Την
εποχή που βασίλευε στην Βουλγαρία ο τσάρος Πέτρος (927μ.Χ. – 967μ.Χ.), γιος του
Συμεών του Μεγάλου, εμφανίστηκε η κίνηση των Βογομίλων, αρχικά υπό μορφή εκκλησιαστικής αίρεσης, η οποία όμως
στη συνέχεια εξελίχθηκε σε κίνημα κατά της κρατούσης τάξης. Σκοτεινή και
άγνωστη παραμένει μέχρι σήμερα, από πού προέρχεται η ονομασία Βογόμιλοι. Σύμφωνα με κάποια θεωρία,
πιθανόν από τον αιρεσιάρχη ονόματι Ιερεμία
Βογομίλ...
Μια
άλλη άποψη υποστηρίζει, πως ο Ιερεμίας
Βογομίλ είναι ανύπαρκτο πρόσωπο και δεν υπήρξε ποτέ, και πως το όνομα της
αίρεσης προέρχεται από τις σλάβικες λέξεις Μπογκ(Θεός)
και μίλουϊ(ελέησον).
Ας
δούμε τώρα κάποιες από τις δοξασίες των Βογομίλων.
Κατ’ αρχάς δεν πίστευαν στην θεία προέλευση της Εκκλησίας, θεωρούσαν πως η
Παλαιά Διαθήκη ήταν έργο του Σατανά, όσον δε αφορά την Καινή Διαθήκη την
δέχονταν μόνο με αλληγορική ερμηνεία. Επίσης απέρριπταν το βάπτισμα στο νερό,
απαγόρευαν και αποστρέφονταν τον γάμο και αρνούνταν την πραγματική παρουσία του
Χριστού στην Θεία Ευχαριστία. Καταδίκαζαν την Θεία Λειτουργία και απέρριπταν
τις εικόνες και την λατρεία τους. Εκστόμιζαν βαριές και ακατονόμαστες ύβρεις
κατά του Σταυρού του Χριστού.
Όπως
προαναφέραμε, η αίρεση έλαβε πολύ σύντομα και ταυτόχρονα και κοινωνικές
προεκτάσεις. Οι Βογόμιλοι δεν
ορκίζονταν στον τσάρο και την πατρίδα, δεν αναγνώριζαν τους άρχοντες, αρνούνταν
να καταβάλουν φόρους και δεν αναγνώριζαν τις διάφορες ποινές που επέβαλαν τα
δικαστήρια, ιδιαιτέρως την ποινή του θανάτου. Κήρυτταν, πως η αφαίρεση της ζωής
του ανθρώπου με οποιοδήποτε πρόσχημα και για οποιοδήποτε λόγο είναι
καταδικαστέα. Γι’ αυτό αρνούνταν να πάρουν όπλο σαν στρατιώτες και να
πολεμήσουν υπέρ πατρίδος.
Οι
Βογόμιλοι επειδή δεν αναγνώριζαν την
ιεραρχία της επίσημης Εκκλησίας, οργάνωσαν την δική τους Εκκλησία, με δικούς
τους επισκόπους ως αρχηγούς, η οποία περιλάμβανε δύο τάξεις. Αυτή των τελείων και των πιστών. Οι πιστοί που φυσιολογικά και λογικά ήταν η πλειοψηφία,
ήταν αυτοί που δεν είχαν φτάσει στην τελειότητα. Απέδιδαν τιμή στους τέλειους
και ήταν υποτακτικοί απέναντι τους, αφού όταν τους συναντούσαν, τους
προσκυνούσαν κάνοντας τρεις εδαφιαίες μετάνοιες. Οι τέλειοι, μόνον αυτοί είχαν
το δικαίωμα να απαγγέλουν καθημερινά την Κυριακή
Προσευχή δηλαδή το “Πάτερ ημών”,
η οποία τελικά αποτελούσε την μοναδική προσευχή των Βογομίλων. Και κάτι τραγικό. Όταν οι πιστοί έχαναν την βεβαιότητα
για την σωτηρία της ψυχής τους, οδηγούνταν στην αυτοκτονία, πράξη στην οποία
και για άλλους λόγους κατέφευγαν οι Βογόμιλοι
με πολύ μεγάλη ευκολία. Την Θεία Ευχαριστία αντικατέστησαν με μια πολύ απλή
ευλογία και στην συνέχεια με βρώση άρτου. Δεν έτρωγαν ποτέ κρέας, τυρί και
αυγά.
Οι
Βογόμιλοι είχαν αναπτύξει και
μεταφυσικό σύστημα για τα θεολογικά πράγματα, το οποίο κατά βάση ήταν δυαρχικό και
επηρεασμένο από τον Μανιχαϊσμό. Κατ’
αυτούς, το αγαθό, το οποίο ταυτίζονταν με τον Θεό, ήταν αιώνιο. Το κακό ήταν
αρχικά καλό πνεύμα, το οποίο όμως με μια πράξη ελεύθερης βούλησης αποσπάστηκε
και απομακρύνθηκε από τον Θεό. Ο ανώτατος Θεός, δηλαδή το ανώτατο αγαθό, είχε
δύο γιους τον Σαταναήλ και τον Χριστό. Ο Σαταναήλ, ο οποίος ήταν και ο
μεγαλύτερος από τους δύο γιους του Θεού, στην αρχή ήταν αυτός που διοικούσε
τους ουρανούς, αλλά μεθώντας και γεμίζοντας από άκρατη υπερηφάνεια και εγωισμό,
επαναστάτησε κατά του Θεού και γι’ αυτό τον λόγο εξορίστηκε από τους ουρανούς
με όλους τους αγγέλους του. Εξορισμένος λοιπόν ο Σαταναήλ από τους ουρανούς,
δημιούργησε τότε τον γήινο κόσμο και λίγο αργότερα κατασκεύασε τον Αδάμ από ένα κομμάτι λεμονιού!, χωρίς
όμως να καταφέρει να του μεταδώσει ψυχή ώστε να γίνει ζωντανή ύπαρξη. Μη
μπορώντας να πράξει διαφορετικά, ζήτησε την βοήθεια του Θεού – Πατέρα, ο οποίος
πράγματι του μετέδωσε ψυχή, με τον όρο όμως, πως θα ανήκε και στους δύο από
κοινού το πλάσμα αυτό.
Ο
Σαταναήλ αθετώντας την συμφωνία που είχε συνάψει άρχισε να καταπιέζει τους
θνητούς. Τότε το έτος 5500 από κτίσεως κόσμου, ο αγαθός Θεός γέννησε από την
καρδιά του τον Λόγο που ήταν ο
Ιησούς, ή Χριστός ή αρχάγγελος Μιχαήλ. Ο Ιησούς ήλθε στον κόσμο και νίκησε τον
Σαταναήλ, ο οποίος από τότε και πέρα αποκλήθηκε Σατανάς, και κατέλαβε την θέση
στα δεξιά του Πατέρα. Όμως, προτού ο Ιησούς γίνει εκ νέου θεία ύπαρξη, παρήγαγε
το άγιο Πνεύμα, το οποίο είχε ως έργο την ολοκλήρωση της σωτηρίας των ανθρώπων.
Το άγιο Πνεύμα κατοίκησε στις καρδιές των Βογομίλων
και έδωσε σ’ αυτούς την δυνατότητα να γίνουν κάτοικοι του Παράδεισου μετά
θάνατον. Ήδη από την παρούσα ζωή, οι Βογόμιλοι
είχαν την δυνατότητα που τους δόθηκε ως θείο δώρο να βλέπουν πραγματικά τα τρία
αυτά θεία πρόσωπα, τον Θεό – Πατέρα ως γέροντα, τον Ιησού ως ώριμο άντρα και το
άγιο Πνεύμα ως έφηβο.
Οι
δοξασίες των Βογομίλων διαδόθηκαν
ευρύτατα με ταχύτητα αστραπής και δημιούργησαν ραγδαία από άκρο σε άκρο της
Βουλγαρίας θιασώτες, οι οποίοι απείλησαν τα θεμέλια όχι μόνο της Εκκλησίας,
αλλά και αυτού του κράτους. Τους κίνδυνους που δημιουργήθηκαν πολύ νωρίς διείδε
ο ιερέας Κοσμάς, πρόσωπο που ήταν
ζηλωτής της Ορθοδοξίας και πολύ μορφωμένος, γι’ αυτό και κινήθηκε προς
αναχαίτηση τής στρεβλής διδασκαλίας τους. Τελικά ολόκληρο το βάρος του αγώνα
κατά των Βογομίλων έπεσε στους ώμους
του Κοσμά. Αυτός έγραψε μια εκτενή πραγματεία κατά των Βογομίλων, στην οποία γίνεται λεπτομερής έλεγχος και αναίρεση των
δοξασιών τους. Συγχρόνως όμως ο Κοσμάς προχώρησε και σε μια γενναία πράξη.
Άσκησε έλεγχο στο ήθος των κληρικών και της επίσημης Εκκλησίας, στους οποίους
αναγνώριζε την ευθύνη για την διάδοση της διδασκαλίας των Βογομίλων. Πίστευε, πως ο καλύτερος αγώνας εναντίον των Βογομίλων, θα ήταν η εξυγίανση του
επίσημου κλήρου, του οποίου οι ηθικές και άλλες ατασθαλίες, εξωθούσαν τον λαό
να ενταχτεί στην νεοφανή αίρεση.
Μεγάλη
βοήθεια και ενίσχυση του έργου τού Κοσμά δόθηκε με την εμφάνιση ενός διαπρεπή
ασκητή, του αγίου Ιωάννη (876 μ.Χ. –
946 μ.Χ.), ο οποίος ίδρυσε την περίφημη κοινοβιακή μονή της Ρίλας στα νοτιοδυτικά της Βουλγαρίας. Η
μονή αυτή σύντομα απέβη σπουδαίο μοναχικό και πνευματικό κέντρο, το οποίο
αδιάκοπα, μέχρι και το τέλος της Τουρκοκρατίας, αποτέλεσε εστία εκκλησιαστικής
και πνευματικής μόρφωσης των Βουλγάρων. Οι Βογόμιλοι
είτε αναχαιτιζόμενοι σε επίπεδο διδασκαλίας από εκκλησιαστικές και εξέχουσες
προσωπικότητες της Βουλγαρίας, είτε υποκύπτοντας στον σκληρό και απηνή διωγμό που
εξαπέλυσε εναντίον τους το κράτος, άρχισαν σιγά – σιγά να μειώνονται στον
αριθμό και να εξαφανίζονται. Ότι κατάφερε να διασωθεί απ’ αυτούς ενώθηκε με την
αίρεση των Παυλικανών, οι οποίοι όσο
διαρκούσε η Τουρκοκρατία, στο μεγαλύτερο μέρος τους προσηλυτίσθηκαν από την
ρωμαιοκαθολική Εκκλησία και άλλοι από αυτούς στον Μουσουλμανισμό.
Εν
κατακλείδι μπορούμε να πούμε πως οι Βογόμιλοι,
υπήρξε μια από τις ισχυρότερες αιρέσεις στα Βαλκάνια, η οποία μεταξύ των 10ου
– 15ου αι. βρήκε ενθουσιώδη ανταπόκριση, ιδιαίτερα στα καταπιεζόμενα
λαϊκά στρώματα λόγω τής διδασκαλίας της εναντίον τής κρατικής εξουσίας και
αυθαιρεσίας, καθώς επίσης και της ηθικής χαλαρότητας του επίσημου κλήρου.
Γνώρισε την μεγαλύτερη άνθησή της το 1100 μ.Χ. και εξαπλώθηκε παρά τους
διωγμούς προς τα δυτικά πέρα της Βοσνίας, επιδρώντας αργότερα σε μια αίρεση που
εμφανίστηκε στην Δυτική Εκκλησία, τους Καθαρούς.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Αντωνίου –
Αιμιλίου Ταχιάου: Ιστορία των Σλαβικών Ορθόδοξων Εκκλησιών, Εκδόσεις Π.
Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 1976
2. Εγκυκλοπαίδεια των ΘρησκειώνΣΗΜΕΙΩΣΗ: Προσοχή! Χωρίς όνομα ή
κάποιο ψευδώνυμο δεν γίνεται δημοσίευση σχολίου. Επίσης δεν πρέπει να είναι
υβριστικό και άσχετο με το θέμα του άρθρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου