειδητής επεξεργασίας του για το δικό μας όφελος. Και με τον τρόπο αυτό γινόμαστε ο παράγοντας της συνειδητής αυτοδιαμόρφωσής μας. Δεν μπορούμε να ’χουμε συνείδηση του εαυτού μας χωρίς να ’χουμε συνείδηση του κόσμου και των πραγμάτων που βρίσκονται σ’ αυτόν. Όσο καλύτερα γνωρίζουμε τον κόσμο, τόσο περισσότερο αποκτούμε συνείδηση του εαυτού μας.
Ο κόσμος όμως, συμβάλλοντας με τον παθητικό αυτό τρόπο στη διαμόρφωσή μας και στην εμβάθυνση της αυτοσυνείδησή μας, δεν αποκτά συνείδηση του εαυτού του και ο ίδιος. Αυτό σημαίνει πως, αν κι ο κόσμος είναι απαραίτητος στον άνθρωπο, δεν υπάρχουμε εμείς για τον κόσμο, αλλά ο κόσμος για μας. Ο άνθρωπος είναι ο σκοπός του κόσμου κι όχι το αντίθετο. Την ανωτερότητα του ανθρώπου απέναντι στον κόσμο δείχνει ακόμη και το γεγονός πως εμείς αντιλαμβανόμαστε ότι ο κόσμος μας είναι απαραίτητος. Ενώ ο κόσμος δεν είναι σε θέση να καταλάβει πόσο απαραίτητοι είμαστε εμείς γι’ αυτόν. Ο κόσμος όντας αντικείμενο χωρίς συνείδηση, υπάρχει για τον άνθρωπο. Βρίσκεται υποταγμένος στον άνθρωπο, χωρίς ωστόσο να ’ναι απ’ αυτόν δημιουργημένος.
Το παρόν άρθρο είναι απόσπασμα από το βιβλίο του π. Δημητρίου Στανιλοάε «Ο Θεός ο κόσμος και ο άνθρωπος», Εκδόσεις Αρμός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου